Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

http://www.themachine.gr/xart-press/item/407-anakalyptontas-ton-diko-mas-mito.html

Ακολουθεί απόσπασμα από το άρθρο μου στο The Machine.gr/x-art press...Για τη συνέχεια κατευθυνθείτε στο σύνδεσμο... http://www.themachine.gr/xart-press/item/407-anakalyptontas-ton-diko-mas-mito.html




Ανακαλύπτοντας το δικό μας Μίτο της δικής μας Αριάδνης | Της Μαρίας Παπαμαργαρίτη - Μπασινά


Ανακαλύπτοντας το δικό μας Μίτο της δικής μας Αριάδνης | Της Μαρίας Παπαμαργαρίτη - Μπασινά
Οι σελίδες του ημερολογίου ανελέητα προχωρούν και εγώ περιτυλίγομαι ήδη από αυτό το άγχος της ανασυγκρότησης του Σεπτέμβρη που πλησιάζει. Τα Εισερχόμενα e-mails αρχίζουν να ξυπνάνε από το λήθαργό τους και εγώ φλερτάρω με την καλά κρυμμένη ανάγκη μου να τα μετακινήσω στα Ανεπιθύμητα ή στον Κάδο των απορριμάτων. Ένα τόσο δα κλικ με το ποντίκι μου και τα μηνύματα μπορούν όλα να εξαφανιστούν ως δια μαγείας από την οθόνη μου. Mπορώ ακόμα και να τα ρίξω στον καιάδα των μόνιμα διαγραμμένων.
-«Είστε σίγουρη ότι θέλετε να προχωρήσετε στη μόνιμη διαγραφή των επιλεγμένων;»σε ρωτά ο υπολογιστής. Και εσύ ελαφρά τη καρδία πατάς «Ναι».
Μα έλα που δεν το κάνεις γιατί ο φόβος φυλάει τα έρημα, έλεγε ο παππούς. Και έτσι κάθεσαι απλώς έχοντας πατήσει «Όχι» και παλεύεις να απολαύσεις αυτό το λίγο ακόμα των διακοπών που σου έχει απομείνει.
Βέβαια οι προσφορές για καλοκαιρινές αποδράσεις και μάλιστα οικονομικές συνεχίζονται. Διακοπές της τελευταίας στιγμής όπως λέει και το θέμα του e-mail των προσφορών που έρχεται να σε ενημερώσει. Άλλωστε όπως λέγαν από παλιά ο Σεπτέμβρης είναι ίσως ο καλύτερος μήνας για διακοπές. Λιγότερος κόσμος. Λιγότερος πανικός, καλύτερη εξυπηρέτηση, περισσότερη άπλα, περισσότερη θάλασσα δική σου. Μια παραλία για σένα. Για σένα που με ή χωρίς ταίρι, οικογενειακές υποχρεώσεις δεν έχεις. Κεφτεδάκια, ταπεράκια, παιδάκια είναι μακριά γιατί τα σχολεία ανοίγουν τη θύρα τους οσονούπω.
Μα τι τα θες τι τα γυρεύεις; Ο χρόνος χάρες δεν κάνει. Περνάει και μάλιστα γρήγορα. Ειδικά τότε που έχεις άδεια, που είσαι μακριά από τα εργασιακά πρέπει, από το φόρτο των projectsπου κατακλύζουν πια τους εργαζόμενους των μεγαλύτερων ή και μικρότερων εταιρειών. Μετά το 15αύγουστο κάθε κατεργάρης μαζεύεται σιγά σιγά στον πάγκο του, τηρώντας ευλαβικά την αλήθεια της λαϊκής θυμοσοφίας.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Καλοκαιρινό Καρτ-Ποστάλ..............


Τα γαλάζια σου γράμματα
κάθομαι και διαβάζω
και με παίρνουν χαράματα 
καθώς πίσω κοιτάζω....

Οι στίχοι του Γιώργου Κανελλόπουλου σε μουσική Γιώργου Χατζηνάσιου και πρώτη τους εμφάνιση με τη φωνή της Δήμητρας Γαλάνη είναι λίγο πολύ γνωστοί. Το ίδιο και ο ερωτικής φύσεως εννοιολογικός του πυρήνας του τραγουδιού. Η αναγνώστρια των γαλάζιων γραμμάτων περιμένει τον αποστολέα τους να επιστρέψει καθώς βυθίζεται στις αναμνήσεις που βιώνει μέσα στην τωρινή μοναξιά της. Αλλά "μια ζωή περιμένω/ μα δε γίνονται θαύματα'' και έτσι παραμένει αγκυροβολημένη στο λιμάνι των αναμνήσεων που παραμένουν ζωντανές χάρη στην ύπαρξη φυσικά των γραμμάτων.



Βλέπετε τα γράμματα δε γίνονται delete όπως τα e-mails ούτε κινδυνεύουν να βρεθούν στα Ανεπιθύμητα ή στον Κάδο απορριμάτων (για να δανειστώ κάποιες δόκιμες και οικείες πια εκφράσεις /ετικέτες που χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τους λάτρεις και χρήστες της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας) αλλά συνήθως παραμένουν φυλαγμένα σε κουτάκια με ή χωρίς ετικέτες. Βέβαια ο αντίλογος θα μπορούσε να ορθώσει τώρα το ανάστημά του και να πει: Και ποιος έχει πια όρεξη ή ακόμα και χώρο να φυλάει παλιά γράμματα;;; 

Δεν ξέρω αλήθεια. Γιατί όσοι ανήκουν στους μεγαλύτερους που βίωσαν την εμπειρία λήψης γραμμάτων διατηρούν αναφαίρετο το δικαίωμα της επιλογής. Κάποιοι πιο έντονα κυριευμένοι από συναισθηματικές δυνάμεις τα διατηρούν. Κάποιοι πάλι μπορεί να έχουν ενταχθεί πλήρως στην επιτακτική τάση συνεισφοράς στην ανακύκλωση και να τα έχουν πετάξει στους σχετικούς κάδους - οι οποίοι παρεπιπτόντως σε κάποιες γειτονιές αποτελούν ακόμα είδος εφάμιλλο του καλά κρυμμένου θησαυρού ενώ ταυτόχρονα μπορεί να υπάρχουν και αυτοί που έχουν ξεχάσει πού βρίσκονται φυλαγμένα. 

Αυτό όμως που σκέφτηκα σήμερα είναι πόσο τυχεροί είναι όσοι ξέρουν πού βρίσκονται κάποια γράμματα ή καρτ-ποστάλ που έχουν φυλάξει. Και αυτό το ένιωσα όχι γιατί ξαφνικά έγινα εχθρός της ηλεκτρονικής επικοινωνίας ούτε γιατί αποφάσισα να βουτηχτώ στις σκονισμένες αποθήκες και να ψάξω να βρω τα δικά μου. 

Βρέθηκα όμως μπροστά σε αυτές τις τόσο περιφρονημένες ψηλές θήκες των καρτ ποστάλ στα μαγαζάκια τα τουριστικά με ενθύμια και σουβενίρ. Βρέθηκα μπροστά και άρχισα να χαζεύω. Εικόνες του τόπου τους, με παραλίες, ντόπια φαγητά, αγάλματα ή εκκλησάκια του νησιού τους, μα και εικόνες της Ελλάδας κατά βάση καλοκαιρινές. 

Γαϊδουράκια, γέροντες που πίνουν τον ελληνικό τους πολλά βαρύ ή γλυκό στο παλιό παραδοσιακό καφενείο, κορίτσια με ψάθινα καπέλα, παιδιά ξυπόλητα που αφήνουν τα πρόσκαιρα χνάρια τους στις χρυσές αμμουδιές. Ηλιοβασιλέματα με ή χωρίς ανθρώπινη παρουσία, στράτες φεγγαριού στο βαθυγάλαζο θαλασσινό σεντόνι, λεία των ψαράδων που γεμάτοι περηφάνια ξεφορτώνουν την πραμάτεια τους από τα καϊκάκια τους στα μικρά ελληνικά λιμάνια. Κάπου πιο πέρα ο Ερμής του Πραξιτέλη, ο ιερός βράχος της Ακρόπολης, το μνημείο του Παρθενώνα ή ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Η Αφροδύτη της Μήλου, αγρότισσες που κουβαλούν πανέρια γεμάτα σταφύλια, πανηγύρια και χοροί. 

Χάζευα και γέμισα καλοκαίρι. Γέμισα Ελληνικό καλοκαίρι. Ήρθε ο αέρας του και με δρόσισε αν και πολλά από τα καρτ ποστάλ ήταν πολυκαιρισμένα, ξεθωριασμένα θαρρείς από την έκθεσή τους στον ήλιο, ή ακόμα και σκονισμένα. 

Και γύρισε ο αέρας του καλοκαιριού και με ρώτησε....πόσα καρτ ποστάλ θα πάρεις;;;; Και σε ποιον θα τα στείλεις;;; Και έμεινε το ερώτημα μετέωρο. Προχώρησε το χέρι θαρραλέα και διάλεξε. Αγόρασα και φέτος το καλοκαίρι καρτ ποστάλ αναμνηστικά από το μέρος των διακοπών μου. Μα δεν τα ταχυδρόμησα. Μόλις γυρίσω θα πάρω γαλάζιο μεγάλο χαρτόνι και θα τα κολλήσω πάνω. Να φτιάξω πολύχρωμο κάδρο και να το κρεμάσω. Να έχω την αύρα του Ελληνικού μας καλοκαιριού μαζί μου στο χειμώνα που έρχεται. 

Μακάρι όμως να είχα παραλήπτη. Γιατί η αύρα αυτή δεν είναι κάτι να το νιώθεις μόνο σου. Είναι όμορφο να τη μοιράζεσαι. Τότε πραγματικά σε δροσίζει. Όταν στο πίσω μέρος η κάρτα σου έχει γραμματόσημο και δυο γραμμές. Δυο γραμμές που περιγράφεις το συναίσθημα της στιγμής, του μέρους που φέτος διάλεξες να περάσεις τις διακοπές σου. 

Και αυτές οι γραμμές όταν μετά από χρόνια ο παραλήπτης τους θα τις διαβάζει θα είναι η αύρα του φετινού καλοκαιριού και της σχέσης σας έτσι όπως υπάρχει. Και όπου και αν είσαι όταν ανοίξει το κουτάκι και διαβάσει αυτό που είχες γράψει η αύρα των γραμμών σου θα έρθει να σε βρει....και εσένα.... 

Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι....και στείλετε και κανά καρτ ποστάλ και ας έχετε ήδη ενημερώσει με e-mail ή μήνυμα τηλεφωνικό πώς τα περνάτε. 

Γιατί η μαγεία της κάρτας μας πάντα θα διατηρεί τη δική της μοναδική αξία.....και θα αποτελεί μία μοναδική, αναντικατάστατη ψηφίδα από το μωσαϊκό των αναμνήσεων μας....



Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

“Πλούτος” Κριτική Αντιγόνη Καράλη (αναδημοσίευση)

Αναδημοσίευση από το “ΕΘΝΟΣ”, Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013
Κριτική θεάτρου
Αντιγόνη Καράλη
Ο «ΠΛΟΥΤΟΣ» ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ
16.500 θεατές τραγούδησαν… Μέρες καλύτερες θα ‘ρθούν
«Ανθησε» η Επίδαυρος. Ζωντάνεψε. Ηταν ο Αριστοφάνης, η κωμωδία, ο Σαββόπουλος, το «Μέρες καλύτερες θα ΄ρθούν» που κράτησε για το φινάλε ο θίασος και σιγοτραγουδούσαν οι θεατές φεύγοντας; Ηταν το αεράκι του «Πλούτου» που φύσηξε; Η ανάγκη για απόδραση, έστω και για λίγο, από την καθημερινότητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται;
Ισως να ήταν όλα μαζί κι άλλα τόσα που έφεραν στο κοίλον του αργολικού θεάτρου περίπου 16.500 θεατές το διήμερο (7.000 την Παρασκευή και 9.500 το Σάββατο), για να χειροκροτήσουν τον αριστοφανικό «Πλούτο» διά χειρός Διονύση Σαββόπουλου.
Μια παράσταση όπου ο δημοφιλής καλλιτέχνης, στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, κατέθεσε μια ανάγνωση ενός μελαγχολικού Αριστοφάνη που, όμως, στη μελαγχολία του κρύβονται ακτίνες φωτός. Ποιητικός ρεαλισμός και κομέντια ντελ άρτε, με έμφαση στην κίνηση (υπέροχη η δουλειά του Ερμή Μαλκότση) και τη μουσική, ήταν οι σκηνοθετικοί άξονες για να στηθεί μια παρτιτούρα του αριστοφανικού λόγου. Μακριά από επιθεωρησιακούς κώδικες, χωρίς μπαλαφάρα και υπερβολή, με μέτρο και κομψότητα, αυτός ο «επιγονικός» «Πλούτος», δίχως να «κομίζει γλαύκα» έφερε μια ποιότητα κι αξιοπρέπεια, κι αυτό είχε να κάνει με το σύνολο που τον δημιούργησε.
Ο δημοφιλής καλλιτέχνης είχε επωμιστεί, ταυτόχρονα, και τη μετάφραση, όπου προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στην αριστοφανική ποίηση διανθισμένη με σύγχρονα σχόλια, από το χρέος και τη λιτότητα μέχρι τη Μανωλάδα, τους πολιτικούς, τη λαμογιά και τη δίκη του Ακη Τσοχατζόπουλου. Δική του, φυσικά, και η μουσική (βασισμένη στη μουσική που είχε γράψει για το έργο πριν από τρεις δεκαετίες, αλλά εμπλουτισμένη με καινούργιες μελωδίες), έπαιζε οργανικό ρόλο στην παράσταση. Τέλος, ερμήνευσε και την Παράβαση (που είχε ο ίδιος προσθέσει στο έργο).
Με λευκό κοστούμι και πατερίτσα σαν ένας άλλος «Αγγελος Εξάγγελος», ο Νιόνιος εμφανίστηκε στη σκηνή για να μας θυμίσει ένα λάιφ στάιλ, όχι πολλά χρόνια πριν, με «διακοποδάνεια», «μεζονέτες με τζάκια» και «τζιπ αγέρωχα». Επτάμισι λεπτά διήρκεσε η Παράβαση, την οποία το κοινό διέκοψε την Παρασκευή, τουλάχιστον πέντε φορές, με χειροκροτήματα. Κι όταν το λευκό μπαλόνι που είχε υψωθεί στο σκηνικό έσπασε σαν τη «φούσκα» της οικονομίας που βιώναμε, ο καλλιτέχνης μας αποχαιρέτησε με το «Οι παλιοί μας φίλοι» (…βλέπω πυρκαγιές/πάνω από λιμάνια πάνω από σταθμούς/κι είμαι μαζί σας./ Οταν ο κόσμος μας θα καίγεται/όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται/εγώ θα είμαι εκεί να σας θυμίζω/τις μέρες τις παλιές).
«Αγώνας λόγων»
Χειροκροτήματα ακούστηκαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της πρεμιέρας, προς όλους. Ιδιαιτέρως χειροκροτήθηκε η Πενία της Αμαλίας Μουτούση, που με λιτό καφέ μακρύ φόρεμα («κατάλευκη και κάτωχρη η κυρία σαν τραγωδία που βγήκε από την Επίδαυρο», όπως σχολιάζει ο χορός) εμφανίστηκε από το βάθος, από το προσκήνιο του αρχαίου θεάτρου, ανοίγοντας την μπορντό υφασμάτινη «πλάτη» του σκηνικού.
Ο «αγώνας λόγων» με τον Χρεμύλο του Νίκου Κουρή διέθετε εντάσεις και κλιμακώσεις. Αν και «πρωτάρηδες» σε αριστοφανικούς ρόλους οι δύο πρωταγωνιστές, όπως και ο Καρίωνας του Χρήστου Λούλη, κατέθεσαν αξιόλογες ?κι αν μη τι άλλο-, δουλεμένες ερμηνείες. Προσπάθησαν να μην έχουν ένα προσωπείο, αλλά είναι αυστηροί κι αγαπησιάρηδες μαζί και να ισορροπήσουν στο δίπολο «ειρωνεία – συμπόνια». Ο Πλούτος της παράστασης διέθετε τη σκηνική ευστροφία και τη σπιρτάδα του Μάκη Παπαδημητρίου. Απολαυστική η Γριά του Ευριπίδη Λασκαρίδη («έφερνε» στην Ταϋγέτη) που, με τουαλέτα, μποά και ξεδοντιασμένη, «έλιωνε» για τον Νεανία (Ορέστης Καρύδας). Ωραία η λύση με τον Ερμή (Ερμής Μαλκότσης) να διαθέτει μόνο κίνηση, ενώ η φωνή του (που ακούγεται off) να είναι του Δ. Σαββόπουλου. Ο Χορός ασκημένος φωνητικά και με ωραία κίνηση είχε αναλάβει και την (ζωντανή) εκτέλεση της μουσικής.
Πολύχρωμα τα κοστούμια, εμπνευσμένα από τους αναγεννησιακούς αρλεκίνους της αυτοσχέδιας κωμωδίας του 16ου-17ου αιώνα (Αγγελος Μέντης, Μαρία Ηλία), όπως και το πατάρι του σκηνικού με τη ζωγραφισμένη Ακρόπολη κρεμασμένη στο πίσω μέρος του (Αγγελος Μέντης). Στο τέλος της παράστασης, ο θίασος ανεβαίνει στο σκηνικό, ένα κομμάτι του αποσπάται, έρχεται στο κέντρο της ορχήστρας κι όλοι τραγουδούν το «Μας φτάνει μόνο», ένα ταγκό του 1947, του Φίλωνα Αρία σε μια νοσταλγική ατμόσφαιρα. Το κοινό σιγοντάριζε: «Μας φτάνει μόνο ένα κύμα στ’ ακρογιάλι/κι ένα σπιτάκι μοναχό στην αμμουδιά/Μας φτάνει μόνο η θερμή μας η αγκάλη/κι αγάπη μας/π’ ανθίζει στην καρδιά». «Να σας παντρέψω εσένα (Πενία) και τον Πλούτο», λέει ο Δ. Σαββόπουλος.
Το φινάλε και η υπόκλιση έγιναν μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα, κόντρα στο κλίμα της παράστασης, αλλά πιο κοντά στο Σαββοπουλικό ύφος, στις «γιορτές» που μας έχει συνηθίσει ο καλλιτέχνης.
Η ΠΑΡΑΒΑΣΗ
«Ποιος θέλει μες στο πάρτι να ακούει τα δυσάρεστα;»
Αγαπημένοι, νανουρισμένοι εσείς, ασπάζομαι τα μαγουλάκια σας, γιατί ευχάριστα τα νέα που κομίζω θα χαϊδέψουνε τα αυτάκια σας όπως το παραμύθι. Μα είναι όλα αλήθεια; Ο πλούτος θα ξεστραβωθεί, θα γίνουμε όλοι πλούσιοι, σαν τον Μίδα πάμπλουτοι και με αυτιά γαϊδάρου. Ολυμπιάδα στην Αθήνα θα οργανώσουμε και η Ελλάδα πρωταθλήτρια το κύπελλο θα υψώσει. Θα θριαμβεύσουμε εμείς ως και στη Γιουροβίζιον. Ξεχείλισε το κέρας της Αμάλθειας. Τα σούσι θα βαφτίζουμε μέσα σε μολτ ουίσκι. Σουσίτια και παφ και πουφ τα πούρα στον οίκο των μικροαστών. Ο γείτονας με διακοποδάνειο στην άδειά του στο Μπαλί θα πάει… λέει ο Διονύσης Σαββόπουλος στην Παράβασή του και συνεχίζει: Ηταν σκληρός σκληρότατος ο δρόμος μέχρι τώρα. Πόλεμοι κι εμφύλιοι, χούντα και ματζιριά, με τραγούδια για τη φτώχεια και τη λευτεριά. Μα τώρα δικαιώνεσαι, ανοίγονται προοπτικές και μεζονέτες χτίζονται, δυο τζάκια η καθεμία και όλοι με τζιπ αγέρωχα, το πώς φιλούσε υπέροχα εκείνος ο Ιούδας, στις πλαζ τις μυκονιάτικες από τα ναρκωτικά του ήλιου σωριασμένοι στην άμμο, μπεστ σέλερ θα διαβάζουμε γυμνοί κι ηλιοκαμένοι.
Ο κόσμος εξαϋλώνεται, το μέλλον έχει φύγει, τους τεύκτονες αφήστε τους να φτιάχνουνε μπουλόνια. Εμείς αυτό που είμαστε θα είμαστε για πάντα. Με το δημόσιο πλάι μας κι άλλοι θα μας πληρώνουν. Αυτό είναι το δίλημμα. Το φλας της νέας Ελλάδας σε όλο τον κόσμο ας απλωθεί κι Αγγελος Εξάγγελος εγώ το μεταφέρω. Πλουτοκράτες όλων των χωρών ενωθείτε. Ζήστε τον μύθο, Ελληνες. Θα γίνουμε όλοι πλούσιοι.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Κι εσείς γιατί με πιστεύετε; Δεν βλέπετε τριγύρω; Μα δεν κοιτάτε μέσα σας;
Τα νέα που σας έφερα και χάιδεψαν τ’ αυτιά απέχουνε πολύ απ’ την αλήθεια. Εγώ για την αγάπη σας και για την εύνοιά σας, τα προσπερνούσα μερικά. Σας έλεγα τα ωραία. Μα κι όταν πήγα να σας πω τα πράγματα όπως είναι, να γράψω στίχους για όλα αυτά που μέσα μου φοβάμαι ότι θα έρθουν, κανένας δε με πίστεψε. Μου ρίξαν πέτρες. Ποιος θέλει μες στο πάρτι να ακούει τα δυσάρεστα;
Κανείς δεν θέλησε να δει ότι με χρήμα δανεικό από τον Πέρση βασιλιά θα καταντούσαν οι Ελληνες ικέτες μες στα Σούσα με υποπόδια των βαρβάρων. Οϊμέ γλυκοφαγώματα, πικροχεσίματα. Αυτός ο πλούτος θα μας καταστρέψει. Ετσι και ξαναβρεί το φως του θα χάσουμε εμείς το δικό μας.
Τα δόντια μας θα αλέθουν την τροφή και πάλι θα πεινάμε. Θα πίνουμε και δεν θα ξεδιψάμε. Και την υπέρτατη χαρά, αυτήν της δημιουργίας που σαν κι αυτήν πιο συναρπαστική στον κόσμο δεν θα βρούμε, εμείς δεν θα τη ζούμε; Αν η ζωή είναι αυτοσκοπός, αν είναι ο βίος φιλοτομάρι, πώς να μη γίνουμε αρκούδες εμείς κι ο πλούτος αρκουδιάρης…
Το φινάλε
Χωρίς το δεκανίκι εμφανίστηκε στην τελευταία σκηνή της παράστασης ο Διονύσης Σαββόπουλος, για να ακολουθήσει η εξής στιχομυθία με την Πενία: «Τι έγινε το δεκανίκι, κύριε Νιόνιο; «Κόλπο ήταν μήπως βγάλω κι εγώ αναπηρική σύνταξη», η απάντηση. «Μήπως και ο Πλούτος ήταν τυφλός σαν τους τυφλούς της Ζακύνθου;» του ανταπαντά εκείνη. «Πλούτη ουρανοκατέβατα μπορεί να είναι κατάρα» είναι το ηθικό δίδαγμα όπως το εκφράζει μέσα από τα λόγια του. Η Πενία, με αναμμένη δάδα, σχολιάζει στο ίδιο μήκος κύματος: «Εάν δε σας φτάνει το σωστό, το δίκαιο και το μέτρο, ο ένας θα τρώει τον άλλον».

Θεατρική περίοδος 2013-2014: το πρόγραμμα του “Πορεία” (αναδημοσίευση , πηγή: www.theatroland.com)

To θέατρο Πορεία ανακοινώνει ένα εξαιρετικά πλούσιο πρόγραμμα για την ερχόμενη θεατρική περίοδο, συγκεντρώνοντας έναν σημαντικό αριθμό σπουδαίων καλλιτεχνών γύρω του.
Επαναλαμβάνεται η εξαιρετικά επιτυχημένη “Ευρυδίκη” της Sarah Ruhl σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου από τις 16 Οκτωβρίου με τους: Κόρα Καρβούνη, Λαέρτη Μαλκότση, Γιάννη Νταλιάνη, Κώστα Γάκη, Σωκράτη Πατσίκα, Νεφέλη Μαρκάκη και Ελένη Μπούκλη, σκηνικό και κουστούμια Ελένη Μανωλοπούλου, μουσική Κατερίνα Πολέμη.
Από τα μέσα Δεκεμβρίου σε συμπαραγωγή με την Λυκόφως ΑΜΚΕ του Γιώργου Λυκιαρδόπουλου, τις  ”Παραλλαγές Θανάτου” του Jon Fosse, στην πρώτη σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά  μετά τη θητεία του ως διευθυντή  του Εθνικού θεάτρου, με ένα επιτελείο πρωταγωνιστών: Νίκος Καραθάνος, Χρήστος Λούλης, Γιάννος Περλέγκας,  Άλκηστις Πουλοπούλου ,  Μαρία Πρωτόπαπα, Λυδία Φωτοπούλου. Η παράσταση θα παίζεται σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με την  “Ευρυδίκη”μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου.
Από τις 25 Μαρτίου ο Δημήτρης Τάρλοου σκηνοθετεί το”Blasted” της Sarah Kane με τον τίτλο “Ερείπια”. Πρωταγωνιστούν: ο Ακύλλας Καραζήσης κι η Λένα Παπαληγούρα, σε σκηνικά και κουστούμια Ελένης Μανωλοπούλου και πρωτότυπη μουσική Κατερίνας Πολέμη.
Η παιδική – εφηβική σκηνή του Πορεία παρουσιάζει μια νέα παράσταση από το τέλος Οκτωβρίου: το άπαιχτο στην Ελλάδα έργο του Volker Ludwig: “Τζέλος, Λέλα, Κόρνα κι ο Κλεομένης“, σε σκηνοθεσία Βασίλη Κουκαλάνι – Λίλης Μελεμέ, σε πρωτότυπη μουσική Φοίβου Δεληβοριά. Η παράσταση θα παίζεται σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με την μεγάλη επιτυχία των τελευταίων 2 ετών: “Μια γιορτή στου Νουριάν”.
Τέλος τον Ιανουάριο και για 4 παραστάσεις θα ανέβει η μουσική παράσταση βασισμένη στη ζωή του Όσκαρ Ουάιλντ: “Όσκαρ Ουάιλντ, Ρήσεις και Αντιρρήσεις” σε σκηνοθεσία Μάγδας Μαυρογιάννη, τραγουδούν: Ειρήνη Καράγιαννη, Μάιρα Μηλολιδάκη, Μίνα Πολυχρόνου, στο πιάνο ο Τίτος Γουβέλης.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Ήταν ένα μικρό καράβι



«Ήταν ένα μικρό καράβι»







    ...που ήταν α, α , αταξίδευτο, οέοέ, οέ, οέ. Το τραγούδι του μικρού καραβιού που ταξίδευε στη Μεσόγειο και κάποια στιγμή σώθηκαν οι τροφές του, έχει αποτελέσει μέσα στα χρόνια σήμα κατατεθέν της μουσικής κληρονομιάς μας. 

       Προερχόμενο από το παραδοσιακό γαλλικό τραγούδι Il était un petit navire (μτφ. ήταν ένα μικρό καράβι), στην ελληνική εκδοχή του μένει στη διαμάχη αγοριών και κοριτσιών για το ‘ποιος θα φαγωθεί’   ενώ στην πρωτότυπη μορφή του ο άντρας που επιλέγεται κατόπιν κλήρου για «φάγωμα» σώζεται από ένα θαύμα της Παναγίας.
  
         Σε κάθε εκδοχή όμως το μικρό καράβι δε χάνεται και συνεχίζει τον κύκλο της Μεσογείου. Και η μελωδία του συνδέει γενιές που το αγαπούν ανεξαρτήτως εποχής. Μια και ο Ιούνιος αποτελεί το μήνα εορτασμού της μουσικής (21 Ιουνίου), θυμήθηκα το παιδικό αυτό τραγουδάκι και τις ‘παιχνιδιάρικες’ προεκτάσεις του. Η μουσική είναι ο μάρτυρας της εποχής της. Δύσκολες οι συνθήκες των ταξιδιών τα παλαιότερα χρόνια με τον αγώνα της επιβίωσης να αποτελεί το πρωταρχικό πρόβλημα. Και το θαύμα ερχόταν να λύσει το πρόβλημα δια μαγείας. 



   Να σ' αγναντεύω θάλασσα !

    Υπάρχουν σήμερα μαγικές λύσεις; Και ποιο είναι το μεγαλύτερο άραγε πρόβλημα των σύγχρονων ταξιδευτών; Γιατί από τροφές άλλο τίποτα. Ανθυγιεινές και άγευστες, ίσως ναι. Μα λιγοστές με τίποτα. Ευκαιρία ίσως να παίξουμε παρέα με τη Μουσική το παιχνίδι της αναζήτησης του δικού μας προβλήματος. Ποια «Μεσόγειο» θέλουμε να εξερευνήσουμε; Και με τι «εισιτήριο»;

    Οι νεότεροι πάντως δεν περιδιαβαίνουν τέτοια μουσικά μονοπάτια. Τα τραγούδια τους μιλούν περισσότερο για τη θάλασσα παρά μεμονωμένα για τη θάλασσα της Μεσογείου.

        Ένας πολύ αγαπημένος τους στίχος ‘αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα, θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα’ με βοήθησε να δώ κάτι που είχα αφήσει κατά λάθος ξεχασμένο κάτω από την προστατευτική σκιά μιας ομπρέλας. Οι νέοι σήμερα ίσως νιώθουν ότι δεν έχουν πια τι να εξερευνήσουν μια που ακόμα και η θάλασσα φαίνεται ότι έχει χάσει το χρώμα της. Και το πρόβλημα είναι ότι το δικό τους «εισιτήριο» το έχουν καταβάλει προκαταβολικά.


      Και εμείς; Α εμείς οι μεγάλοι γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα μουσικής με εκδηλώσεις ανά τη χώρα και ενίοτε χανόμαστε συγκινημένοι σε τραγούδια της κάποτε δημιουργηθείσας μουσικής μας παρακαταθήκης. Μα τα διόδια του ταξιδιού μας είναι δανεικά, παρμένα αριστοτεχνικά μά βίαια από τους νέους που ακόμα τολμούν να σχεδιάζουν τα δικά τους. Ευτυχώς χωρίς διόδια...και τους εύχομαι ολόψυχα καλές πλεύσεις....

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Όταν κλείνει η "Τράπεζα του πολιτισμού" - Σκέψεις για το κλείσιμο της Κρατικής Τηλεόρασης

Όταν κλείνει η ΚΡΑΤΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ 

«Μία περιπέτεια του πολιτισμού»
Ο πολιτισμός είναι μία λέξη χιλιοχρησιμοποιημένη και ίσως πολλές φορές όχι με τον τρόπο που της αρμόζει. Μα ως έννοια δεν πρόκειται ποτέ να χάσει την αξία της και την ουσία της ύπαρξής της. Το σημερινό κείμενο της συντροφιάς είχε σκοπό να ξεκινήσει ένα αφιέρωμα στα παιχνίδια του καλοκαιριού μια και τα σχολεία κλείνουν τις πόρτες τους μέχρι το Σεπτέμβρη. Μα τα γεγονότα πολλές φορές μάς προλαβαίνουν και έτσι η συντροφιά μας σήμερα στάθηκε σε μία φράση που ακούστηκε από την κα Μαρίζα Κωχ στις τελευταίες ώρες εκπομπής της κρατικής τηλεόρασης «Σήμερα κλείνει η τράπεζα του πολιτισμού».
Ο πολιτισμός κάθε έθνους έχει πολλές διεξόδους έκφρασης οι οποίες προσαρμόζονται και διαμορφώνονται με βάση τις τεχνολογικές εξελίξεις κάθε εποχής. Και πολλές είναι οι στιγμές στην ιστορία του ανθρώπου που κάποιες διέξοδοι αντικαταστάθηκαν από κάποιες άλλες ή πετάχτηκαν στον καιάδα αυτών των επιτευγμάτων που έπαψαν να θεωρούνται σημαντικά ή αξιόλογα.
Η κρατική τηλεόραση έχει ταυτιστεί στη συνείδηση των περισσοτέρων ως φορέας πολιτισμού. Άλλωστε η τηλεόραση εν γένει από τη στιγμή της εφεύρεσής της θεωρήθηκε ως «υπηρέτης» του πολιτισμού. Μόνο που κάποια στιγμή η τηλεόραση μάς τρόμαξε με κάποιες από τις πτυχές του «πολιτισμού» μας έτσι όπως τις μετέδιδε. Και έτσι απλά βρεθήκαμε οι περισσότεροι να αναρωτιόμαστε έντρομοι, απογοητευμένοι «Μα πού πήγε ο πολιτισμός μας;;;»
Χάνεται ο πολιτισμός μας μέσα σε λαβυρίνθους σκοτεινούς που απεικονίζουν την ισοροπία που χάνουμε ως κοινωνία. Χάνεται και επαναπροσδιορίζεται. Και πάντα οι εξελίξεις έρχονται και προκαλούν σκέψεις, αντιπαραθέσεις, διαλόγους και αδιέξοδα.
Το σίγουρο όμως είναι ότι παρά τα ναυάγιά του το καράβι του πολιτισμού μας ξαναφτιάχνεται. Άλλοτε ως σχεδία, άλλοτε ως υπερωκεάνιο, άλλοτε ως κότερο. Μα ξαναβγαίνει στο πέλαγος και ετοιμάζεται με ή χωρίς πυξίδα να χαράξει τη ρότα του.
Οι υπηρέτες του πολιτισμού ανεξαρτήτως  των λαθών τους στέκονται πάντα άγρυπνοι φρουροί του ιερού τους τάματος. Τάζουμε τις ζωές μας σε υποχρεώσεις και όνειρα επίκτητα, επιβαλλόμενα ή όχι επακριβώς καθορισμένα. Μα ευτυχώς για μάς η ψυχή μας δεν αφήνει ποτέ το πρωταρχικό της τάμα. Και αυτό δεν είναι άλλο από την αναζήτηση της ποιότητας. Της ποιότητας που της θυμίζει τον λόγο της ύπαρξής της.
Εύχομαι η ρότα που θα χαραχτεί μετά από αυτήν την πρώτη καλοκαιρινή τρικυμία να αποτελέσει ευκαιρία επαναπροσδιορισμού του. Γιατί απλούστατα η «Ιθάκη» μας είναι εκεί και αξίζει να φθάσουμε σε αυτήν. Ή τουλάχιστον να προσπαθήσουμε.



Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

ΡΑΝΤΕΒΟΥ Μ'ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ "ΖΟΥΜΕ ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΑΣ ΜΕΡΕΣ''



Βιβλιοκριτική
"Ζούμε τις τελευταίες μας μέρες", Θανάσης Χειμωνάς, Εκδόσεις Πατάκη



Ραντεβού σήμερα με το νέο βιβλίο του Θανάση Χειμωνά «Ζούμε τις τελευταίες μέρες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Ένας τίτλος προφητικός και ίσως λίγο τρομακτικός στο άκουσμά του. Μα η αλήθεια είναι ότι ταυτόχρονα δεν προκαλεί και τόση έκπληξη μια και αποτελεί μία φράση που πολλές φορές ακούγεται μέσα στις συζητήσεις όλων αυτών που ανησυχούν για τις εξελίξεις και τις επιδράσεις της κρίσης που βιώνουμε ως κοινωνία σε παγκόσμιο επίπεδο.

«Ζούμε τις τελευταίες μας μέρες», Συγγραφέας: Θανάσης Χειμωνάς, Εκδόσεις: Πατάκης

«Η Αθήνα της κρίσης. Διαδηλώσεις, επεισόδια, μαγαζιά που κλείνουν. «Αγανακτισμένοι» και «δόγμα του σοκ». Μια νεαρή γυναίκα, η Κατερίνα, προσπαθεί να αφουγκραστεί τον εαυτό της, γίνεται δέκτης της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, επιχειρεί αποδράσεις που μένουν ανολοκλήρωτες και ρίχνεται, με όλη τη δύναμη της ύπαρξής της, στον έρωτά της για τον Παύλο, έναν άντρα μυστηριώδη και ανεξιχνίαστο. Ερωτηματικά που αναζητούν απαντήσεις, συναισθήματα που ψάχνουν τρόπους να εκφραστούν σε έναν κόσμο που καταρρέει με πάταγο. Όλα σπαράγματα των «τελευταίων ημερών μας»...»
 Πώς βλέπει λοιπόν την κρίση ο κος Χειμωνάς; Τη βλέπει μέσα από την προσωπική ιστορία ενός ανθρώπου και μάλιστα γυναίκας. Η Κατερίνα ταλανίζεται από την προσωπική της μοναξιά και το δικό της προσωπικό αγώνα για αυτοπροσδιορισμό της. Είναι αυτή η προσωπική «μάχη» χαρακτηριστικό κάθε νέου ανθρώπου μα η ιδιαίτερη χροιά της σήμερα είναι οι εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που προκαλούνται από αυτό το ξέσπασμα της οικονομικο-πολιτιστικής κρίσης.  
Πυξ’ιδα προσανατολισμού της Κατερίνας γίνεται ο έρωτάς της για έναν άγνωστο που βλέπει στο δρόμο. Ένας έρωτας παράλογος μια και δεν υπόκειται στις γενικά αποδεκτές συνθήκες του να ξέρεις ποιος είναι αυτός που αποτελεί το αντικείμενο του πόθου σου, τι κοινά μοιράζεστε και από πού προέρχεται.
Παράλογος λοιπόν χαρακτηρίζεται από το οικείο περιβάλλον της ηρωίδας μα αυτή επιμένει και προχωρά στο να τον ζήσει.
Αυτό που μένει στον αναγνώστη της ιστορίας είναι κάθε άλλο παρά η έκβαση της ερωτικής σχέσης.  Με πολύ διορατικό, έμμεσο και θαυμαστό τρόπο ο συγγραφέας σκιαγραφεί τις αγωνίες των ανθρώπων σήμερα και δείχνει ότι το θέμα προσδιορισμού μα και διατήρησης της ταυτότητάς μας δεν εξαρτάται μόνο από έναν παράγονατα.
Εξαρτάται πρώτιστα όμως από την αίσθηση της ελπίδας. Γιατί αυτό αποτελεί ο έρωτας της Κατερίνας. Μία ελπίδα στο σκοτεινό τούνελ της εποχής της. Αν χάσουμε τις ελπίδες μας τότε όντως ζούμε τις τελευταίες μας μέρες...