Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Όταν οι Καρυάτιδες χάνουν τον τόνο τους...



«Αι Καρυάτιδαι», ουσιαστικό θηλυκού γένους, τρίτης κλίσης, προέκυψε από την ανάγκη της ομιλούσας τότε κοινότητας να αποδώσει ένα χαρακτηρισμό στις ιέρειες της θεάς Άρτεμης ή αρχαιοελληνιστί «Αρτέμιδος». Η Άρτεμις, δίδυμη αδερφή του θεού Απόλλωνα, θεά του κυνηγιού και της φύσης, συγκέντρωνε το θαυμασμό και τη λατρεία του αγροτικού κυρίως πληθυσμού. Ένας από τους πιο ξακουστούς στην Αρχαία Ελλάδα τόπους λατρείας της ήταν το ιερό της στις σημερινές Καριές. «Αι Καρυαί» που βυθίστηκαν στον ωκεανό της Νεοελληνικής απλοποίησης και το «υ» «εξέπεσε» (για να δανειστούμε το δόκιμο γλωσσολογικό όρο) στο απλούστερο «ι».
Οι νεαρές κοπέλες που επιλέγονταν να τιμούν τη θεά εκτελώντας τις λατρευτικές τελετουργίες προς τιμή τους, κατάγονταν κατά βάση από τη Λακωνία, αν και η εντοπιότητα δεν αποτελούσε βασικό κριτήριο επιλογής τους. Ήταν η ομορφιά τους και η λυγερή κορμοστασιά τους, σε συνδυασμό με την προσωπική τους επιλογή να αφιερώσουν τα νιάτα τους στη λατρεία της πεισματικά εργένιδος θεάς, τα εχχέγυα που άνοιγαν την πόρτα του ιερού. Όπως ήταν φυσικό οι λυγερόκορμες παρθένες κόρες – ιέρειες ταυτίστηκαν στη συνείδηση του αρχαιοελληνικού κόσμου με την έννοια της ομορφιάς και της αφοσίωσης. Σταδιακά ο χαρακτηρισμός τους «Καρυάτιδες» που σηματοδοτούσε την ταυτότητά τους, μετετράπη σε σύμβολο της αιώνιας ομορφιάς, της αγνότητας και της πιστής αφοσίωσης. Γι’αυτό και οι αρχιτέκτονες ανά την Ελλάδα παράγγελναν στους γλύπτες μαρμάρινες Καρυάτιδες με τις οποίες αντικαθιστούσαν τους κίονες στην είσοδο ναών ή άλλων μνημείων. Κάπως έτσι οι Καρυάτιδες βρέθηκαν κάποια στιγμή να κοσμούν την είσοδο σε τάφους, συμβολίζοντας την ιερότητα και την αναγκαιότητα τήρησης αυτής της ιερότητας στην τελευταία κατοικία των θνητών, πριν εισέλθουν στο αιώνιο βασίλειο του Άδη. Ένα τέτοιο ζευγάρι Καρυάτιδων βρέθηκε και στον τάφο της Αμφίπολης, ενισχύοντας φυσικά την πεποίθηση ότι ο τάφος ανήκει σε κάποια σπουδαία προσωπικότητα, της οποίας η τελευταία κατοικία όφειλε να φυλαχτεί από κακόβουλες ενέργειες σύλλησης ή οιουδήποτε έτερου βανδαλισμού. Μα το δημοσιογραφικό δαιμόνιο ξύπνησε παράλληλα με το δαιμόνιο της ανασκαφής και έθεσε το ερώτημα: Ο τόνος πού είναι σωστό να πάει; Λέμε «των Καρυάτιδων», «των Καρυατίδων» ή «των Καρυατιδών»; Η αλήθεια είναι ότι η γενική πληθυντικού των θηλυκών ονομάτων αποτελούσε πάντα μήλο της έριδος ανάμεσα σε γλωσσολόγους και φιλολόγους, ενώ για τους μαθητές ήταν σταθερός εφιάλτης. Αν ακολουθηθεί η πεπατημένη γραμματική οδός, τότε ο τόνος στη γενική πρέπει κανονικά να κατέβει και να υιοθετηθεί η γενική «των Καρυατίδων» κατά «των ελπίδων». Μα αν πάλι ληφθεί υπόψη ότι η λέξη χρησιμοποιήθηκε ως χαρακτηρισμός και έτσι αυτομάτως μετετράπη σε επίθετο, τότε η γραμματική προβλέπει ότι στα επίθετα ο τόνος δεν κατεβαίνει απαραιτήτως στην παραλήγουσα στη γενική πληθυντικού.

Η γλώσσα ορίζει ότι «σωστό» είναι αυτό που «υιοθετείται» από την ομιλούσα κοινότητα. Με την προϋπόθεση όμως ότι ο σεβασμός σε κάθε ζωντανό γλωσσικό κύτταρο και στην ιστορία του καλλιεργείται και τηρείται με πίστη και αφοσίωση. Εξ αφορμής λοιπόν αυτού του «γραμματικού πυρετού» που υπέπεσε στην αντίληψή μου τις τελευταίες ημέρες, έρχομαι να θέσω ένα άλλο ερώτημα: Πόσο έτοιμοι είμαστε να σεβαστούμε τα ευρήματα της ταφικής ανασκαφής της Αμφίπολης μόλις ολοκληρωθούν; Εύχομαι ένας παρεμφερής πυρετός να κυριεύσει τους έχοντας την ευθύνη να τηρηθεί ο πρέπων σεβασμός και η πρέπουσα απόδοση τιμής.