Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με .....

2013- Έτος Κ.Π. Καβάφη 


''Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, 
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,

κ' επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·

όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ' αισθάνονται τα χέρια σαν ν' αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται....''

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1912) 



Το 2013 συμπληρώνονται 150 χρόνια από τη γέννηση του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη  (1863-1933). Αυτός είναι και ο λόγος που το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων, Αθλητισμού και Πολιτισμού αποφάσισε ότι το έτος 2013 αφιερώνεται στον ποιητή, με αποτέλεσμα την οργάνωση συγκεκριμένων δράσεων, οι οποίες πραγματοποιούνται με τη συνεργασία αρμόδιων κρατικών, ακαδημαι¨κών, πολιστιστικών και λογοτεχνικών φορέων.

Η αφιέρωση ενός έτους σε μία προσωπικότητα του χώρου των γραμμάτων ή της επιστήμης  γενικότερα, συμβάλλει σημαντικά στην εξοικείωση των ανθρώπων του σήμερα με το έργο και τη ζωή ανθρώπων που συνέβαλαν ουσιαστικά στη διαφώτιση της ανθρωπότητας. 

Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι κατά πόσο η εξοικείωση αυτή επιτυγχάνεται και φυσικά γιατί επιζητείται. Το στοίχημα κάθε τέτοιας πρωτοβουλίας τίθεται ουσιαστικά σε ένα σημείο: Ποιος είναι ο βαθμός στον οποίο επιτυγχάνεται η ενεργή συμμετοχή όλων ανεξαρτήτως ενδιαφερόντων και ηλικίας στον εκάστοτε εορτασμό; Και αλήθεια τι αναμένεται τελικά ως απόηχος της γιορτής; 

Κάθε εραστής και πιστός ή άπιστος υπηρέτης της τέχνης αποκτά ηθελημένα ή ακούσια το δικό του κοινό είτε κατά τη διάρκεια της ζωής του είτε πολλές φορές μόνο μετά θάνατον. Μα οι καλεσμένοι μιας γιορτής που στοχεύει στην απόδοση τιμής στο έργο του δεν περιμένουμε να είναι αυτοί που ανήκουν στο ήδη διαμορφωμένο κοινό του. 

Οι αιχμαλωτισμένοι από την αύρα και το περιεχόμενο -έτσι όπως βέβαια ιδίοις όμμασι το προσλαμβάνουν - ενός έργου, πάντα θα γιορτάζουν εκάστης αφορμής δοθείσης τον δημιουργό του. Μα οι παραμένοντες στο σκότος της αμάθειας ίσως έχουν μια ευκαιρία να θεαθούν κάτι που τους ξέφυγε στο διάβα της ζωής τους μέσα από έναν τέτοιο εορτασμό. 

Το πρόβλημα βέβαια παραμένει ολοένα και εντονότερο. Ζώντας μια καθημερινότητα που κατακλύζεται από προσκλήσεις παντός είδους, πώς μπορούμε να βρούμε το κριτήριο για να ξεχωρίσουμε τη γιορτή που θα συμμετάσχουμε;;; Και ένα ακόμα πιο καίριο ερώτημα : Πώς θα  βρούμε το χρόνο να παραστούμε στη γιορτή; 

Ανεξαρτήτως των αξιόλογων εκδηλώσεων που οργανώνονται καθ'όλη τη διάρκεια του έτους, πρωτεύει ίσως μια επίσκεψη στο χώρο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών στον οποίο θα εκτίθενται σε μόνιμη βάση σε όλη τη διάρκεια του έτους προσωπικά αντικείμενα και χειρόγραφα του ποιητή. 

Μέσα στη ''νύχτα'' που απειλεί να κρύψει το φως της ζωής μας, υπάρχει πάνατα κρυμμένη η θύμηση αυτού που η ψυχή μας αναζητά ακόμα και αν δεν έχει προλάβει μέχρι σήμερα να το ''δει''. Η θύμηση δε χρειάζεται απαραίτητα την ανάμνηση ενός γεγονότος που έχουμε ζήσει. Η θύμηση παίρνει σάρκα και οστά από την επιθυμία, ακόμα και αν αυτή βρίσκεται στη σφαίρα του αόριστου, του μη συγκεκριμένου, της έλλειψης μορφής. Και όταν η ψυχή επιζητά το ''φως'' της θα ''θυμηθεί'' να το αναζητήσει. 

Πολλών τα ράφια μας έχουν ένα βιβλίο σκονισμένο του Κ.Π. Καβάφη. Και πολλών τα χέρια δεν έχουν ''θυμηθεί'' να το ανοίξουν. Μα αν την ώρα που το πέπλο της νυχτιάς έρχεται να αγκαλιάσει το κουρασμένο μας κορμί, αν εκείνη την ώρα αφεθούμε χωρίς φόβο στη ''θύμηση της αγαπημένης αίσθησης΄΄ στο όνομα της οποίας παλεύουμε και αγωνιζόμαστε, τότε έχουμε προλάβει να συμμετάσχουμε στη γιορτή της ψυχής μας. 

Οι μελετητές και οι εργασίες και αναλύσεις τους πάνω στο έργο του Αλεξανδρινού ποιητή είναι πάμπολλες. Μα ελάχιστες είναι οι ευκαιρίες που δίνονται για ανάγνωση ή άκουσμα κάποιων στίχων του. Όποιος κυκλοφορεί με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς μπορεί να δει στίχους αναρτημένους σε αφίσες να προσπαθούν να του μιλήσουν. Όποιος παρακολουθήσει μια διάλεξη ή μια εκπομπή μπορεί να κάνει μια στιγμιαία στάση προσπαθώντας να καταλάβει ή να απομνημονεύσει αυτό που ακούει. 

Μα όταν μια γιορτή τελειώνει αυτό που μένει είναι η αίσθηση. Και η αίσθηση σίγουρα δεν έχει να κάνει με απομνημόνευση. Αν μάλιστα είναι στιγμιαίας διάρκειας τότε η γιορτή ήταν μία ακόμα ευκαιρία να νιώσουμε ψευδεπίγραφα ότι κάτι κάναμε. 

Για αποφυγή παρεξηγήσεων, επικροτώ κάθε πρωτοβουλία οργάνωσης εκδηλώσεων για την γνωριμία μας με την τέχνη. Επικροτώ την δημιουργία ευκαιριών για να καλούμε την τέχνη να επισκέπτεται την καθημερινότητά μας, να χαρίζει την αίσθηση της αιωνιότητας στο βραχύ και πολλές φορές άχαρο βίο μας. Μα ανησυχώ....ανησυχώ γιατί το να πιούμε ένα ποτήρι κρασί παρέα με την τέχνη ή να μοιραστούμε την κούπα του καφέ μας είναι μια στιγμιαία ευχαρίστηση που καμία σχέση δεν έχει με τη επίσκεψη της θύμησης. 

Εξ αφορμής της φετινής μας εορτής λοιπόν καλοσωρίζω τη ''θύμηση'' του Αλεξανδρινού μας ποιητή και την προσκαλώ συμπορευτή και συνταξιδιώτισσά μας σε αυτό που καλούμαστε να ζήσουμε...

Και επειδή 'μπορεί τη ζωή μας να μην μπορούμε να την κάνουμε όπως θέλουμε μα μπορούμε ποτέ να μη σταματήσουμε την προσπάθεια για να μην την εξευτελίζουμε' -  Όσο μπορείς -Κ.Π. Καβάφης (1913) '' Και αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου όπως τη θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις- προτείνω να κρατήσουμε μέσα μας τη θύμηση ότι μπορούμε όντως να μην την εξευτελίζουμε. 

Η ποίηση μιλάει με μοναδικά ξεχωριστό τρόπο σε κάθε αναγνώστη της. Τούτο κρατώντας εύχομαι έστω και μια δική σας μοναχική ανάγνωση ενός καβαφικού στίχου όχι μόνο φέτος μα κάθε στιγμή που η μνήμη της ψυχής σας την αναζητά. 

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Ένας κούκος (δεν) φέρνει την Άνοιξη;;;;;;

Ένας κούκος (δεν) φέρνει την Άνοιξη;;;;;; 





Ο κούκος (γνωστός στην επιστημονική κοινότητα ως Κούκος ο Ευρωπαϊκός, Common Cuckoo-''Cuculus Canorus) ως ένα από τα αποδημητικά πουλιά είναι κατ'αρχήν γνωστός για τη χαρακτηριστική του φωνή ''κου κου'' αλλά και τις μη συνηθισμένες αναπαραγωγικές του συνήθειες. Είναι γνωστό ότι ο κούκος γεννά τα φωλιά του σε αραιά διαστήματα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να τα κλωσσήσει γι'αυτό και τα αφήνει σε ξένες φωλιές, συνήθως τις καρακαξοφωλιές. 

Συναντάμε κούκους σε ποικίλες δασικές περιοχές, σε θαμνώδη μέρη, σε αγρούς. Στην Ελλάδα ζει και αναπαράγεται κυρίως στο Κεντρικό και Νότιο Τμήμα της καθώς και στις πεδινές περιοχές του Βορά. Είναι ένα ευρύτατα διαδεδομένο πουλί στην Ευρώπη και Ασία το οποίο θεωρείται και από τα πλέον χρήσιμα μια και είναι από τα σπάνια εκείνα πουλιά που τρώνε τις τριχωτές κάμπιες των πεύκων.  

Αδιαμφισβήτητα ξεχωριστή λοιπόν η θέση του μέσα στο ζωικό βασίλειο, με εξίσου σημαντική θέση στις παραδόσεις μας και στον πολιτισμό μας. Λόγω των συνηθειών του έχει πυροδοτήσει τη δημιουργία πολλών παροιμιών αλλά και δημοτικών τραγουδιών και παραμυθιών, μονοπολώντας έτσι μεγάλο αριθμό ερμηνείας διαφόρων γεγονότων του ανθρώπινου βίου. 

Η εμφάνιση του κούκου έχει ταυτιστεί στη λαϊκή μας συνείδηση με την αναγγελία του ερχομού των χαρούμενων και ζεστών ημερών. Από παλιά οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι καλό να ακούσεις τη φωνή του κούκου τα χαράματα γιατί αυτό σημαίνει ότι η χειμωνιάτικη παγωνιά ετοιμάζεται να ΄΄πάει΄΄ σπίτι της. Σύμφωνα με την παράδοση όμως δεν είναι καθόλου καλό να ακούσεις τη φωνή του με άδειο στομάχι γιατί τότε κάτι κακό μπορεί να σου συμβεί. 

Η φωνή του κούκου λοιπόν θεωρείται ότι προειδοποιεί τα δέντρα να ετοιμαστούν για το γιορτινό μεθύσι της Άνοιξης και καλεί όλη τη φύση να ανοίξει τη χαμογελαστή αγκαλιά της για να ζεστάνει τον κουρασμένο από την κακοχειμωνιά αγρότη. 



Μα πολλές είναι οι φορές που μια όμορφη ανοιξιάτικη ημέρα δεν ακολουθείται από καλοκαιρία. Γι αυτό και ο λαός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ακούσεις ένα μόνο κούκο να υποδέχεται την Άνοιξη δεν αρκεί: ''Ένας κούκος δεν φέρνει την Άνοιξη''.

Μήπως όμως αυτός ο ένας, ο πιο τολμηρός κούκος που βιάζεται να κελαηδήσει είναι αυτό που χρειάζεται για να έρθει η αλλαγή στη ζωή μας;;; Γιατί μπορεί στη φύση σύμφωνα με τους νόμους της η αλλαγή να έρχεται έτσι και αλλιώς, άλλες φορές λίγο νωρίτερα και άλλες πάλι αργότερα μια και οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν πια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, μα στη ζωή μας;;;

Καμία αλλαγή δεν έγινε έτσι απλά χωρίς το τολμηρό κελάηδημα ''ενός κούκου'' που άλλες φορές ήταν μια χούφτα φοιτητές που τόλμησαν να διεκδικήσουν τη δημοκρατία και άλλες πάλι ένας πεφωτισμένος ηγέτης που οραματίστηκε την ισόνομη και αξιοκρατική δημοκρατία για τους πολίτες της πόλης-κράτους του.

Και ίσως καμία αλλαγή να μην αξίζει τόσο όσο αυτή που οφείλεται στο όραμα και την προσπάθεια των τολμηρών, που μέσα στην ''βαρυχειμωνιά'' θα φανερώσουν το δικό τους όραμα για τη δική τους άνοιξη.


Κυριακή 7 Απριλίου 2013

«Αναζητώντας την εστία μας...» -




«Αναζητώντας την εστία μας...»

Το κλείσιμο του ιστορικού βιβλιοπωλείου «Εστία»  και ο απόηχός του....

Λένε ότι ''εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή''. Για την ακρίβεια αυτό το απόσπασμα αποτελεί απόδοση στα ελληνικά της φράσης  που είπε ο Βίκτωρ Ουγκώ το 1847 στο λόγο που εκφώνησε στη '' Βουλή των Ομοτίμων '' της Γαλλίας, της οποίας ήταν μέλος.  

Ο Βίκτωρ Ουγκώ (1802-1885), ένας από τους πολυγραφότερους Γάλλους ρομαντικούς συγγραφείς και ποιητές του 19ου αιώνα, θέλοντας επιγραμματικά να αποτυπώσει την πίστη του στην αναντικατάστατη αξία της παιδείας για την ανθρώπινη ζωή είπε χαρακτηριστικά ''Celui  qui ouvre une porte d'ecole, ferme une prison'' (μετάφραση: όποιος ανοίγει την πόρτα του σχολείου, κλείνει μια φυλακή). 

Αν το σχολείο θεωρείται το θεμέλιο του σπιτιού μας, τότε το βιβλιοπωλείο θα μπορούσε να αποτελεί το φωτεινό του παραθύρι. Γιατί κάθε χώρος που συγκεντρώνει την μοναδική ομορφιά της τυπωμένης σελίδας κρατά ανοιχτό το παράθυρο που κάθε βιβλίο ανοίγει στον κόσμο μας. 

Κάθε χώρος που υπηρετεί τη γνώση μετατρέπεται αυτομάτως σε οικογενειακή μας εστία μια και παρέχει ''κλίνη'' σε κάθε ανήσυχο πνεύμα που αναζητά μεταξύ άλλων το νόημα της ζωής και τρόπους ερμηνείας του. 




Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία η Εστία ήταν η μεγαλύτερη αδερφή του Δία και προστάτιδα της οικογένειας. Από εκεί εμπνευσμένος ο κος Παύλος Διομήδης έδωσε και το όνομα «Εστία»  στο αρχικά εβδομαδιαίο λογοτεχνικό περιοδικό που ιδρύθηκε το 1876. Το 1881, χρονιά εθνικής αντίστασης μια και μόλις είχαν προσαρτηθεί στο τότε Ελληνικό κράτος η Θεσσαλία και η Άρτα, τη διεύθυνση του περιοδικού ανέλαβε ο Τήνιος δάσκαλος κος Γεώργιος Κασδόνης. Μετά από τέσσερα χρόνια, εν έτει 1885 ιδρύθηκε από τον ίδιο το ομώνυμο βιβλιοπωλείο. 

Το βιβλιοπωλείο της Εστίας παράλληλα με το ομότιτλο λογοτεχνικό περιοδικό -που προηγήθηκε και παραμένει το μακροβιότερο στο είδος του- και τις ομώνυμες Εκδόσεις ταυτίστηκε στη συνείδηση της Ελληνικής λογοτεχνικής κοινότητας ως πυρήνας και «σπίτι» των καινοτόμων αντιλήψεων του δημοτικισμού, της ηθογραφίας, της αξίας και ομορφιάς της καθημερινής ζωής των απλών ανθρώπων (χαρακτηριστικά που πρωτοεμφανίστηκαν μέσα από την περίφημη λογοτεχνική γενιά του 1880). 


                                   


Δευτέρα 1η Απριλίου 2013 και ετοιμάζοντας πρωινό ακούω τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων από δημοσιογράφους πρωινής ειδησεογραφικής εκπομπής. Μια είδηση με βρίσκει τελείως απροετοίμαστη μα το πρόγραμμα της ημέρας δεν αφήνει περιθώριο. 

Αργότερα όμως επιστρέφω για να διαβάσω λεπτομερώς την είδηση που με ξένισε, ίσως με την κρυφή ελπίδα της Πρωταπριλιάτικης φάρσας. Το βιβλιοπωλείο «Εστία» «κατέβασε ρολά μετά από 128 χρόνια αδιάλλειπτης λειτουργίας του το Σάββατο 30 Μαρτίου»Για κάποιον που αγαπά τα βιβλία και τους κατεξοχήν χώρους τους, το κλείσιμο ενός βιβλιοπωλείου προκαλεί θλίψη. 

Η θλίψη όμως και ο προβληματισμός που γεννά μια τέτοια είδηση δεν έχει ίσως πρώτιστα σχέση με το βιβλίο αυτό καθεαυτό. Κι ούτε και με την ταμπέλα της Οικονομικής κρίσης που χαρακτηρίζει πια την κοινή καθημερινότητα κάθε πολίτη.

Ναι το κλείσιμο μιας επιχείρησης σίγουρα μπορεί να ερμηνευτεί, να αιτιολογηθεί και να αποδοθεί με οικονομικούς όρους ειδικά σε μια εποχή που ταλανίζεται από τις άμεσες επιδράσεις -στην αγορά- της Κρίσης.

Μα είναι άδικο να μείνουμε σ’αυτό το πρώτο επίπεδο πρόσληψης αυτού του γεγονότος. Η απώλεια ενός ζωντανού οργανισμού που ο λόγος ύπαρξής του και λειτουργίας του συνδέεται με το πνεύμα μας και την προσφορά ομορφιάς στην ποιότητα της ζωής μας, μπορεί να παρουσιαστεί ως απόδειξη των κακών επιπτώσεων της υπάρχουσας κρίσης μα μπορεί και να αποτελέσει αφορμή για μία νέα στάση. Εν προκειμένω την πυροδότηση της επιθυμίας να χτίσουμε πιο γερά τους τοίχους του σπιτιού μας.

Σ’εμένα τουλάχιστον έτσι λειτούργησε και αυτό γιατί κουράστηκα πια να ακούω άσχημα και να επιτρέπω στην πικρίλα τους να μένει μέσα μου, στο βλέμμα μου, στον τρόπο που γεύομαι τη μέρα μου. Κουράστηκα γιατί πια δεν ωφελεί να μένουμε προσκολλημένοι σ το τρομακτικό μα τόσο οικείο ερώτημα των επιταγών της εποχής: Τι άλλο ακόμα; Και για πόσο;

Είπαν ότι το βιβλίο έχασε την εστία του με την έννοια του σπιτιού του φυσικά, και μοιράζομαι σήμερα την ανάγκη μου να μη χάσουμε την ελπίδα μας στην αναζήτηση μα και στην αντοχή των Εστιών που οραματιζόμαστε να δημιουργήσουμε για εμάς και αυτούς που έρχονται. 














Σάββατο 6 Απριλίου 2013

«Την αλήθεια όλοι αγάπησαν, το ψέμα ουδείς;;;;» - Μία σκέψη που κουβαλά στις αποσκευές της η πρώτη ημέρα του Απρίλη




«Την αλήθεια όλοι αγάπησαν, το ψέμα ουδείς;;;;»

Μία σκέψη που κουβαλά στις αποσκευές της η πρώτη ημέρα του Απρίλη

Και μια και δε το αγάπησε κανείς, τσουπ έτσι από το πουθενά απόκτησε και το ψέμα την εορταστική του επέτειο! Είτε μάς αρέσει να το παραδεχόμαστε είτε όχι η αλήθεια είναι ότι όλοι μας κάποια στιγμή φλερτάρουμε παιχνιδιάρικα με την επιθυμία να δοκιμάσουμε τη δεινότητά μας να ''κοροϊδέψουμε''. Να πούμε ένα ψεματάκι ρε αδερφέ, ένα τόσο δα μικρό ψεματάκι, έτσι για να αλλάξουμε λίγο τη ρουτίνα της αλήθειας!

Η δε λαϊκή σοφία έχει αποκτήσει αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα - υποστηρικτές αυτών που κατηγορούνται για τη ροπή τους στο παραμυθιάζειν. Πέρα από το γνωστό ''Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω'' μια και κάθε μορφή ''αμαρτίας'' -όπως ισχυρίζονται- όλους με κάποιο τρόπο θα τους αγγίξει, κάποια στιγμή άρχισε να χτίζεται και όλο αυτό το φιλοσοφικό-ψυχολογικό οικοδόμημα για τη δυνατότητα αντοχής της αλήθειας!
Άκουσον άκουσον! Ποιος είπε ότι όλοι μας αντέχουμε την αλήθεια;;; Μάλιστα. Όπως το διαβάζετε. Γιατί έτσι ξαφνικά προέκυψε και αυτός ο προβληματισμός περί ψυχολογικής αντοχής του καθενός. ''Ε μα το ήθελε το παραμύθι του, αφού δε θέλει να καταλάβει!'' .Ποιος είναι αυτός ο καψερός που το ήθελε;;;; Είναι ο γείτονας; Είναι ο γονιός του άτακτου, ανεπίδεκτου μαθήσεως μαθητή; Είναι ο Έλληνας που έμαθε στην καλοπέραση χωρίς να τον νοιάζει το κόστος και τώρα καλείται να πληρώσει το τίμημα των συσσωρευμένων ψευδών τόσων ετών;;; Ποιος είναι αλήθεια αυτός που επιθυμεί τις κορδέλες και τα περιτυλίγματα παρά το απλό αλλά πολλές φορές σκληρό ''δέμα'' της αλήθειας;;;

Μάλλον όλοι μας είμαστε! Η αλήθεια είναι σκληρή, άσε που πάντα σχεδόν πάντα είναι σχετική. Η αλήθεια, η αδιαπράγματευτη αλήθεια μας έχει πέσει θύμα των διαπραγματεύσεων της εποχής μας. Μικροί και μεγάλοι μαθητεύουμε στην απαλότητα, στο να μάς χαϊδεύουν τα αυτιά γιατί δεν πρέπει να πληγωθούμε, γιατί η ζωή είναι μικρή ρε αδερφέ και όσο καλύτερα την περάσουμε τόσο το καλύτερο για όλους, γιατί, γιατί, γιατί...
Δηλαδή έτσι για να έχουμε καλό ρώτημα...τελικά την αλήθεια την αγάπησε κανείς;;;; Μήπως για να την αγαπήσουμε ήρθε ο καιρός να αρχίσουμε να μην τη φοβόμαστε;;; Γιατί το ψέμα πρωταρχικά δεν κάνει κάτι άλλο παρά να κρύβει εντέχνως αυτό που δε μάς αρέσει, αυτό που μάς κάνει να ντρεπόμαστε, αυτό που μάς χαλάει τη διάθεση.

Ε ψιτ, καιρός ήρθε πια ό,τι δε μάς αρέσει να το αλλάξουμε. Και αυτό δεν είναι ψέμα. Μα μέχρι να αρχίσουμε σιγά σιγά να το κάνουμε, ας σκεφτόμαστε κανά δυο ψεματάκια να γιορτάζουμε την Πρωταπριλιά μας!

Βιβλιοκριτική - «Η Αρχή του κακού», Μαρία Φακίνου, Εκδόσεις Καστανιώτης





«Η Αρχή του κακού», Μαρία Φακίνου, Καστανιώτης
Ραντεβού σήμερα με μία από τη νέα γενιά γυναικών συγγραφέων του εγχώριου λογοτεχνικού μας προσκηνίου, τη Μαρία Φακίνου. Κόρη συγγραφέων διατηρεί διακριτικό προφίλ και συναντά με την ιδιαίτερη ''φωνή'' της και τη θεματολογία της τους φανατικούς αναγνώστες της με μια νουβέλα 147 σελίδων που διαβάζεται απνευστί.
Μετά το πρώτο της πόνημα, ''Το καπρίτσιο της κυρίας Ν.'' από τις εκδόσεις Καστανιώτη που της χάρισε την υποψηφιότητα για το βραβείο του πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω», η Μαρία Φακίνου στήνει τώρα ένα σκηνικό με στοιχεία μαγικού παραμυθιού, φανταστικής λογοτεχνίας, αστυνομικού μυστηρίου.


Η αρχή του κακού

«Μια γυναίκα καταφθάνει στην παραθαλάσσια κωμόπολη Χ. τον Φεβρουάριο του 2000. Μόνες της αποσκευές μια μικρή βαλίτσα και μια γυάλα με δύο χρυσόψαρα. Κατά την παραμονή της μια σειρά ανεξήγητα γεγονότα θα συμβούν: ακραίες καιρικές συνθήκες, ένας μικρός σεισμός, η γέννα ενός παράξενου ζώου, μια ασυνήθιστη κλοπή και, τέλος, ένας φόνος με άγνωστους θύτες. Η σύγκρουση μεταξύ των κατοίκων μοιάζει αναπόφευκτη. Τι γυρεύει πραγματικά η γυναίκα στην κωμόπολη και ποιος είναι ο άγνωστος άντρας τον οποίο ισχυρίζεται ότι περιμένει;»

Μια πολιτεία χωρίς όνομα με τους πολίτες της να ονοματίζονται με βάση την ιδιότητά τους: ο Ταχυδρόμος, ο Κρεοπώλης, ο Καφετζής, η γυναίκα του. Μια πολιτεία που λειτουργεί με βάση ένα δικό της αυστηρά δομημένο κοινωνικό σύστημα το οποίο διαταράσσεται από την άφιξη της άγνωστης. Σας θυμίζει κάτι;;; Ανεξαρτήτως του ρόλου που ο καθένας υπηρετεί με θρησκευτική θαρρείς ευλάβεια και χωρίς ίχνος της παραμικρής αμφιβολίας με την άφιξη της νέας γυναίκας ξεκινά η δημιουργία ενός δραματικού τριγώνου: Καθένας κινείται ανάμεσα στα νήματα του διώκτη, του σωτήρα, του θύματος.

Αρχικά, ως σωτήρες, έδωσαν στη γυναίκα μια καρέκλα για να περιμένει το χορδιστή. Της συμπαραστάθηκαν μα όταν ο καιρός περνούσε άρχισαν να υιοθετούν το ρόλο του διώκτη. Μετά το δεύτερο σημείωμα του χορδιστή που ενημέρωνε για τη μεγαλύτερη καθυστέρησή του ένιωσαν εξαπατημένοι και βιώσαν το ρόλο του θύματος.

Τι έγινε στο τέλος και πώς αντέδρασε μια κοινωνία που άλλοτε δείχνει να κινείται όπως επιτάσσαι η θρησκεία της και άλλοτε αυτοδύναμα και αντίθετα στο προϋπάρχον σύστημα, μπορεί κάποιους να ενθουσιάσει και κάποιους άλλους να θλίψει. Εξαρτάται τι προσδοκά ο καθένας.

Μα όποια και αν είναι η κοσμοθεωρία μας για το κακό η κοινωνία που περιγράφεται από την κα Μ. Φακίνου με τη διεισδυτική της ματιά και την αριστοτεχνική χρήση της περιγραφικής της γλώσσας είναι η κοινωνία του σήμερα όπου ακόμα η διαφορετικότητα παλεύει με την τάση μαζοποίησης.




Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

''Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει'', ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Συγγραφέας: Αγγελική Μπούλιαρη


''Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει'', 
ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Συγγραφέας: Αγγελική Μπούλιαρη

Βιβλιοκριτική



Ραντεβού σήμερα με μία από τις νέες εισόδους της Άνεμος Εκδοτική, την Αγγελική Μπούλιαρη που μέσα από τις ιστορίες των έξι γυναικών ηρωίδων της μάς θυμίζει πώς είναι να ζεις έχοντας εγκαταλείψει τα όνειρά σου. Οι προσωπικές ιστορίες ανθρώπων που απεικονίζουν τη δυστυχία της καθημερινότητάς τους, την απελπισία της ζωής τους αποτελούν ένα πόλο έλξης για τους αναγνώστες του σήμερα. Ο λόγος; Η συννεφιά της απελπισίας που σκιάζει τις ζωές τους ίσως τελικά να μάς φαίνεται οικεία, περισσότερο από ότ,ι τολμούμε να παραδεχτούμε. Είμαστε παιδιά της εποχής μας και η εποχή μας είτε μάς αρέσει είτε όχι μάς φορτώνει με αυτήν την αίσθηση της ματαιότητας και της βασανιστικής ερώτησης ''πού πάει το όνειρο όταν πεθαίνει;;;''
Η Αγγελική Μπούλιαρη όμως δίνει μία απάντηση που αξίζει την προσοχή μας. Το όνειρό μας δεν πεθαίνει. Απλώς θάβεται και μάλιστα τόσο καλά που κινδυνεύεις να περάσεις ολόκληρη τη ζωή σου κλαίγοντας την απώλειά του, το θάνατό του. Έρχεται όμως τελικά μια στιγμή που η ψυχή σου σπάει τους ψηλούς τοίχους αυτού του εγκλωβισμού που δημιουργεί το σύνολο των κοινωνικών επιταγών και η επιβαλλόμενη επίκτητη ανάγκη που φορτώνουν στις πλάτες μας να ακολουθήσουμε την πεπατημένη, να 'ησυχάσουμε' , να ζήσουμε τη ζωή μας όχι όπως εμείς επιθυμούμε αλλά όπως οι άλλοι περιμένουν από εμάς.
Αυτή τη ζωή επέλεξαν οι γυναίκες στη συλλογή των διηγημάτων της. Και οι έξι ηρωίδες της είναι γυναίκες που αποτελούν σίγουρα οικείες μορφές από το επαγγελματικό, ευρύτερο κοινωνικό αλλά και στενότερο οικογενειακό μας περιβάλλον.
Άφησαν στην άκρη τη δική τους ζωή. Ξέχασαν τα όνειρά τους, τα καταπάτησαν και το χειρότερο έπαψαν πια όχι μόνο να θυμούνται αλλά και να ελπίζουν. Έπαψαν να ονειρεύονται. Ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία των ανθρώπων που όταν δεν τους έρθει από την αρχή η στροφή του δρόμου την ώρα που είναι έτοιμοι να την πάρουν εγκαταλείπουν ολοσχερώς την πορεία.
Όλες οι ιστορίες ισοδύναμα αποκαλυπτικές και συγκινητικές δείχνουν πώς η φυλακισμένη από τα επιβαλλόμενα πρέπει ζωή μας μπορεί να γίνει ο μεγαλύτερος και πιο επικίνδυνος δικτάτορας της ανθρώπινης ελευθερίας. Ξεχώρισα την πρώτη από όπου και ο τίτλος όλης της σειράς των διηγημάτων, τη 'Βραδινή κατάκλιση' με το σκληρό ρεαλισμό της και την τελευταία, τον ''Δράκο της Πανσελήνου''  που αφήνει την έντονη νότα αισιοδοξίας μέσα από τα λίγα της ηρωίδας η οποία χαρακτηριστικά αποκαλύπτει «ανέβαλα τα όνειρά μου, δεν τα ακύρωσα».
 Αυτό είναι και η πεμπτουσία του ονείρου. Όταν είναι αληθινό δεν ακυρώνεται ό,τι και αν κάνουν οι άλλοι ή ο άλλος σου εαυτός!
 

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Προσωπείο ή Πρόσωπο σ΄αγαπώ






    Ποια μάσκα συνοδεύει την καρναβαλική σας αμφίεση;;; Αλήθεια πώς επιλέγετε το ''αποκριάτικο πρόσωπό σας;;;;''. Τρέχα γύρευε. Ένα σωρό λόγοι. Άλλοι επιμένουν στην τήρηση της συνήθειας, άλλοι σιχαίνονται την επανάληψη και μετακομίζουν από πρόσωπο σε πρόσωπο, μερικοί πάνε με το ρεύμα της εποχής τους και κάποιοι ούτε που ασχολούνται.
Ανεξαρτήτως ατομικής επιλογής όλοι αποπειρώνται να φορέσουν ένα κοινό προσωπείο...το επιβαλλόμενο απ'την εορταστική ατμόσφαιρα. Είτε ως ένθερμος υποστηρικτής είτε ως 'μπουχτισμένος' απ'το επαναλαμβανόμενο στον τρόπο εκδήλωσής του κέφι, καθένας εντάσεται στους συμβατικούς ή μη οπαδούς της αμφίεσης. Και όλοι φορούν άψογα το 'προσωπείο' τους.


    Τα πιο επικίνδυνα προσωπεία όμως δεν είναι αυτά που φαίνονται ή επιβάλλονται από τελετουργικό συγκεκριμένων ημερολογιακών γεγονότων! Είναι αυτά που φοράμε σε καθημερινή πια βάση αναλόγως του ρόλου μας σε μία διαπροσωπική μας σχέση, της θέσης ευθύνης μας, του βαθμού κοινωνικής μας προσαρμογής.
      
   

 Από καταβολής κόσμου μάθαμε σταδιακά εντασσόμενοι στο ΄παιχνίδι' της επιβίωσης, της κοινωνικής μας; οργάνωσής να ''φτιασιδωνόμαστε'' για ν'αρέσουμε στους άλλους μα και στον εαυτό μας. Για να κοιταζόμαστε στα γάργαρα νερά των ποταμών και πολύ αργότερα στους καθρέφτες μας και να απολαμβάνουμε το προσωπείο μας που ακόμα και εμείς δύσκολα διακρίνουμε. Ψάχνουμε το πρόσωπό μας και θαυμάζουμε την δύναμη της τέχνης μας να το'χουμε τόσο καλά καλύψει που κινδυνεύουμε εν τέλει να το ξεχάσουμε.
     
       Ίσως γι'αυτό αφιερώνουμε τόσο χρόνο και ενέργεια στο 'χτίσιμο' του προσωπείου που μαθαίνουμε να αγαπάμε περισσότερο και απ'το πρόσωπο που μάς χαρίζει αυτομάτως η γέννησή μας. Όχι μόνο αποδεχόμαστε αλλά επιδιώκουμε κιόλας να γινόμαστε αρεστοί στους άλλους.
    
    Εξ αφορής της μάσκας που θα φορέσουμε και φέτος θυμήθηκα ότι 'πάσιν αδείν χαλεπόν'. ''Δύσκολο να αρέσεις σε όλους.''. Μα πρώτιστα αχρείαστο. Σε σένα πρέπει να αρέσεις. Σε σένα που κοιτάζοντας τον εαυτό σου στον καθρέφτη θες να μην έχεις ξεχάσει το πρόσωπό σου. 

      Φυσικά το πρόσωπό σου και το μοναδικό για κάθε άνθρωπο εσωτερικό του φως μπορεί να θέλει προστασία από τους παραμορφωτικούς καθρέφτες της εποχής μας που σωρηδόν κατοικοεδρεύουν στην καθημερινότητά μας. Γι'αυτό το προσωπείο σου οφείλεις να τ'αγαπάς. 


         Αγάπα το γιατί η επιλογή του γίνεται με βάση την προστασία σου και όχι την χωρίς άμυνες έκθεσή σου στις αδηφάγες διαθέσεις των σημερινών αυτοαποκαλούμενων θεατών και κριτών της ζωής μας.



Καλές Απόκριες εύχομαι αναπολώντας τον Φρανκ Άουτλω :  “...Πρόσεχε τις πράξεις σου, διότι γίνονται συνήθειες. Πρόσεχε τις συνήθειές σου, διότι γίνονται χαρακτήρας. Πρόσεχε τον χαρακτήρα σου, διότι γίνεται η μοίρα σου”.