Κυριακή 21 Αυγούστου 2011

ΚΩΜΩΔΙΑ ΧΩΡΙΣ ΧΙΟΥΜΟΡ

Όταν ο Κεφαλλονίτης Ανδρέας Λασκαράτος, σατιρικός ποιητής και πεζογράφος, δημοσίευσε το έργο του «Ιδού ο άνθρωπος» το 1886, ανέφερε στα προλεγόμενά του ότι σκοπός του μέσα απ’την παρουσίαση του προτρέτου των 126 διαφορετικών χαρακτήρων είναι η παρουσίαση των βασικών χαρακτηριστικών που διαμορφώνουν διαφορετικούς κοινωνικούς τύπους. Και αυτά τα χαρακτηριστικά είναι κατά τη γνώμη του περισσότερο επίκτητα, αποτέλεσμα των ρόλων που αναλαμβάνει καθένας μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και των ιστορικο-πολιτικών συγκυριών εντός των οποίων κινείται και κατά πολύ λιγότερο εγγενή.
Ορμώμενος δε από την πεποίθησή του ότι «Η στηλίτεψη των ατομικών ελαττωμάτων, ως και των άλλων στραβών της κοινωνίας είναι αποτελεσματική και ωφέλιμη καθώς αποτελεσματικός και ωφέλιμος είναι και ο φημισμός των ευγενών και ενάρετων πράξεων.» ένιωθε ότι με το χιούμορ και την έντονη ειρωνική του διάθεση θα οδηγούσε τους αναγνώστες του σε μια εκ βαθέων θέαση των ελλατωμάτων τους και προσπάθεια διαχείρισής τους.
Και ερχόμαστε στο σήμερα που το χιούμορ απ’ό,τι φαίνεται έχει πια χάσει την ηθικοδιδακτική του αξία. Γιατί κάθε τι που σχολιάζεται καυστικά δε φαίνεται να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Ίσως γιατί έχουμε ξεχάσει ή αρνούμαστε πια να γελάσουμε με τα ‘χάλια’ μας, με τα λάθη μας, με τα παραπατήματά μας. Ίσως γιατί φοβόμαστε ότι θα μάς βγει ξινό. Ίσως γιατί ο φόβος για το τι μέλλει γενέσθαι έχει αυτομάτως θαρρείς μετατραπεί σε μόνιμη φοβία που δε μάς αφήνει να είμαστε ο εαυτός μας. Ίσως πάλι επειδή κάθε απόπειρα σάτιρας υποβάλλεται στον κανόνα της εμπορικότητας οπότε λειτουργεί απλώς και μόνο επιφανειακά.
Ή ίσως επειδή και το χιούμορ και η σάτιρα ως λέξεις, ως έννοιες έχουν απωλέσει την πραγματική τους σημασία και έχουν πέσει στον καιάδα της παρερμηνείας και πολυχρησίας τους με λάθος μάλιστα όρους.
Γιατί η σάτιρα η εποικοδομητική απαιτεί αν μη τι άλλο υψηλό δείκτη νοημοσύνης και αυστηρά καθορισμένο στόχο υψηλών προδιαγραφών. Η σάτιρα παραμένει ανενεργή εάν γίνεται μόνο για τη σάτιρα. Εάν μένει εγκλωβισμένη στην προσπάθεια χάραξης ενός παγωμένου μειδιάματος στα χείλη των ανθρώπων, που παγωμένοι από το φόβο τους δεν τολμούν καν να σκεφτούν το αύριο. Η στηλίτευσις όπως ονομάζεται από το Λασκαράτο απαιτεί γνώση του θετικού, του καλού απέναντι στο οποίο στήνεται το εδώλιο κατηγόριας του λάθους, του αρνητικού. Και το καλό έχει χάσει την εκπροσώπησή του. Γιατί μπερδευτήκαμε μέσα στους μαιάνδρους της στείρας κριτικής που χρησιμοποιείται για εντύπωση και ως μέσο στήριξης του λόγου ύπαρξής μας. Κρίνουμε, κατηγορούμε, στηλιτεύουμε, καυτηριάζουμε για να πείσουμε εμάς τους ίδιους θαρρείς ότι δεν είμαστε χαζοί, ότι ξέρουμε τι πάει λάθος.
Μια απορία όμως ταπεινή από έναν υπηρέτη του σήμερα που ζει ανάμεσά σας και χάνει ολοένα και περισσότερο το χιούμορ του...ποια είναι η νέα θέση που προτείνεται μέσα από την αντίθεση όλων αυτών των καλοθελητών άσκησης κριτικής;
Διότι απ’ό,τι θυμάμαι σε κάθε αντίθεση προτείνεται πάντα μία νέα θέση. Διαφορετικά η αντίθεση είναι άνευρη και ανώφελη. Πού μπορεί να αδηγήσει μία αντίθεση που υπηρετεί μόνο την ιδοτέλεια προβολής της ατομικότητας;
-‘ Ε, εδώ είμαι , ορθώνομαι και διαφωνώ.’
Πολύ ωραία ναι. Και καλά κάνεις και επιτέλους διαφωνείς. Μα τι προτείνεις;
Το δράμα πάντα έχει τη λύση του, είτε είναι τραγωδία, είτε κωμωδία. Και ενώ στις τραγωδίες η λύση κατεξοχήν δίνεται από τον ‘από μηχανής θεό’ στις Αριστοφανικές κωμωδίες, η λύση δίνεται από τους ίδιους τους ανθρώπους.
Ίσως λοιπόν αυτό που βιώνουμε σήμερα δεν είναι τραγωδία μια και από μηχανής θεοί δεν υπάρχουν και δεν πλανόμαστε πλάνη οικτρή. Τα προσωπεία πέφτουν και ξέρουμε πια τι συμβαίνει. Ίσως όμως αυτό που έχουμε πάθει είναι ότι αφήνουμε το σήμερα να γίνεται μια κωμωδία χωρίς χιούμορ.

Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Το φαινόμενο 'Φίλιπ Ροθ'

Με αφορμή πρόσφατο άρθρο της Καθημερινής (σελ.3, 9 Ιουλίου 2011) που προσπαθεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα αν όντως ο Φίλιπ Ροθ άξιζε το λογοτεχνικό βραβείο Man Booker, βρέθηκα πάλι αντιμέτωπη με το ερώτημα του κατά πόσο μπορούν να οριστούν αντικειμενικά θα λέγαμε κριτήρια αξιολόγησης της δυναμικής και γνήσιας αξίας ενός συγγραφέα.

Αμερικανοεβραίος ο ίδιος, μεγαλωμένος στο Νιούαρκ της Νέας Υόρκης, μαγνήτισε το αναγνωστικό του κοινό με τις αφηγήσεις ιστοριών των Εβραίων της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ. Ήδη με το πρώτο του βιβλίο, 'Αντίο Κολόμπους' αποσπά το 1960 το National Book Award. Με 53 μέχι σήμερα βιβλία στο ενεργητικό του από τη δεκαετία του 80 και μετά συλλέγει βραβεία από το Πούλιτζερ και το National Critics Circle Award μέχρι το Pen /Faulkner και άλλες τιμές με σημαντικότερες τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και την απονομή του National Humanities Medal στο Λευκό Οίκο από τον πρόεδρο Ομπάμα ο οποίος έχει δηλώσει φανατικός θαυμαστής του.

Στο προαναφερόμενο άρθρο στήνεται μιας μορφής αντιπαράθεση με την παράθεση δύο αντίθετων απόψεων κριτικής της συγγραφικής του δεινότητας και του μεγέθους της από 'συναδέλφους' του στο χώρο της συγγραφής.

Σίγουρα δεν είναι η πρώτη μα ούτε και τελευταία φορά που ένας συγγραφέας έχοντας αποκτήσει φανατικούς οπαδούς δεν έχει περάσει ακόμα στη σφαίρα των αδιαμφισβήτητα κλασικών μια και οι 'εχθροί' του θα λέγαμε είναι ισόποσοι κατά κάποιο τρόπο των θαυμαστών του. Υπάρχουν οι αναγνώστες που ακράδαντα πιστεύουν ότι κάθε νέο του βιβλίο έχει κάτι νέο και σημαντικό για αυτούς να τους προσφέρει αλλά και οι άλλοι που νιώθουν ότι δεν έχει πια κάτι νέο να πει, ότι τα θέματά του δεν αφορούν κανέναν έξω από την αμερικανοεβραϊκή κοινότητα, ότι είναι ένας φλύαρος, αφόρητος ομφαλοσκόπος.

Οι επικριτές του προβάλλουν την επανάληψη στον τρόπο γραφής του, στην επιλογή θεμάτων και στο ύφος ανάπτυξης της μυθολογίας του ενώ οι λάτρεις του 'κοιτώντας' πέρα από τη θεματολογία του επικεντρώνονται στη δυνατότητά του 'να πλάσει με τέτοιο τρόπο την προσωπική του μυθολογία ώστε εκείνη να αποκτήσει την ευρύτερη δυνατή απήχηση και σημασία'.

Οι απόψεις όλες πάντα είναι σεβαστές και τελικά ίσως και απαραίτητες γιατί διαφορετικά δε δύναται εφικτό να φωτιστούν όλες οι πτυχές που ΄κρύβονται' σε κάθε 'πρόβλημα' που ανακύπτει εντός της ομιλούσας και σκεπτόμενης κοινότητας.

Το ερώτημα όμως που προέκυψε μέσα από την ανάγνωση του συγκεκριμένου άρθρου και τίθεται από πλευράς μου επικεντρώνεται στο ευρύτερο ζήτημα του τι τελικά βραβεύεται όταν βραβεύεται ένας συγγραφέας. Βραβεύεται το ταλέντο του; Και αν ναι ποια είναι τα συστατικά τα κοινώς αποδεχούμενα του 'συγγραφικού' ταλέντου; Βραβεύεται η απήχησή του στο κοινό; Η μαγική του δύναμη να ελκύει αναγνώστες; Να δημιουργεί οπαδούς; Να ενώνει διαφορετικούς μικρόκοσμους και εθνόκοσμους 'μιλώντας' εξίσου δυνατά και αποτελεσματικά σε ανθρώπους διαφορετικού κάθε φορά κοινωνικοπολιτισμικού υποβάθρου; Βραβεύεται η συνδρομή του στην τόνωση του χώρου του βιβλίου μέσα από την αύξηση πώλησης βιβλίων και συνεπώς συμβολπης στην χρηματοοικονομική ευμάρεια του χώρου των τεχνών;

Αν κάθε συγγραφικό πόνημα αντιμετωπιστεί ως ένα γεωμετρικό σχήμα, θα έλεγα ότι είναι ένα ισοσκελές τρίγωνο. Η συγγραφή και η ανάγνωσή του οι δύο ίσες πλευρές του ενώ η διάρκεια και αντοχή του στο χρόνο είναι η βάση του.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να αναρωτηθεί γιατί όχι ισόπλευρο; Γιατί αγαπητοί μου ο απώτερος στόχος κάθε συγγραφικού έργου είναι να μιλήσει στις ψυχές των ανθρώπων. Να ανοίξει παράθυρα στον κόσμο, αυτόν που υπήρξε, αυτόν που υπάρχει και αυτόν που θα θέλαμε να υπάρχει στο μέλλον για μας αλλά και για τους απογόνους μας. Παραφράζοντας τη ρήση του Στεφάν Μαλαρμέ ότι 'κάθε βιβλίο ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο' θα έλεγα πως κάθε ανάγνωση ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο το δικό μας τον εσώτερο και αε αυτόν που βιώνουμε και μοιραζόμαστε με τους άλλους. Ισοδύναμες και αλληλοεξαρτώμενες οι πλευρές του τριγώνου. Πώς μπορεί άλλωστε να νοηθεί τρίγωνο χωρίς τρεις γραμμές;

Μα το μυστικό της αξίας του συγγραφέα και της μέτρησης του ταλέντου του με ή χωρίς απονομή βραβείων είναι πόσο βοηθάει να θεαθούμε τον κόσμο. Γιατί στο εμπόριο σίγουρα κυκλοφορούν πολλοί μεγεθυντικοί, παραμορφωτικοί και θολοί φακοί. Πολλοί οι σκελετοί, πολλά τα γυαλιά, πολλά εν ολίγοις τα υποβοηθήματα.

Ίσως αυτό που βοηθάει να δούμε χωρίς πολλά υποβοηθήματα, ίσως αυτός να είναι φυσικά και αναμενόμενα ο 'νόμιμος' αποδέκτης του θεσμοθετημένου βραβείου αναγνώρισης της αξίας του. Ίσως πάλι επειδή η διαφορετικότητα της ανθρώπινης φύσης είναι η ετεροθαλής αδελφή της ομοιότητας των ανθρώπων στο τώρα, στο τότε και στο αύριο πρέπει να συνηθίσουμε την ύπαρξη αντιπαραθέσεων. Γιατί πάντα θα υπάρχει έστω και μία ψυχή στην οποία ένας συγγραφέας - δημιουργός μυθοπλάστης δε θα 'μιλήσει'.

Προσωπικά αυτό που με ανησυχεί δεν είναι αν 'δικαιούται' ένας συγγραφέας ένα βραβείο. Γιατί το δίκαιο ακόμη και αν καταπατηθεί δε χάνεται. Η γνήσια και σταθερή αγάπη των αναγνωστών έστω και για μία φράση, μία σκέψη που γέννησε αυτή η μία και μόνη φράση ενός πονήματος είναι αυτό που τελικά κάθε γραφιάς αποζητά συνειδητά ή ασυνείδητα.

Αυτό που με ανησυχεί είναι κατά πόσο η ευρέως αποδεκτή αναγνώριση ή κατακραυγή ενός συγγραφέα 'φυλακίζει' την κάθε νεοεισερχόμενη στον κόσμο του ψυχή στην εκ των προτέρων αποκρυστάλλωση άποψης. Κάθε αναγνώστης δικαιούται χωρίς να είναι αδαής της κληρονομιάς που κάθε συγγραφικό πόνημα δημιουργεί, να διατηρεί το αναφαίρετο δικαίωμά του στην αποκόμιση των δικών του εντυπώσεων, στην απόλαυση του διαλόγου που θα στήσει η δική του ψυχή ανεπηρρέαστη με το εκάστοτε συγγραφικό έργο που επιλέγει να συνομιλήσει.

Και όσο για τις τρικυμίες που προκύπτουν στις κατά καιρούς τελετές βράβευσης διασφαλίζουν αν μη τι άλλο την αποφυγή μετατροπής σε βάλτο των κινούμενων συγγραφικών υδάτων....