Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Η Λογοτεχνία του σήμερα: Ατομική ή κοινή;;;;

Ας υποθέσουμε ότι απευθύνεται ερώτηση σε κάποιον από τους πρωτοεμφανιζόμενους ή ήδη διακεκριμένους στο χώρο των γραμμάτων συγγραφέα σχετικά με το λόγο, το αιτιατό που προκαλεί τη γραφή και παραγωγή έργου από πλευράς του. Πόσες άραγε είναι οι πιθανές απαντήσεις που δύνανται να δοθούν;
Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι οι απαντήσεις είναι τόσες όσοι και οι συγγραφείς, με τη λογική ότι η γραφή πηγάζει όπως και κάθε μορφή τέχνης από μια εσωτερική ανάγκη, ατομική και ξεχωριστή για τον καθένα να εκφραστεί. Η τέχνη όμως ταυτόχρονα σε κάθε μορφή της υπηρετεί πάντα, σε κάθε εποχή, την ανάγκη της εκάστοτε κοινωνίας να βρει τις δικές της οάσεις στην έρημο που αντιμετωπίζει μέσα από τα καθημερινά ατομικά μα και κοινά προβλήματα.
Επομένως εύλογα προκύπτει η απορία του κατά πόσο υφίστανται κοινές αιτίες πολλές ή ακόμα και μία, μόνη και μοναδική, οι οποίες οδηγούν τους εραστές της τέχνης να εκφράζονται. Αν δεν παραβλέψουμε το γεγονός ότι στην ψυχή κάθε καλλιτέχνη συνυπάρχει και πορεύεται η ανάγκη να θρέψει πολιτιστικά την κοινωνία του, με την δική του προσωπική ανάγκη έκφρασης, τότε οδηγούμαστε στην πεποίθηση ότι όντως υπάρχει ένας κοινός για όλους λόγους να ταχθούν στις υπηρεσίες της τέχνης.
Το περίεργο όμως είναι ότι ο κοινός αυτό λόγος θέλει χρόνο πολύ για να συνειδητοποιηθεί από πλευράς κάθε καλλιτέχνη. Αυτό που σίγουρα ξέρει καθένας τους είναι η δική τους ξεχωριστή προσωπική ανάγκη. Η κοινωνική, κοινή ανάγκη πιστεύω ότι χρειάζεται χρόνο αρκετό για να ωριμάσει στην αγκαλιά της ατομικότητας του καθενός. Έτσι ίσως εξηγείται ότι οι περισσότεροι καλλιτέχνες κινδυνεύουν να θεωρηθούν ή ακόμα και να κατηγορηθούν ως στρατευμένοι, σε αρκετά μεταγενέστερο χρονικά επίπεδο της παραγωγής τους.
Ειδικά όμως στη σημερινή εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από την υπερβολική ταχύτητα σε όλους τους τομείς της, ίσως ο χρόνος που απαιτείται για να συνειδητοποιήσει κάποιος πως υπηρετεί την κοινή πολιτιστική δίψα να είναι ακόμα μεγαλύτερος από τις προηγούμενες εποχές. Για να αποδειχθεί βέβαια η αλήθεια μιας τέτοιας υπόθεσης χρειάζεται λεπτομερής και μακράς διάρκειας μελέτη των μορφών τέχνης.
Εξ αφορμής της ερώτησης του τίτλου, η οποία μου τέθηκε προσφάτως από αναγνώστη μου, άρχισε το γαϊτανάκι των σκέψεών μου.
-‘Γιατί γράφω;’
-‘Ναι. Γιατί γράφεις; Σε τι αποσκοπείς; Και αλήθεια σε τι αποσκοπεί ο συντάκτης που σε υποστηρίζει;’
Η ερώτηση αυτή δεν θα έπρεπε να με αιφνιδιάσει ούτε να με εκπλήξει. Κάθε αναγνώστης σου μπορεί να έχει την απορία όταν σε διαβάζει όχι μόνο πώς είσαι ως άνθρωπος, πώς σου έρχονται οι ιδέες σου, μα και γιατί μπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία, να γράφεις. Αυτό όμως που με εξέπληξε ήταν η προέκταση της ερώτησης. Με ρώτησαν για το σκοπό, δηλώνοντας έτσι περίτρανα το σήμα κατατεθέν μιας εποχής που ταλανίζεται από τη μάστιγα του απώτερου εξατομικευμένου στόχου. Γιατί ο στόχος σίγουρα προαπαιτείται με την έννοια του οράματος, ώστε να υπάρχει κινητήριος δύναμη δημιουργίας μα δε θα’πρεπε να είναι εξατομικευμένος. Και ο άνθρωπος του σήμερα, ο αναγνώστης ο σημερινός, αντιμέτωπος με τα διογκωμένα προβλήματα αλλοτρίωσης, μοναξιάς, αδιεξόδων δεν μπορεί παρά να εκφράσει το πιστεύω της εποχής του, αυτό με το οποίο γαλουχήθηκε.
Πιστεύει λοιπόν ο σημερινός άνθρωπος ότι ο λόγος για τον οποίο κάποιος γράφει ή εκδίδει είναι πρώτιστα προσωπικός. Προσωπικό συμφέρον δημοσιότητας, κέρδους, αναγνωρισιμότητας, ικανοποίησης ατομικού ψώνιου, είναι κατά την άποψή του η κυρίαρχη αιτία.
Σκέφτηκα όμως αμέσως μετά ότι ίσως δε φταίει μόνο η εποχή η οποία γεννά αυτήν την πεποίθηση. ‘Φταίει’ αν μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει αυτό το ρήμα, το έργο αυτό καθεαυτό που παράγεται από τους συγγραφείς του σήμερα. Διότι όπως κάθε καλλιτέχνης αποτελεί σηματοδότη της εποχής του έτσι και ο συγγραφέας. Όσο και να θέλει να πρωτοτυπήσει ένας συγγραφέας τα όρια του είναι σε ένα βαθμό περιορισμένα. Εκφράζεται με τους τρόπους και τη γλώσσα με την οποία ζει και μεγαλώνει σε καθημερινή βάση.
Αν λοιπόν κοιτάξει κάποιος λίγο εξ αποστάσεως και υποψιασμένος το σημερινό συγγραφικό έργο θα διαπιστώσει μια τεράστια διαφορά σε σχέση με το αντίστοιχο έργο παλαιότερων εποχών. Όχι μόνο είναι πολύ μεγαλύτερο σε όγκο και πολλών περισσοτέρων εκπροσώπων μα είναι κατά βάση ατομικής ιδεολογίας.
Όλοι σχεδόν οι προγενέστεροι συγγραφείς μας ήταν ταγμένοι στην υπηρεσία της ανάγκης να εκφραστούν πολιτικά, να μιλήσουν έστω και με υπαινιγμούς για κοινά εγχώρια ή παγκόσμια προβλήματα, να αφυπνίσουν το μυαλό των αναγνωστών, να προβληματίσουν. Χωρίς να δίνουν απαντήσεις, χωρίς να θέτουν παρωπίδες, χωρίς να κρύβουν αλλά και χωρίς να επιβάλλουν τις δικές τους απόψεις, έπλεκαν το μύθο έτσι ώστε να θέσουν στην τελευταία τους σελίδα ερωτήματα που ο καθένας είχε την ελευθερία να διαχειριστεί στο μέλλον διαφορετικά.
Σήμερα οι αναγνώστες μας δυστυχώς στερούνται αυτήν την ευκαιρία. Η σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία μπορεί να τιτλοφορηθεί ως ‘ατομική λογοτεχνία’. Η λογοτεχνία σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ υπόθεση ατομική. Η πλειονότητα των έργων, μυθιστορημάτων, δοκιμίων, συλλογών διηγημάτων, ποιημάτων καθρεφτίζει την ψυχή του δημιουργού, ο οποίος όμως παγιδεύεται τόσο πολύ να θαυμάζει το καθρεφτιζόμενο είδωλό του ώστε να καταλήγει δυστυχώς να ξεχνά τις ανάγκες του αναγνωστικού του κοινού.
Ο συγγραφέας σήμερα κατά κανόνα, είτε υιοθετεί το στυλ της λεγόμενης κινηματογραφικής γραφής είτε παραμένει εραστής του λυρισμού, μένει στην θέαση του ψυχισμού του. Δεν αντιλέγει βέβαια κανείς ότι ο ψυχισμός του έχει πολλά κοινά με τον ψυχισμό των αναγνωστών του, εφόσον όλοι μας ταλανιζόμαστε από τα κοινά ‘ψυχολογικά’ προβλήματα που προκαλεί η εποχή μας μα αυτό δεν αρκεί εφόσον μένει μόνο έτσι. Δεν επέρχεται κάθαρση όταν απλώς αναγιγνώσκεις εικόνες και σκέψεις που σου φαίνονται οικείες. Δεν επέρχεται κάθαρση με το να παρακολουθείς ως θεατής τηλεοπτικού ή κινηματογραφικού σκηνικού συνεχή εναλλασόμενη δράση. Επέρχεται κάθαρση όταν μυείσαι στην ομορφιά της γλώσσας σου, όταν βιώνεις και γίνεσαι μάρτυρας της λύσης του δράματος, όταν υιοθετείς μέσα από την ανάγνωση κριτική ματιά της καθημερινότητας, όταν μαθητεύεις στην σύνδεση αιτίου και αιτιατού, όταν μαθαίνεις να ‘κοιτάς’ βαθύτερα, όταν συμπάσχεις μα ταυτόχρονα προβληματίζεσαι και διδάσκεσαι σε σχέση πάντα με αυτά για τα οποία διαβάζεις.
Πόσοι όμως σήμερα γράφουν έτσι; Πόσοι πονούν και θέλουν όχι μόνο να φτιάξουν τη δική τους όαση μα και να συνεισφέρουν στη δημιουργία και διεύρυνση μιας κοινής οάσεως; Δε θα είμαι πεσσιμίστρια μα ούτε και υπερβολικά εθελοτυφλούσα. Θα αποδεχτώ την αλήθεια μας. Η αλήθεια μας είναι ότι μπορεί ποσοτικά να εκδίδονται πολλά μα πάρα πολλά βιβλία μα λίγα είναι αυτά που δεν οδηγούν και δεν προκαλούν μια επιφανειακή ανάγνωση. Υπάρχει πρόβλημα πενίας σήμερα. Πενίας της συλλογιστικής βαθιάς σκέψης και πράξης και αν πρέπει οι σημερινοί συγγραφείς να ταχθούν κάπου και να δράσουν στρατευμένα, η εποχή τους πλέον τους καλεί ολοφάνερα.
Πρέπει οι λέξεις τους που γεμίζουν σελίδες, το μελάνι τους που αφήνει το δικό τους χνάρι, να στριμώξει την πολιτιστική μας έρημο. Όχι μόνο με τη στείρα κριτική, όχι μόνο με την απλή αποτύπωση των δρώμενων μα πάνω από όλα με τη δημιουργία ενός αφυπνιστικού μηχανισμού. Πρέπει να ξυπνήσουμε. Ναι λοιπόν για αυτό γράφω. Γράφω για να μένω ζωντανή, για να ξυπνώ, μα όχι μόνη. Ποτέ μόνη. Μόνο παρέα με τους συνανθρώπους μου.

Κυριακή 21 Αυγούστου 2011

ΚΩΜΩΔΙΑ ΧΩΡΙΣ ΧΙΟΥΜΟΡ

Όταν ο Κεφαλλονίτης Ανδρέας Λασκαράτος, σατιρικός ποιητής και πεζογράφος, δημοσίευσε το έργο του «Ιδού ο άνθρωπος» το 1886, ανέφερε στα προλεγόμενά του ότι σκοπός του μέσα απ’την παρουσίαση του προτρέτου των 126 διαφορετικών χαρακτήρων είναι η παρουσίαση των βασικών χαρακτηριστικών που διαμορφώνουν διαφορετικούς κοινωνικούς τύπους. Και αυτά τα χαρακτηριστικά είναι κατά τη γνώμη του περισσότερο επίκτητα, αποτέλεσμα των ρόλων που αναλαμβάνει καθένας μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και των ιστορικο-πολιτικών συγκυριών εντός των οποίων κινείται και κατά πολύ λιγότερο εγγενή.
Ορμώμενος δε από την πεποίθησή του ότι «Η στηλίτεψη των ατομικών ελαττωμάτων, ως και των άλλων στραβών της κοινωνίας είναι αποτελεσματική και ωφέλιμη καθώς αποτελεσματικός και ωφέλιμος είναι και ο φημισμός των ευγενών και ενάρετων πράξεων.» ένιωθε ότι με το χιούμορ και την έντονη ειρωνική του διάθεση θα οδηγούσε τους αναγνώστες του σε μια εκ βαθέων θέαση των ελλατωμάτων τους και προσπάθεια διαχείρισής τους.
Και ερχόμαστε στο σήμερα που το χιούμορ απ’ό,τι φαίνεται έχει πια χάσει την ηθικοδιδακτική του αξία. Γιατί κάθε τι που σχολιάζεται καυστικά δε φαίνεται να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Ίσως γιατί έχουμε ξεχάσει ή αρνούμαστε πια να γελάσουμε με τα ‘χάλια’ μας, με τα λάθη μας, με τα παραπατήματά μας. Ίσως γιατί φοβόμαστε ότι θα μάς βγει ξινό. Ίσως γιατί ο φόβος για το τι μέλλει γενέσθαι έχει αυτομάτως θαρρείς μετατραπεί σε μόνιμη φοβία που δε μάς αφήνει να είμαστε ο εαυτός μας. Ίσως πάλι επειδή κάθε απόπειρα σάτιρας υποβάλλεται στον κανόνα της εμπορικότητας οπότε λειτουργεί απλώς και μόνο επιφανειακά.
Ή ίσως επειδή και το χιούμορ και η σάτιρα ως λέξεις, ως έννοιες έχουν απωλέσει την πραγματική τους σημασία και έχουν πέσει στον καιάδα της παρερμηνείας και πολυχρησίας τους με λάθος μάλιστα όρους.
Γιατί η σάτιρα η εποικοδομητική απαιτεί αν μη τι άλλο υψηλό δείκτη νοημοσύνης και αυστηρά καθορισμένο στόχο υψηλών προδιαγραφών. Η σάτιρα παραμένει ανενεργή εάν γίνεται μόνο για τη σάτιρα. Εάν μένει εγκλωβισμένη στην προσπάθεια χάραξης ενός παγωμένου μειδιάματος στα χείλη των ανθρώπων, που παγωμένοι από το φόβο τους δεν τολμούν καν να σκεφτούν το αύριο. Η στηλίτευσις όπως ονομάζεται από το Λασκαράτο απαιτεί γνώση του θετικού, του καλού απέναντι στο οποίο στήνεται το εδώλιο κατηγόριας του λάθους, του αρνητικού. Και το καλό έχει χάσει την εκπροσώπησή του. Γιατί μπερδευτήκαμε μέσα στους μαιάνδρους της στείρας κριτικής που χρησιμοποιείται για εντύπωση και ως μέσο στήριξης του λόγου ύπαρξής μας. Κρίνουμε, κατηγορούμε, στηλιτεύουμε, καυτηριάζουμε για να πείσουμε εμάς τους ίδιους θαρρείς ότι δεν είμαστε χαζοί, ότι ξέρουμε τι πάει λάθος.
Μια απορία όμως ταπεινή από έναν υπηρέτη του σήμερα που ζει ανάμεσά σας και χάνει ολοένα και περισσότερο το χιούμορ του...ποια είναι η νέα θέση που προτείνεται μέσα από την αντίθεση όλων αυτών των καλοθελητών άσκησης κριτικής;
Διότι απ’ό,τι θυμάμαι σε κάθε αντίθεση προτείνεται πάντα μία νέα θέση. Διαφορετικά η αντίθεση είναι άνευρη και ανώφελη. Πού μπορεί να αδηγήσει μία αντίθεση που υπηρετεί μόνο την ιδοτέλεια προβολής της ατομικότητας;
-‘ Ε, εδώ είμαι , ορθώνομαι και διαφωνώ.’
Πολύ ωραία ναι. Και καλά κάνεις και επιτέλους διαφωνείς. Μα τι προτείνεις;
Το δράμα πάντα έχει τη λύση του, είτε είναι τραγωδία, είτε κωμωδία. Και ενώ στις τραγωδίες η λύση κατεξοχήν δίνεται από τον ‘από μηχανής θεό’ στις Αριστοφανικές κωμωδίες, η λύση δίνεται από τους ίδιους τους ανθρώπους.
Ίσως λοιπόν αυτό που βιώνουμε σήμερα δεν είναι τραγωδία μια και από μηχανής θεοί δεν υπάρχουν και δεν πλανόμαστε πλάνη οικτρή. Τα προσωπεία πέφτουν και ξέρουμε πια τι συμβαίνει. Ίσως όμως αυτό που έχουμε πάθει είναι ότι αφήνουμε το σήμερα να γίνεται μια κωμωδία χωρίς χιούμορ.

Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Το φαινόμενο 'Φίλιπ Ροθ'

Με αφορμή πρόσφατο άρθρο της Καθημερινής (σελ.3, 9 Ιουλίου 2011) που προσπαθεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα αν όντως ο Φίλιπ Ροθ άξιζε το λογοτεχνικό βραβείο Man Booker, βρέθηκα πάλι αντιμέτωπη με το ερώτημα του κατά πόσο μπορούν να οριστούν αντικειμενικά θα λέγαμε κριτήρια αξιολόγησης της δυναμικής και γνήσιας αξίας ενός συγγραφέα.

Αμερικανοεβραίος ο ίδιος, μεγαλωμένος στο Νιούαρκ της Νέας Υόρκης, μαγνήτισε το αναγνωστικό του κοινό με τις αφηγήσεις ιστοριών των Εβραίων της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ. Ήδη με το πρώτο του βιβλίο, 'Αντίο Κολόμπους' αποσπά το 1960 το National Book Award. Με 53 μέχι σήμερα βιβλία στο ενεργητικό του από τη δεκαετία του 80 και μετά συλλέγει βραβεία από το Πούλιτζερ και το National Critics Circle Award μέχρι το Pen /Faulkner και άλλες τιμές με σημαντικότερες τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και την απονομή του National Humanities Medal στο Λευκό Οίκο από τον πρόεδρο Ομπάμα ο οποίος έχει δηλώσει φανατικός θαυμαστής του.

Στο προαναφερόμενο άρθρο στήνεται μιας μορφής αντιπαράθεση με την παράθεση δύο αντίθετων απόψεων κριτικής της συγγραφικής του δεινότητας και του μεγέθους της από 'συναδέλφους' του στο χώρο της συγγραφής.

Σίγουρα δεν είναι η πρώτη μα ούτε και τελευταία φορά που ένας συγγραφέας έχοντας αποκτήσει φανατικούς οπαδούς δεν έχει περάσει ακόμα στη σφαίρα των αδιαμφισβήτητα κλασικών μια και οι 'εχθροί' του θα λέγαμε είναι ισόποσοι κατά κάποιο τρόπο των θαυμαστών του. Υπάρχουν οι αναγνώστες που ακράδαντα πιστεύουν ότι κάθε νέο του βιβλίο έχει κάτι νέο και σημαντικό για αυτούς να τους προσφέρει αλλά και οι άλλοι που νιώθουν ότι δεν έχει πια κάτι νέο να πει, ότι τα θέματά του δεν αφορούν κανέναν έξω από την αμερικανοεβραϊκή κοινότητα, ότι είναι ένας φλύαρος, αφόρητος ομφαλοσκόπος.

Οι επικριτές του προβάλλουν την επανάληψη στον τρόπο γραφής του, στην επιλογή θεμάτων και στο ύφος ανάπτυξης της μυθολογίας του ενώ οι λάτρεις του 'κοιτώντας' πέρα από τη θεματολογία του επικεντρώνονται στη δυνατότητά του 'να πλάσει με τέτοιο τρόπο την προσωπική του μυθολογία ώστε εκείνη να αποκτήσει την ευρύτερη δυνατή απήχηση και σημασία'.

Οι απόψεις όλες πάντα είναι σεβαστές και τελικά ίσως και απαραίτητες γιατί διαφορετικά δε δύναται εφικτό να φωτιστούν όλες οι πτυχές που ΄κρύβονται' σε κάθε 'πρόβλημα' που ανακύπτει εντός της ομιλούσας και σκεπτόμενης κοινότητας.

Το ερώτημα όμως που προέκυψε μέσα από την ανάγνωση του συγκεκριμένου άρθρου και τίθεται από πλευράς μου επικεντρώνεται στο ευρύτερο ζήτημα του τι τελικά βραβεύεται όταν βραβεύεται ένας συγγραφέας. Βραβεύεται το ταλέντο του; Και αν ναι ποια είναι τα συστατικά τα κοινώς αποδεχούμενα του 'συγγραφικού' ταλέντου; Βραβεύεται η απήχησή του στο κοινό; Η μαγική του δύναμη να ελκύει αναγνώστες; Να δημιουργεί οπαδούς; Να ενώνει διαφορετικούς μικρόκοσμους και εθνόκοσμους 'μιλώντας' εξίσου δυνατά και αποτελεσματικά σε ανθρώπους διαφορετικού κάθε φορά κοινωνικοπολιτισμικού υποβάθρου; Βραβεύεται η συνδρομή του στην τόνωση του χώρου του βιβλίου μέσα από την αύξηση πώλησης βιβλίων και συνεπώς συμβολπης στην χρηματοοικονομική ευμάρεια του χώρου των τεχνών;

Αν κάθε συγγραφικό πόνημα αντιμετωπιστεί ως ένα γεωμετρικό σχήμα, θα έλεγα ότι είναι ένα ισοσκελές τρίγωνο. Η συγγραφή και η ανάγνωσή του οι δύο ίσες πλευρές του ενώ η διάρκεια και αντοχή του στο χρόνο είναι η βάση του.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να αναρωτηθεί γιατί όχι ισόπλευρο; Γιατί αγαπητοί μου ο απώτερος στόχος κάθε συγγραφικού έργου είναι να μιλήσει στις ψυχές των ανθρώπων. Να ανοίξει παράθυρα στον κόσμο, αυτόν που υπήρξε, αυτόν που υπάρχει και αυτόν που θα θέλαμε να υπάρχει στο μέλλον για μας αλλά και για τους απογόνους μας. Παραφράζοντας τη ρήση του Στεφάν Μαλαρμέ ότι 'κάθε βιβλίο ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο' θα έλεγα πως κάθε ανάγνωση ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο το δικό μας τον εσώτερο και αε αυτόν που βιώνουμε και μοιραζόμαστε με τους άλλους. Ισοδύναμες και αλληλοεξαρτώμενες οι πλευρές του τριγώνου. Πώς μπορεί άλλωστε να νοηθεί τρίγωνο χωρίς τρεις γραμμές;

Μα το μυστικό της αξίας του συγγραφέα και της μέτρησης του ταλέντου του με ή χωρίς απονομή βραβείων είναι πόσο βοηθάει να θεαθούμε τον κόσμο. Γιατί στο εμπόριο σίγουρα κυκλοφορούν πολλοί μεγεθυντικοί, παραμορφωτικοί και θολοί φακοί. Πολλοί οι σκελετοί, πολλά τα γυαλιά, πολλά εν ολίγοις τα υποβοηθήματα.

Ίσως αυτό που βοηθάει να δούμε χωρίς πολλά υποβοηθήματα, ίσως αυτός να είναι φυσικά και αναμενόμενα ο 'νόμιμος' αποδέκτης του θεσμοθετημένου βραβείου αναγνώρισης της αξίας του. Ίσως πάλι επειδή η διαφορετικότητα της ανθρώπινης φύσης είναι η ετεροθαλής αδελφή της ομοιότητας των ανθρώπων στο τώρα, στο τότε και στο αύριο πρέπει να συνηθίσουμε την ύπαρξη αντιπαραθέσεων. Γιατί πάντα θα υπάρχει έστω και μία ψυχή στην οποία ένας συγγραφέας - δημιουργός μυθοπλάστης δε θα 'μιλήσει'.

Προσωπικά αυτό που με ανησυχεί δεν είναι αν 'δικαιούται' ένας συγγραφέας ένα βραβείο. Γιατί το δίκαιο ακόμη και αν καταπατηθεί δε χάνεται. Η γνήσια και σταθερή αγάπη των αναγνωστών έστω και για μία φράση, μία σκέψη που γέννησε αυτή η μία και μόνη φράση ενός πονήματος είναι αυτό που τελικά κάθε γραφιάς αποζητά συνειδητά ή ασυνείδητα.

Αυτό που με ανησυχεί είναι κατά πόσο η ευρέως αποδεκτή αναγνώριση ή κατακραυγή ενός συγγραφέα 'φυλακίζει' την κάθε νεοεισερχόμενη στον κόσμο του ψυχή στην εκ των προτέρων αποκρυστάλλωση άποψης. Κάθε αναγνώστης δικαιούται χωρίς να είναι αδαής της κληρονομιάς που κάθε συγγραφικό πόνημα δημιουργεί, να διατηρεί το αναφαίρετο δικαίωμά του στην αποκόμιση των δικών του εντυπώσεων, στην απόλαυση του διαλόγου που θα στήσει η δική του ψυχή ανεπηρρέαστη με το εκάστοτε συγγραφικό έργο που επιλέγει να συνομιλήσει.

Και όσο για τις τρικυμίες που προκύπτουν στις κατά καιρούς τελετές βράβευσης διασφαλίζουν αν μη τι άλλο την αποφυγή μετατροπής σε βάλτο των κινούμενων συγγραφικών υδάτων....

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Ένας χαρταετός διηγείται....

Τελευταία Κυριακή Αποκριάς και ήδη ο ουρανός μας δέχεται τις πρώτες του επισκέψεις από τους χαρταετούς που θέλουν να πετύχουν την πρωτιά άφιξης στο πουπουλένιο στρώμα των σύννεφων, νικώντας το χρόνο...δεν περιμένουν το αύριο αλλά με τόλμη αλλά και λίγο θράσος έρχονται νωρίτερα να φλερτάρουν χαρωπά με τις κόρες του ήλιου...
Ο πρώτος χαρταετός πέταξε 2400 χρόνια πριν στην Κίνα και ήταν φτιαγμένος από ξύλο...κάποια στιγμή στη διάρκεια της μακρόχρονης ιστορίας του συνδέθηκε με την Καθαρή Δευτέρα, τα Κούλουμα...η λέξη Κούλουμα προέρχεται από τη λατινική λέξη “cuuiulus” που σημαίνει αφθονία ή τέλος. Σηματοδοτούν λοιπόν τα κούλουμα το τέλος της αφθονίας κεφιού των Αποκριών....

Οι λαοί της ανατολής χρησιμοποιούσαν τους χαρταετούς σε θρησκευτικές τελετές. Πολλοί έγραφαν σε ένα μικρό χαρτί τα προβλήματα και τις αρρώστιες τους και τα άφηναν να πετάξουν μακριά … Άλλοι έγραφαν τις ευχές τους και τις επιθυμίες τους και τις έστελναν στον ουρανό ώστε να μπορέσουν να εισακουστούν.
Το 1752 ο Βενιαμίν Φραγκλίνος έφτιαξε το αλεξικέραυνο αφού διαπίστωσε τον ηλεκτρισμό της ατμόσφαιρας και του κεραυνού με την βοήθεια ενός χαρταετού!
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, οι χαρταετοί χρησιμοποιήθηκαν για να σηκώνουν στρατιωτικούς παρατηρητές σε τέτοια ύψη από όπου θα μπορούσαν να παρατηρήσουν τις κινήσεις των εχθρών ενώ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου
(1939-1945), οι χαρταετοί χρησιμοποιήθηκαν σαν στόχοι βολής.

Και έτσι ερχόμαστε σήμερα να συμμετέχουμε σε εργαστήρια κατασκευής χαρταετού, να τους ζωγραφίζουμε και να ετοιμαζόμαστε αύριο να τους πετάξουμε ψηλά με την προσμονή να πάει στον ουρανό μας το φιλί μας...να πάει την ευχή μας, τον χτύπο της καρδιάς μας που περιμένει την πραγμάτωση του ονείρου μας...