Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Ο ΘΕΟΣ ΑΓΑΠΑΕΙ ΤΟ ΧΑΒΙΑΡΙ: Γιατί απογοήτευσε κοινό και κριτικούς;;;

Βλέποντας κάποιος την καινούρια ταινία του συμπατριώτη μας Γιάννη Σμαραγδή καταλαβαίνει σε μία συγκεκριμένη σκηνή της το νόημα του τίτλου. Ναι ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι, γιατί ο Θεός αγαπάει όλα τα δώρα της φύσης που προσφέρει απλόχερα και γενναιόδωρα στο δημιούργημά του, τον άνθρωπο. 
                                                                          
                               Πορτρέτο σε λάδι του Ιωάννη Βαρβάκη διαχειρός του Vladimir Borovikovsky (1757-1825)
Ο Σεμπάστιαν Κοχ, ο πρωταγωνιστής  της δημιουργίας του Γιάννη Σμαραγδή, που υποδύεται τον Ιωάννη Βαρβάκη σε σκηνή της ταινίας

Και αυτό ο πρωταγωνιστής της ταινίας το καταλαβαίνει σταδιακά στη διάρκεια της ζωής του. 

Μελετώντας προσεχτικά τη σωζόμενη βιογραφία του μαθαίνουμε ότι ο Ιωάνης Βαρβάκης (1745 ή 1750-1825)γεννήθηκε στα Ψαρά και ήταν γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου. Πώς λοιπόν ο Ιωάννης Λεοντής (Λεοντίδης) έμεινε γνωστός με το όνομα Βαρβάκης; Ανατρέχοντας στις αντίσοιχες εγκυκλοπαιδικές πηγές μαθαίνουμε ότι στα Ψαρά υπήρχαν και υπάρχουν ακόμα πουλιά που ανήκουν στο είδος γερακιού Ιέραξ ο οξύπτερος. Τα πουλιά αυτά οι ντόπιοι τα ονόμαζαν Βαρβάκια. Λόγω λοιπόν των μεγάλων αυστηρών ματιών του και της ορμητικότητάς του ονόμασαν το συμπατριώτη τους Βαρβάκι, προσωνυμία την οποία ο ίδιος αποφάσισε να υιοθετήσει ως όνομά του. 

Η ιστορία του Ιωάννη Βαρβάκη είναι άμεσα διαθέσιμη σε όποιον ενδιαφέρεται όπως όλων των αντίστοιχων περιπτώσεων Μεγάλων Ελλήνων ευεργετών που βοήθησαν ο καθένας με τον τρόπο του τη χώρα και το έθνος του. 

Και είναι φυσικό μία ταινία που φιλοδοξεί να σκιαγραφήσει την προσωπικότητα και το έργο ενός Έλληνα της εποχής της Τουρκοκρατίας και των πρώτων χρόνων του επαναστατικού αγώνα των Ελλήνων στο όνομα της Ελευθερίας τους να προσελκύσει τον κόσμο και να μιλήσει ιδιαίτερα στις ψυχές των Ελλήνων αφού θα δείξει αν μη τι άλλο το μεγαλείο της ψυχής των προγόνων τους. Ανεξαρτήτως όμως εθνικότητας η προβολή του μεγαλείου της ψυχής ανθρώπων που έμειναν στην ιστορία ως φωτεινοί φάροι οι οποίοι μάς προσανατολίζουν σήμερα που ψαλιδίζονται οι επιθυμίες μας, τα όνειρά μας και η αυτοπεποίθησή μας λόγω της κρίσης στο παγκόσμιο κοινωνικό γίγνεσθαι, αποτελεί ιερή αποστολή η οποία κερδίζει αυτομάτως θαρρείς το θαυμασμό μας και την αποδοχή μας. 

Το πρόβλημα όμως είναι ότι ένα τέτοιας μορφής πόνημα τυλίγεται με ένα πλήθος υψηλών προσδοκιών από τους θεατές του. Και δυστυχώς τη στιγμή που βλέπεις τους τίτλους τέλους στην οθόνη μένεις με μία πικρόγλυκη γεύση γιατί η ταινία δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στο ύψος των προσδοκιών σου. 

Αυτό βέβαια δε μειώνει την αξία της προσπάθειας του δημιουργού και των συντελεστών του, παρά ταύτα όμως παραμένει το ερώτημα που αφορά σε πολλές μεταφορές στη μεγάλη οθόνη του βίου ιστορικών προσωπικοτήτων ή σημαντικών περιόδων της ιστορίας παγκόσμιου ενδιαφέροντος και συμβολής. 

Γιατί ο Ιωάννης Βαρβάκης δεν αποτελεί απλώς έναν πειρατή Έλληνα που ακολούθησε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το δρόμο της πειρατείας όπως όλοι οι συμαπτριώτες του Ψαριανοί τότε και που λάτρεψε τη θάλασσα. Οι Έλληνες είναι ένα με το υγρό στοιχείο, με το διαφορετικό γαλάζιο του Αιγαίου όπως χαρακτηρίζεται δια στόματος πρωταγωνιστή στην ταινία όταν το αντικρίζει και πάλι μετά από πολύχρονη παραμονή στην Κασπία θάλασσα όπου και είχε επιδοθεί στο εμπόριο χαβαριού. Ούτε είναι μία ακόμα μορφή Έλληνα που βοήθησε πριν μα και κατά τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας. 

Ο Ιωάννης Βαρβάκης αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση εθνικού ευεργέτη, γεγονός το οποίο η ταινία αγγίζει επιφανειακά. Χαρακτηρίστηκε από ειδήμονα κριτικό κινηματογράφου ως άνευρη. Θεωρώ μετά την παρακολούθησή της ότι ο χαρακτηρισμός δικαιολογείται γιατί το πολύπλοκο της ψυχής του, οι προσωπικές του δυστυχίες, ο τρόπος που τις αντιμετώπισε και μπόρεσε να τις μετουσιώσει σε δύναμη ψυχής που αποφασίζει να προσφέρει στο έθνος του για να νιώσει το μεγαλείο της ευαγγελικής αγάπης το οποίο ο προσωπικός του βίος του στέρησε, δεν καθίστανται σαφή. 

Είναι άδικο μία ταινία που αναφέρεται σε τόσο πολύπλοκη και δύσκολη ιστορική περίοδο να είναι τόσο λακωνική στις ιστορικές πληροφορίες. Για παράδειγμα δείχνει τη φιλία που αναπτύσσεται μεταξύ του Βαρβάκη και του ΑΛέξιου Υψηλάντη χωρίς να γίνεται σαφές ότι ο Αλέξιος είναι ο Υψηλάντης! Και για κάποιον που προτιμά να του μιλά η εικόνα και η μεγάλη οθόνη παρά το διάβασμα ιστορίας, αυτό αποτελεί αδυναμία της ταινίας. Όπως ανάλογη αδυναμία αποτελεί κατά τη γνώμη μου η παρουσίαση της συμβολής του Ιωάννη Βαρβάκη στα Ορλωφικά. Τα Ορλωφικά (1770-1774) είναι η σοβαρότερη συντονισμένη προσπάθεια επανάστασης  με τη συμβολή της Ρωσίας εναντίον των Τούρκων, πριν το 1821,  η οποία όμως διεκόπη χάρη στην υπογραφή ειρήνης μεταξύ του σουλτάνου και της Αικατερίνης Β΄ της Ρωσίας με την οποία η Τουρκία παραχωρούσε στη Ρωσία τις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Δυστυχώς και σε αυτό το σημείο η ταινία αδυνατεί να δείξει το μέγεθος του αγώνα του Βαρβάκη που εκποίησε την προσωπική του περιουσία (στόλο) για να επανδρώσει κατάλληλα το στόλο εναντίον των Οθωμανών μα και των άλλων Ελλήνων καθώς και την άσχημη κατάληξή τους που απέμειναν μόνοι εναντίον των Οθωμανών με τελική έκβαση τη φυλάκισή τους στην Κωνσταντινούπολη. 

Γενικεύοντας τις αδυναμίες της ταινίας θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι αποτυγχάνει δυστυχώς παρά το βασικό πυρήνα του θέματός της που παραμένει αδιαμφισβήτητα ελκυστικός - η ιστορία της ζωής ενός ανθρώπου που τολμούσε να ονειρεύεται όπως χαρακτηρίζεται σε συγκεκριμένη ατάκα του σεναρίου- να προκαλέσει έντονα συναισθήματα και συγκινήσεις ή να εμφανίσει δραματικές κορυφώσεις στην εξέλιξη της πλοκής της. Η υπόθεση εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σου με τρόπο ανιαρό, πολλά κενά χρονικά και κατ΄επέκταση νοηματικά και ελλιπείς, βαριεστημένες ερμηνείες με εξαίρεση αυτήν του πρωταγωνιστή που προσπαθεί να ενσαρκώσει το βάρος του ρόλου του. 

Χειροκροτώ την ιδέα του σκηνοθέτη που θέλησε να μάς θυμίσει ότι σε κάθε μεγάλο κατόρθωμα ζωής υπάρχει συνωμοσία των δυνάμεων του σύμπαντος και της εσωτερικής ψυχικής δύναμης του ανθρώπου. Χειροκροτώ την επιλογή αυτού του ανθρώπου συμβόλου, του κου Ιωάννη Βαρβάκη ο οποίος δικαιούτο να γίνει γνωστός στον κόσμο για την ανδρεία του και γενναία προσφορά του. Χάρη στο κληροδότημά του άλλωστε ιδρύθηκε το Βαρβάκειο Λύκειο το 1857 με απώτερο σκοπό τη συνεισφορά του στην εξέλιξη των θετικών επιστημών καθώς και η κλειστή Βαρβάκειος Αγορά της Αθήανς. 

Δεν είναι εφικτό όμως να νιώσει ο θεατής ικανοποίηση με τις τόσες ελλείψεις στο χτίσιμο αυτής της ταινίας που όφειλε βάσει της θεματικής της να προκαλέσει συγκίνηση και δέος. Η προσπάθεια σίγουρα χρήζει σεβασμού όπως κάθε ανάλογη πράξη δημιουργίας στο όνομα υπηρέτησης της τέχνης μα δεν πρέπει να λησμονούμε ότι σεβασμός χωρίς ειλικρινή αξιολόγηση δε νοείται.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου