Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2017

Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά


Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά

της Μαρίας Παπαμαργαρίτη
«Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος», Δημόκριτος, 470-370 π.Χ.
Δεν ξέρω πόσοι έχουν την ικανότητα να θυμούνται αγαπημένες ρήσεις όπως αυτή του Δημόκριτου. Άλλωστε είναι τόσες πολλές οι ρήσεις που έχουν γίνει κλασικές λόγω της αμετάβλητης αλήθειας που εκφράζουν για τον ανθρώπινο βίο, που δε χωρούν στα κατηγοριοποιημένα κουτάκια της μνήμης μας.
Πόσα να χωρέσουν αλήθεια; Και πώς; Μα όταν έρθει ένα ερέθισμα που μας της φέρνει μπροστά μας τότε αναφωνούμε εσωτερικά ή φωναχτά «Πω, Πω κοίτα τι είχε πει από τότε… πόσο αλήθεια είναι» και ξαφνικά μέσα σε αυτήν την κενή μας καθημερινότητα, τη μονότονα βαμμένη γκρίζα, έρχεται η απόχρωση της ρήσης και μετουσιώνεται στο πανδοχείο που θα μάς προσφέρει αυτόματα μια αγκαλιά και θα μας ξαποστάσει από τον κάματο της τόσο κουραστικής ώρες ώρες διαδρομής μας.
Γιατί αν μη τι άλλο συνειδητοποιούμε εξ αφορμής της ρήσης ότι αυτά που κατά καιρούς νιώθουμε, αυτά που σκεφτόμαστε ανομολόγητα και ενοχοποιημένα, δεν είναι παρά κοινές σκέψεις όλων μας. Υπήρξαν πολλοί που τα ένιωσαν και θα υπάρξουν ακόμα περισσότεροι που επίσης θα τα νιώσουν.
Ένα τέτοιο ερέθισμα που μάς θύμισε προχτές το Δημόκριτο και την ανάγκη της εορτής για να ξεφορτώνουμε τον κάματο της μακράς οδού μας, ήταν η πρόσφατη παράσταση της Θεατρικής Εταιρείας Λουξεμβούργου, «Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά».
Οι υπεύθυνοι της σκηνοθετικής ομάδας στο εισαγωγικό σημείωμα του προγράμματος της παράστασης μνημονεύουν το Δημόκριτο, συστήνοντάς μας τα 6 μονόπρακτα που θα ξεδιπλώσουν μπροστά μας τη δική τους εορτή, το δικό τους πανδοχείο για τους ήρωές τους και κατ’επέκταση για εμάς τους συνοιδοιπόρους τους.
Βασικός πρωταγωνιστής κάθε μονόπρακτου ένα τραπέζι.
Το Κυριακάτικο τραπέζι μιας παραδοσιακής Ελληνικής οικογένειας με μοναδικό πια συνδαιτημόνα το χήρο σύζυγο και εγκαταλελειμμένο τρόπον τινά στη μοναξιά του πατέρα, το τραπέζι ενός διαμερίσματος, δώρο της πεθερούλας στο άτεκνο ακόμα ζευγάρι, που παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα στο ατομικό και κοινό τους Εγώ, το τραπέζι ενός Ελληνικού καφενείου κάπου στο Σικάγο, τόπος εξομολόγησης του μεγαλύύτερου σε ηλικία άντρα στο νεαρότερο συντοπίτη του και πρόσφατο μετανάστη.
Ακολουθεί το τραπέζι του σαλονιού ενός χρόνια παντρεμένου ζευγαριού βουτηγμένου στη δυστυχία της κρίσης όχι τόσο της οικονομικής αλλά περισσότερο της ψυχοσυναισθηματικής που χτυπάει σα ταμπούρλο τα σωθικά τους βγάζοντας τις άναρθρες κραυγές της χρόνια φυλακισμένης ψυχής τους στην παράνοια των δήθεν από τις κοινωνικές επιταγές επιβαλλόμενων επιλογών τους, αλλά και το τραπέζι το ακριβό από την Ιταλία, το κατασκευασμένο από ακριβό μαόνι, που αγοράστηκε ως αναμνηστικό του γαμήλιου ταξιδιού τους από τη σύζυγο.
Το μπλε του χρώμα ήταν η μόνη ένδιεξη αυτού που θα μπορούσε να είναι ο ωκεανός της αγάπης τους. Μα η αγάπη τους ανύπαρκτη κρύφτηκε πίσω από την αδιάκοπη μοιχεία του συζύγου. Και τελευταίο το τραπέζι μιας ψησταριάς στην εξοχή που προσπαθεί εις μάτην να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος του αρσενικού και θηλυκού συνδαιτημόνα. Μα πώς να συμβαδίζουν έστω και μόνο υπό τη σκέπη της ανάγκης ικανοποίησης της σεξουαλικής τους παρόρμησης δύο ψυχές ολότελα διαφορετικές;
Βλέπετε αυτό που είπε ο Δημόκριτος περί εορτών δεν περιορίστηκε μόνο στη σημασία της «ἑορτής» που έχουμε αποφασίσει να κρατήσουμε στη μεταξύ μας επικοινωνία. Η «ἑορτή» όπως μαρτυρεί η ετυμολογία της αρχικά σήμαινε την προσφορά εκ του ρηματικού τύπου «ἦρα»∙`«ἐπί ἦρα ἔφερον» στην Ομηρική εποχή οι πρόγονοί μας, δηλαδή «υπηρεσίες προσέφεραν».
Με τα χρόνια οι υπηρεσίες θεωρήθηκαν μόνο χαρωπής φύσεως, και έτσι η ἑορτή, έγινε η γιορτή, η συγκέντρωση χαράς και διασκέδασης.
Μα η Χύτρα Ταχύτητας με τα 6 μονόπρακτα μάς θύμισε ότι κάθε τραπέζι είναι μια προσφορά υπηρεσίας, μια ἑορτή, που προσφέρει απλούστατα την ευκαιρία να χαμηλώσεις ταχύτητα βρασμού και να παρακολουθήσεις τα συναισθήματα και τις σκέψεις σου έτσι όπως κινδυνεύουν να πολτοποιηθούν στη χύτρα της άλλοτε σκληρής και αβάσταχτης πραγματικότητας, της από χρόνια ξεχασμένης πρότερης ζωής, της συνειδητής απόφασης να κινηθείς σε συμβατότητα με το ρυθμό βρασμού όλης της κοινωνίας, χωρίς να ελπίζεις, της πλαστής πραγματικότητας που εσύ κατασκευάζεις ως κόλπο επιβίωσης με τις επιπόλαιες επιλογές σου, ή της πεισματάρικης άρνησης να ανοιχτείς και να επικοινωνήσεις και της επίμονης κάλυψής σου πίσω από τα θεωρητικά σου ευαγγέλια γλωσσολογίας ή τις εμπειρίες της ζωής σου που μέχρι σήμερα ψευδεπίγραφα σε οπλίζουν με τη ψευδαίσθηση ότι εσύ τώρα ζεις, επειδή απλούστατα δεν αποφασίζεις να μοιραστείς τη ζωή σου μαζί με κάποιον άλλον.
Κάθε τραπέζι της Χύτρας Ταχύτητας είναι μια στάση. Μια στάση να θεαθούμε εμάς μέσα από τους άλλους που φαντάζουν τόσο μακριά και όμως είναι τόσο κοντά μας. Δεν υπάρχει θάνατος που δεν θα πονέσει, δεν υπάρχει γιατρικό απώλειας, δεν υπάρχει έρωτας που δε θα φανεί πεθαμένος περιμένοντας το φύσημά μας για να ξαναφουντώσει. Δεν υπάρχει εμπειρία χωρίς τίμημα μα αν αναγνωρίσεις το τίμημα τότε αναγνωρίζεις και το πώς έχει επηρεάσει εσένα. Δεν υπάρχει μοιχεία που δε θα πληγώσει, ή σχέση που δε θα κινδυνεύσει να πέσει στον καιάδα της ανουσιότητας ακριβώς επειδή ποτέ δε της δόθηκε χώρος να φυτρώσει παρά μόνο παραφορτώθηκε με στολίδια παράταιρα, όπως ένα ακριβό από μαόνι ενθύμιο ή δάνεια επίκτητων, κατασκευασμένων αναγκών. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δε φοβάται να ερωτευτεί και δε θα κρυφτεί πίσω από τις δικές του δικλείδες ασφαλείας.
Μα σίγουρα υπάρχει παντού και πάντα ένα τσουκάλι, μια χύτρα που όλων μας τα συναισθήματα θα βρεθούν, θα μαγειρευτούν και όσο και να πολτοποιηθούν θα καταφέρουν να αναδύσουν τα αρώματα τους και τις γεύσεις τους. Το ερώτημα είναι, θα βρούμε χρόνο να κάνουμε μια στάση στο πανδοχείο μας για να τα γευτούμε;
Η Χύτρα Ταχύτητας πάντως μας προσέφερε αυτό το πανδοχείο, το γεμάτο αρώματα και γεύσεις που ικανοποίησαν και τη διψασμένη και πεινασμένη για ερεθίσματα ψυχή του θεατή. Συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές και πρωταρχικά στους συγγραφείς των κειμένων – Όλγα Ιωαννίδου, Ελίτα Λεμονή, Χρήστος Πούρης, Δημοσθένης Παπαμάρκος, Έφη Τριγκίδη, Lillo & Greg, Ρούλα Ζάννια- που απέδωσαν με καθάριο και προσιτό λόγο όλες τις αποχρώσεις της κάθε «ἑορτής». Καλή δημιουργική συνέχεια στη Θεατρική Εταιρεία Λουξεμβούργου (http://theatrikolux.wordpress.com).
 Πρώτη Δημοσίευση 

http://socialsecurity.gr/%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B7-%CE%BF%CF%80%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%B7-%CF%87%CF%8D%CF%84%CF%81%CE%B1-%CF%84%CE%B1%CF%87%CF%8D%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%86%CF%85%CF%81%CE%AF%CE%B6%CE%B5%CE%B9-%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%AC/


Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017



Μια φορά και έναν καιρό….*
της Μαρίας Παπαμαργαρίτη
αφιερωμένο στην επιμόνως ακαταλαβίστικη πραγματικότητα
παγιδεύτηκε ο άνθρωπος στους τέσσερις τοίχου ενός δωματίου που λέγεται βόλεμα. Στην αρχή είπε στον εαυτό του ότι χρειάζεται μια στάση. Να ξαποστάσει από τον κάματο του ταξιδιού του. Τόσο κουρασμένος ένιωθε που ούτε αντιλήφθηκε την παραμικρή ένδειξη πιθανής ύπαρξης των τοίχων .
Έπεσε στου ύπνου τη γλυκιά μέθη με χαμόγελο ικανοποίησης για το δρόμο που είχε διανύσει…ξύπνησε με κεφάλι βαρύ από την έλλειψη του οξυγόνου…γιατί όσο κοιμόταν τοίχοι χτίστηκαν ψηλοί που το’κρυψαν τον ορίζοντα μπροστά του. Ξύπνησε ζαλισμένος και φοβισμένος όπως ένιωσε από των τοίχων το ύψος, κατέληξε ότι το μόνο που μπορούσε προς τα παρόν να κάνει ήταν να ανοίξει παράθυρα για να δει έστω και λίγο από τα κομμάτια του ουρανού. Γρήγορα όμως πάλι δυστυχώς έβαλε στα παράθυρα κουρτίνες γιατί δεν άντεχε τη γυμνή τους θέα. Και έτσι και το λίγο του ουρανού που έβλεπε άρχισε να το κάνει ακόμα πιο λίγο. Αποφάσισε να βγει από την πόρτα και είδε ότι και οι άλλοι συνταξιδευτές του είχαν επίσης χτίσει τοίχους.
Τους χτύπησε την πόρτα, κάποιοι άνοιξαν, κάποιοι όχι…
κάποιοι από αυτούς που άνοιξαν είπαν ότι ήταν ακόμα κουρασμένοι,
κάποιοι ξεκίνησαν με όλες τις καλές προθέσεις αλλά κουράστηκαν στο δρόμο.
Και έμεινε ο άνθρωπος μόνος, απογοητευμένος, να πνίγεται από των τοίχων το ύψος…
γονάτισε, μαζεύτηκε, διπλώθηκε στα δύο, έγινε κουκίδα τόση δα μικρούλα καφέ, πάνω στου χώματος το μονόχρωμο υφαντό.
Θόρυβος ακούστηκε εκκωφαντικός, γκρεμίστηκαν οι τοίχοι και φάνηκε το απέραντο μπλε του ουρανού…
Μα ο άνθρωπος πουθενά…γιατί οι τοίχοι υψώνονται επειδή ο άνθρωπος τους το επιτρέπει…είναι η ανημποριά της αδυναμίας του, η αδράνεια, η δειλία και η εγκατάλειψη στων φόβων του και της ανασφάλειάς του το στράτευμα…χαμένος πια ο άνθρωπος κάτω από των τοίχων τα ερείπια…
ο άνθρωπος που ήρθε να πιει το μπλε του ουρανού και έφυγε διψασμένος…ο άνθρωπος…που ξέρει να κολυμπά αλλά ψάχνει για σωσίβια…που μετά το μπουσούλημα μπορεί να περπατήσει αλλά ψάχνει για μπαστούνι…που θέλει να κοιμηθεί και να απλώσει το κορμί του στης γης το πολύχρωμο σεντόνι…
Πού είναι ο άνθρωπος;;;μια κουκίδα, καφέ τόση δα απλωμένη και χαμένη πια στου χώματος το μονόχρωμο υφαντό…μια κουκίδα…και εμείς την πατάμε…

*Φράση αρχής ενός παραμυθιού. Ή ο τίτλος της σειράς κινουμένων σχεδίων «Μια φορά και έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος» της δεκαετίας του ’70, του Γάλλου Άλμπερτ Μπαρίγιε ο οποίος αγαπούσε πολύ τα παιδιά, και απέδειξε πόσο πολύ αγαπούν εγγενώς τη μάθηση. Αρκεί να τους προσφερθεί. Από σήμερα φράση που εξερευνά την επιμόνως ακαταλαβίστικη πραγματικότητα.

Πρώτη Δημοσίευση 20/11/2017

http://socialsecurity.gr/%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B7-%CE%BF%CF%80%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%B5%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CE%BC%CF%8C%CE%BD%CF%89%CF%82-%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B2%CE%AF%CF%83/

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Υετός


46 πτώσεις ύδατος με «αγαπητική ευγνωμοσύνη»

YETOS


Σπάνια γράφω για βιβλία ποίησης. Το έχω άλλωστε ξαναπεί. Η ποίηση υπάρχει με ή χωρίς εμάς σε τούτον τον κόσμο τον μικρό, το μέγα και αν αποφασίσουμε να της γυρίσουμε την πλάτη, δεν καθρεφτιζόμαστε στο στραφαλιστό νερό της ζωής. Όσα βιβλία ποίησης και αν διαβάσεις,  πώς αλήθεια να σε θεαθείς αν δε σε δεις στην ποίηση του βλέμματος του άλλου; Μα σήμερα θα σας πω για ένα βιβλίο ποίησης. Ένα βιβλίο που κάθε του ένα από τα 46 ποιήματά του είναι η φωνή και το βλέμμα του άλλου που στέκεται απέναντί μας και μάς ζητάει μέσα από αυτόν να μάς θεαθούμε.
Η Αθηνά Καλλιμάνη γράφει «στη μητέρα μου με αγαπητική ευγνωμοσύνη» όπως λέει και στην αρχική της αφιέρωση 46 καθρεφτίσματα δικά της στο βλέμμα του άλλου ή στο βλέμμα των μυστηρίων της ζωής. Άλλες φορές σε πρόσωπο α’ πληθυντικό στην προσπάθειά της να αγκαλιάσει με τη φωνή της όλους εμάς που η καθημερινότητά μας «σέρνεται σα γέρικο άλογο»όπως έλεγε και η Σύλβια Πλαθ, και άλλες φορές σε πρόσωπο β’ ενικό απευθύνεται στο συνοδοιπόρο της με απορία, με θλίψη, με θυμό, με ευαισθησία, με ελπίδα. Ένα ψηφιδωτό των συναισθημάτων της γίνεται ο καθρέφτης της εν αναμονή μεταμόρφωσης που όλοι καρτερούμε.
Στάθηκα στην «Όμορφη Μέρα»  που το μέλλον κάνει κράτηση στην πρώτη θέση ελπίζοντας να εκτροχιαστεί. Στην εικόνα του προσφύγου που μακραίνει τα δάχτυλα στην «Προσφυγιά» ελπίζοντας να αγγίξει χώμα πατρίδας. Στο ομότιτλο της συλλογής«Υετός» που η ρέουσα βροχή, γέννημα του ουρανού κόβει τον ομφάλιο λώρο, αλλά αλήθεια είναι έτοιμος ο συνομιλητής της να μη χαθεί στης σιωπής του τα απόνερα; Μια στάση ακόμα ιδιαίτερα συγκινητική η «Αθέατη πλευρά» των αστεριών που το αφιερώνει στα παιδιά του Θεατρικού Εργαστηρίου της Πολυφωνικής χορωδίας Πάτρας. Είναι αυτή η μικρή τους αγκαλιά που φωλιάζει στο βλέμμα τους το μέσο που την ταξιδεύει στις καλά κρυμμένες από αδιάκριτα βλέμματα πλευρές της ζωής, εκείνες που μόνο η ψυχή που αναζητά την ποίηση μπορεί να θεαθεί. Η Αθηνά Καλλιμάνη ανήκει στις ψυχές που δε φοβούνται να θεαθούν τα συναισθήματά τους γι’αυτό και το μοιράζεται μαζί μας.
Ο Τάσος Λειβαδίτης είχε πει «Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε τον πρώτο στίχο μου. Από τότε ξέρω ότι δε θα πεθάνω ποτέ, αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα. Λειβαδίτης Τ.» Ο  «Υετός» είναι το δεύτερο βιβλίο ποίησης από την Αθηνά. Και κάτι μου λέει ότι θα ακολουθήσουν και άλλα. Γιατί η Αθηνά δείχνει να μη θέλει να φοβάται να πεθαίνει κάθε μέρα. Προτιμά να πεθαίνει κάθε μέρα και να ανασταίνεται μέσα από τις στάλες των στίχων της. Άλλωστε ο Όμηρος το είχε διαχωρίσει από τότε. Άλλο ο ὄμβρος (βροχή), άλλο η ψεκάς (ψιλόβροχο) και άλλο ο ὑετός (η καταρρακτώδη, συνεχόμενη βροχή από το αρχαίο ελληνικό ρήμα ὕω, στέλνω βροχή, βρέχω). Βρέχεται η Αθηνά από τα συναισθήματα της και δροσίζει και εμάς θέλοντας απλώς να μάς θυμίσει το αυτονόητο. Η ζωή ζει μόνο μέσα από τις καταιγίδες της. Καλή περιδιάβαση!
«Υετός»
Αθηνά Καλλιμάνη
Εκδόσεις ΤΟ ΔΟΝΤΙ, 2016

Πρώτη Δημοσίευση 08/06/2017
http://tetartopress.gr/46-ptosis-ydatos-me-agapitiki-evgnomosyni/

Λουδοβίκος ο Πρώτος - Βασιλέας των προβάτων




«Αυτό που είναι καλό για μένα, είναι καλό και για το λαό μου». Αλήθεια, είναι;

LOUDOVIKOS3


Ναι, θα μπορούσε να απαντήσει κάποιος. Σαφώς και ναι. Γιατί αλήθεια αυτό που ωφελεί έναν άνθρωπο, να μην ωφελεί και τους άλλους; Χμμ, ίσως γιατί τελικά το ατομικό συμφέρον και η ατομική ευημερία δεν είναι εύκολο να συνάδει με το κοινό καλό. Είναι αυτό που είχε ειπωθεί δια στόματος Θουκυδίδη στον Επιτάφιο από το ηγέτη της Αρχαίας Αθήνας Περικλή. Ο ενεργός πολίτης που επιθυμεί να ευημερεί η πατρίδα του και να εκτελεί το καθήκον του δεν πρέπει να ξεχνά ότι μόνο μέσω της υπηρέτησης του κοινού καλού, μπορεί ο καθένας να ωφεληθεί ατομικά. Διαφορετικά, αν καθένας λειτουργεί με γνώμονα το ατομικό του συμφέρον, τότε η ευημερία όχι μόνο δεν έρχεται αλλά αντικαθίσταται από την εσωτερική, στείρα αλληλοφαγωμάρα.
Σήμερα μετά από τόσους αιώνες, μέσα σε αυτόν τον τυφώνα έκπτωσης και εκποίησης των αξιών και των πολιτικών θεσμών, η ευφυής πένα του αγαπημένου Ολιβιέ Ταλέκ (Olivier Tallec) έρχεται με ένα δικό του μύθο να στηλιτεύσει με την ειρωνεία, το χιούμορ και κάποιες απαλές δόσεις αυτοσαρκασμού το πρότυπο του απόλυτου, του υπεράνω όλων ηγέτη.
Είναι δύσκολο ένα βιβλίο να μπορεί να μιλήσει για το ίδιο θέμα σε διαφορετικής ηλικίας αναγνώστες. Μα ο Ολιβιέ κατορθώνει με τη βοήθεια της παραμυθίας να δώσει το μήνυμά του τόσο σε παιδιά όσο και σε μεγάλους. Βασικός του ήρωας ο Λουδοβίκος ο 1ος, ένα πρόβατο που τυχαία βλέπει ένα στέμμα να εγκαθίσταται στο κεφάλι του. Και έτσι απλά χάρη στο γύρισμα της τύχης γίνεται βασιλιάς των προβάτων των άλλων. Και τι κάνει ο βασιλιά των προβάτων «Λουδοβίκος ο Πρώτος»; Προσπαθεί να κυβερνήσει. Πώς; Ζητάει από όλα τα πρόβατα να περπατούν στη σειρά με βηματισμό προβάτου. Μετά αποφασίζει να διώξει μακριά του όλα τα άσχημα πρόβατα και να κρατήσει κοντά του μόνο τα όμορφα. Εννοείται ότι μέσα σε όλο αυτό το κύμα των μετταρυθμίσεών του βρίσκει σκήπτρο, βασιλικό κρεβάτι και τις λοιπές ανέσεις που χρειάζεται, ενώ υπηρετεί το ρόλο του με συνέπεια αφού βγάζει και κανένα λόγο στο λαό.
LOUDOVIKOS2

Και έτσι τα παιδιά βλέπουν με απλό τρόπο ότι κάποιος που αποκτά εξουσία ακόμα και έτσι απλά από τύχη όπως το πρόβατο Λουδοβίκος, μπορεί ξαφνικά να νιώσει τόσο δυνατός ώστε να επιβάλλει στους άλλους ακόμα και τον τρόπο που θα περπατήσουν. Επίσης τα παιδιά βλέπουν ότι η εξουσία μπορεί να τρελάνει και κάποιον αφού ο «Λουδοβίκος ο Πρώτος» με το που αποκτά το στέμμα αρχίζει να χωρίζει τα άλλα πρόβατα σε όμορφα και άσχημα. Μήπως τελικά η δύναμη που μπορεί κάποιος να νιώσει ότι έχει ή αυτή που ονειρεύεται να αποκτήσει δεν είναι και κάτι τόσο καλό; Ή μήπως είναι καλή η δύναμη αλλά μόνο αν έχεις μυαλό και μάθεις να τη χρησιμοποιείς για καλό όλων και όχι πρώτα για τη δική σου βολή;
Ο Ολιβιέ Ταλέκ, ταλαντούχος εικονογράφος με πορεία λαμπρή στο χώρο των εκδόσεων έρχεται με το πρώτο του βιβλίο με δικό του κείμενο και εικονογράφηση να φωτογραφήσει αλληγορικά την πρόσκαιρη, τυχαία, περίεργη και παράξενη φύση της πολιτικής εξουσίας. Ο λαός κατευθύνεται από τον ηγέτη του. Μα αν ο ηγέτης του δεν εκλέγεται με συνειδητότητα τότε λειτουργεί όπως το πρόβατο ο «Λουδοβίκος ο Πρώτος». Δημιούργημα της τύχης, της απογοήτευσης από τα κακώς κείμενα της πολιτικής και των κομμάτων, της επίδρασης των ΜΜΕ που χτίζουν και γκρεμίζουν είδωλα σε λιγότερο από μια νύχτα, οι πολιτικοί ηγέτες του σήμερα καθρεφτίζονται στο πρόσωπο του προβάτου Λουδοβίκου του 1ου του Ολιβιέ.
Και μπορεί τα νεαρότερα παιδιά στην αρχή απλώς να γελάσουν μα την επόμενη φορά που θα δουν κάποιον να προσπαθεί να τους περιορίσει τη διαφορετικότητά τους, να τους φυλακίσει μέσα στο ασφαλές κελί του κομφορμισμού και να τους παπαγαλίσει ότι «αφού αυτό που λέω εγώ κάνει καλό σε μένα, ε τότε θα κάνει καλό και σε εσάς», θα θυμηθούν τον ήρωα «Λουβοδίκο τον Πρώτο» που ένα πρόβατο ήταν και έτσι όπως ο αέρας του έβαλε στο κεφάλι το στέμμα, έτσι ο αέρας ήρθε στο τέλος του παραμυθιού και άρπαξε το στέμμα για να το ταξιδέψει σε ένα άλλο κεφάλι.
LOUDOVIKOS4

Συγχαρητήρια στον Ολιβιέ Ταλέκ που με τη δύναμη του παραμυθιού διδάσκει σε όλους μας μια επίπονη αλήθεια για την πολιτική. Μπορεί ως ηγέτης να υπάρξεις τόσο μέχρι το επόμενο φύσημα του ανέμου, μα αυτό που θα πράξεις είναι αυτό που μπορεί ακόμα και τον άνεμο να τον πείσει να μην ξαναφυσήξει δυνατά. Ναι η εξουσία έχει τη δύναμη να κάνει τον κόσμο να γυρίζει, μα μόνο αν ο κόσμος αποφασίσει να μην αφήσει την εκλογή των εξουσιαστών του στο τυχαίο φύσημα ενός ανέμου. Πολλά τα θέματα που αγγίζει και πυροδοτεί ο Ολιβιέ Ταλέκ σχετικά με την έννοια της εξουσίας. Συγχαρητήρια στις εκδόσεις Αngelus Novus που προχώρησαν στη μετάφραση και έκδοση αυτού του παραμυθιού του Ολιβιέ και φυσικά συγχαρητήρια στην Μαρία Αγγελίδου για την εξαιρετική μεταφραστική της απόδοση.
Πάντα πίστευα στην παραμυθητική, διδακτική και μαγευτική επίδραση των μύθων. Και αυτό το παραμύθι μου το επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά. Καλή ανάγνωση. Α, και μην νομίζετε ότι η εξουσία δε σας αφορά. Αν δεν έχετε την «εξουσία» του εαυτού σας τότε θα είστε ένα πρόβατο που κάποιες φορές λόγω τύχης θα απολαμβάνει κάποιες ανέσεις. Μα αυτές οι ανέσεις αλήθεια οι εφήμερες αξίζουν την «προβατοποίησή» μας;
Λουδοβίκος ο Πρώτος – Βασιλέας των προβάτων
Olivier Tallec
Απόδοση: Μαρία Αγγελίδου
Εκδόσεις Angelus Novus, 2016
LOUDOVIKOS11

http://tetartopress.gr/afto-pou-ine-kalo-gia-mena-ine-kalo-ke-gia-to-lao-mou-alithia-ine/

Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

Τι γεύση έχει το παγωτό κεράσι; Θυμάσαι; - "Ιδεολογικά Ύποπτη ", Ελένη Γκίκα



Τι γεύση έχει το παγωτό κεράσι; Θυμάσαι;

ideologika ipopti1


Τι γεύση έχει το παγωτό κεράσι; Θυμάσαι; Ή μήπως το επινοείς; Αυτό είναι το ερώτημα που ένιωσα να μου θέτει η Ελένη Γκίκα με την πρόσφατη συλλογή πολυτροπικών κειμένων της στο βιβλίο της Ιδεολογικά Ύποπτη. Ένα ερώτημα που σε άλλες «εποχές» της ζωής μου θα μου φαινόταν αδιάκριτο και επικίνδυνο μια και διεισδύει στα βαθύτερα συνειδησιακά μου στρώματα. Μα τώρα το ερώτημα μου φάνηκε πια εύλογο και ίσως και καθυστερημένο. Γιατί νομίζω, όπως και πολλοί αναγνώστες του βιβλίου πιστεύω ότι θα νομίσουν, ότι έρχεται κάποια στιγμή η ώρα να δεις κατάματα τη γεύση της πραγματικότητάς σου. Μπορεί αυτό που θα δεις να μη σου αρέσει. Μπορεί αυτό που θα δεις να είναι απλούστατα η συνειδητοποίηση ότι η πραγματικότητά σου έχει πια απωλέσει τη γεύση της. Και μπορεί να βρεθείς στο γνωστό αιώνιο πανανθρώπινο δίλημμα του ποια είναι τελικά η γεύση που προτιμάς.
Κτερίσματα γεύσεων η ζωή σου. Κτερίσματα πάνω στην άμμο των ψευδαισθήσεων και των κατασκευασμένων «πραγματικοτήτων» σου. Μα ίσως τελικά αυτή είναι και η ομορφιά της διαδρομής σου στον δρόμο της εξερεύνησης της ιδεολογίας σου. Ιδεολογικά ύποπτη η Ελένη Γκίκα γιατί φλερτάρει με το αληθινό και το επινοημένο. Ύποπτη γιατί αυτό που συνδιαλέγεται με το δικό της εγώ είναι τολμηρό και πώς αλήθεια μπορεί κανείς να τολμά να τολμήσει σε αυτό το σήμερα που κτίζεται από άλλους για σένα έτσι ώστε να σου κρύβει το φως;
Μέσα από τις 23 ιστορίες της – εξομολογήσεις η Ελένη Γκίκα πιάνει από το χέρι τα αινίγματα της ζωής και περπατώντας πλάι τους τα προσεγγίζει. Χαλαρώνει σιγά σιγά τα σφιχτά λουριά του προσωπείου τους και αρχίζει να περιδιαβαίνει μαζί τους στους λαβυρίνθους του μυαλού και της ψυχής. Περπατάμε και εμείς ακούγοντας τη φωνή των αφηγητών, άλλοτε στα υστερόγραφα που γράφει η ίδια η ζωή, άλλοτε στο ξύπνημα του έρωτα, στον ύπνο που γλυκά τον αγκαλιάζει και στη σταδιακή του εξαφάνιση που αφήνει τα πάντα πίσω του ξερά και μουντά, στο γράμμα που ποτέ δε γράφτηκε, στο σημείωμα που γράφτηκε αλλά τελικά ποτέ το χέρι δεν το έριξε στο ταχυδρομικό του κουτί, στο συναίσθημα που εκφράστηκε αλλά ποτέ δεν βρήκε τον ακουστικό πόρο του αποδέκτη του και έμεινε αιωρούμενο κάπου μεταξύ της αρχικής αφετηρίας του και του μετέπειτα προορισμού του.
Περιδιαβαίνουμε ανάμεσα σε κάκτους που γίνονται καμέλιες, σε μοναχικούς σιωπηλούς δρόμους της Κυριακής που έχεις δίπλα σου αυτόν που έψαχνες χωρίς ο ίδιος να το ξέρει, σε αυτά που κρατάς και χάνεις, σε αυτά που δίνεις και τελικά έχεις, στις αναβολές που σπαταλούν μάταια τη ζωή σου, αυτήν την γνωστή άγνωστη που τόσο θες να αγαπήσεις αλλά πώς; Πώς να νικήσεις την ήττα που ακολουθεί κάθε σου νίκη; Πώς να πιαστείς από το τίποτα; Και όμως «από το τίποτα πιάνεται καμιά φορά ο άνθρωπος. Επειδή μπορεί αυτό το ένα να μην υπάρχει αλλά είναι απαραίτητο για τη δική μας ζωή».
ideologika ipopti3

Αγαπημένοι μου συνοδοιπόροι, η Ελένη Γκίκα, μας ανοίγει την πόρτα στη δική της «Ιδεολογικά ύποπτη» ζωή και μάς αφήνει να τη διαβάσουμε. Γιατί όπως έχει εύστοχα ειπωθεί όσο περισσότερο διαβάζεις τόσο καλύτερος αναγνώστης της δικής σου ζωής γίνεσαι. Μη φοβηθείς αν κάποια στιγμή συνειδητοποιήσεις ότι το στόμα σου είναι στυφό. Μη φοβηθείς αν ξεχάσεις την αγαπημένη σου γεύση ή αν κυριευθείς από αγευσία. Ένα να θυμάσαι. «Διαβάζεις αυτό που είσαι». Γδύσου την καθημερινότητά του και θεάσου για λίγο αυτό που είσαι. Μη μένεις άλλο σε μισοτελειωμένες κινήσεις. Γιατί αυτές είναι τα θραύσματα που δεν χωρούν πουθενά.
Φαντάσου στο παζλ της δικής σου ζωής να μην υπάρχει άλλο παρά μισοτελειωμένες κινήσεις. Αυτή είναι η νίκη του φόβου σου να τολμήσεις. Η νίκη του φόβου σου και η ήττα της επιθυμίας και του ονείρου σου. Και αυτό δεν είναι η ήττα που ακολουθεί τη νίκη. Αυτή είναι η ήττα που έχει ήδη προδιαγράψει το μέλλον σου.
Καλή ανάγνωση!
«Ιδεολογικά ύποπτη»
Ελένη Γκίκα
Εκδόσεις Kαλέντης, 2016





ideologika ipopti2

Πρώτη Δημοσίευση : 29 ΜΑΪΟΥ 2017, 02:27, 
http://tetartopress.gr/ti-gefsi-echi-to-pagoto-kerasi-thymase/

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

Και αναμεσίς η ποίηση .......

.....και κάπου εκεί ανάμεσα η ποίηση

Με ρωτούν η ποίηση τι είναι . Με ρωτούν και απορούν πώς μπορεί κάποιος σήμερα τη στιγμή που "φλέγεται" ο κόσμος από τα έντονα δυσεπίλυτα ή μάλλον άλυτα πια προβλήματα της οικονομικής κρίσης να διαβάζει ποίηση. Δανειζόμενη λοιπόν στίχους  του αγαπημένου  Δημήτρη Αθηνάκη , "σήμερα αποφάσισα να μη σας πω την αλήθεια. Τι σημασία έχει. Άλλωστε ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από τα ίδια σημεία. Εσένα που δεν υπάρχεις και εμένα που δε σε επινόησα σωστά.".

Γιατί η ποίηση δεν επινοεί σωστά ούτε ορθολογιστικά ούτε κατά το πρέπον. Η ποίηση δημιουργεί αυτά τα όνειρα που έχουν ξεχαστεί από καιρό. Η ποίηση θυμίζει τα μεταξωτά σεντόνια στα οποία  ο Αναγνωστάκης ως ποιητής της ήττας αναζητά καταφύγιο. Η ποίηση παίρνει το Πρέπει του Ελύτη και το γδέρνει από το ι ως το π. Η ποίηση δίνει τίτλο στη βόλτα μας την παραθάλασσια έτσι όπως επινοείται από την Δημουλά. Η ποίηση σου ζητά να την αφήσεις να έρθει μαζί σου υπό τη σονάτα του σεληνόφωτος του Ρίτσου. Η ποίηση ....δίνει φωνή στην επιθυμία τη βαθιά κλειδαμπαρωμένη και ρυθμό στις ξεχαρβαλωμένες κιθάρες της ψυχής μας. Μάς οδηγεί στην Ιθάκη μέσα από τους Λαιστρυγόνες και μάς δείχνει την ανθισμένη αμυγδαλιά που προσπερνάμε με αδιαφορία και δεν τολμάμε να τινάξουμε. Η ποίηση ενώνει το λαό που θρηνεί το νεκρό αδερφό και σου δίνει τον ξένο στίχο του Σεφέρη στο χέρι για να τον οικειοποιηθείς.
Ο Σεφέρης είδε την ποίηση ως ένα κορμί αλυσοδεμένο επί αιώνες που ξαναζωντανεύει και αναζητά τις φυσικές του κινήσεις. Ο Ελύτης είδε την ποίηση ως το Αιγαιοπελαγίτικο ηλιοβασίλεμα. Κάθε ποιητής είδε την ποίηση ως τη φωνή που δεν είχε και βρήκε για το όραμά του, την ιδέα του, την ανάγκη του να επικοινωνήσει.

Και ο κοινός, καθημερινός αναγνώστης; Ως τι βλέπει την ποίηση; Ως μια θύμηση του ποιητή Φανφάρα που γίνεται περίγελος από τους σοβαρούς και βαθιά υποταγμένους στο σύστημα κρίκους της κοινωνικής αλυσίδας; Ως μια διέξοδος στιγμιαία που θα προσφέρει το μειδίαμα για το πόσο αλλού μπορεί να είναι τελικά κάποιος και κοίτα τώρα με τι ασχολείται; Ως το τραγούδι που μελοποιήθηκε και εξέφρασε μια ολόκληρη φτωχολογειά ή τον νοητό ήλιο της δικαιοσύνης;

Δεν έχει σημασία. Δεν έχει σημασία πώς τη βλέπει. Γιατί ο κόσμος περιστρέφεται πάντα γύρω από τα ίδια σημεία. Την ποίηση που δεν υπάρχει και την ποίηση που επινοούμε.

Την ανύπαρκτη ποίηση της γλυκιάς κουβέντας που εις μάτην αναζητούμε, την απούσα ποίηση του βλοσυρού συναδέλφου που με τίποτα δεν μπορεί να σε αντέξει ή να συνεργαστεί μαζί σου, την απούσα ποίηση της αγκαλιάς που θα σε επανατοποθετήσει στον εφηβικό σου Παράδεισο...

και εκείνη την άλλη ποίηση... ποια ποίηση; την ποίηση της καλημέρας που έχει γεύση από δυόσμο, μέντα ή ανθρώπινη ψυχή, την ποίηση του καφέ που σου φτιάχνει πάντα με χαμόγελο η Μιμίκα το πρωί, της φωτό που θα σου στείλει ο Σιμών για εφαρμογή στην επιφάνεια ερργασίας σου, της συνήθειας να ακούς τη γκρίνια του Φλωρ που πάλι νυστάζει το πρωί, του μηνύματος που θα σου στείλει ο γιος σου από το σχολείο "Μαμά έχει τόση ζέστη, κάναμε κοπάνα την ώρα της Φυσικής", του ραντεβού με τον ήλιο στα κλεφτά την ώρα που θα πεταχτείς στην πλατεία να πληρώσεις τον πάντα ξεχασμένο λογαριασμό....
Την ποίηση της παρέας από το στίβο που κανονίζει εξ αφορμής των γενεθλίων της Δώρας μετά την προπόνηση της Πέμπτης να της κάνει έκπληξη στο ταβερνάκι της γειτονιάς, την ποίηση στο κούρεμα της Όλυς και στο πόσο γρήγορα θα βάλει σε τάξη το χαμό στο αρχείο, στο τηλεφώνημα της Μυρτώς που σε καλεί στην παιδική της παράσταση εξ αφορμής του πρόσφατου άρθρου σου, της καλημέρας της Εύης που σε σκέφτεται τώρα που ο μικρός σου είχε λαρυγγίτιδα. Την ποίηση της ατάκας του μικρότεορυ παιδιού σου "είχαμε μια κουραστική μέρα" ή "μου έλειψες μαμά", της ξαδέρφης σου που ακολούθησε το όνειρό της και γυρνά τον κόσμο χορεύοντας, της θείας που από πληροφορικάρια έγινε θεατρολόγος και δίνει νόημα στη ζωή των μαθητών της, των μαθητών μου που φτιάχνουν ακροστοιχίδες με το όνομά τους και μαθαίνουν να εξερευνούν τη μαγεία της γλώσσας, το δυναμικό της ενεργειακό σύμπαν....

Αλήθεια όμως την επινοούμε ή μήπως μας επινοεί; Μήπως είμαστε απλώς οι καθρεφτισμοί της Ποίησης σε αυτό που καλούμαστε να σχεδιάσουμε ως ζωή; Γιατί αγαπημένοι μου η Ποίηση υπάρχει με ή χωρίς εμάς στο δικό μας μα και σε καθενός τον μικρόκοσμο. Η ποίηση υπάρχει σε τούτον τον κόσμο τον μικρό, το μέγα και εμείς αν αποφασίσουμε να της γυρισουμε την πλάτη τότε δεν καθρεφτιζόμαστε στο στραφταλιστό νερό της ζωής. . Απλώς γινόμαστε αόρατοι και περνάμε στην ανυπαρξία. Γιατί πώς αλήθεια να σε θεαθείς αν δε σε δεις στην ποίηση του βλέμματος του άλλου

Πρώτη δημοσίευση
http://tetartopress.gr/ke-anamesis-i-piisi/




Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Είμαστε όλοι «ασυνόδευτοι»… αλήθεια, είμαστε;



Είμαστε όλοι «ασυνόδευτοι»… αλήθεια, είμαστε;


asyno1


Σε ένα όμορφο δρομάκι του Παγκρατίου που αποπνέει την αύρα αυτού του πολιτισμού που όλοι αγαπάμε βρίσκεται το θέατρο Scrow. Μπαράκια πολύβουα, στέκια σχεδιαστών ρούχων, κοσμημάτων, ειδών σπιτιού και αντικειμένων τέχνης συνθέτουν το πολιτιστικό ψηφιδωτό της Αρχελάου. Κόσμος όλων των ηλικιών απολαμβάνει κοκτέιλ, γεύεται ένα πολλά υποσχόμενο πιάτο, βυθίζεται στον ωκεανό των συζήτησεών του ή χάνεται στις μουσικές μελωδίες που πλημμυρίζουν το δρόμο.
Με το που ακουμπάς τη σόλα του παπουτσιού σου στο πεζοδρόμιο ή στην άσφαλτο αυτού του δρόμου, γίνεσαι μέλος αυτής της πολύμορφης οικογένειας που είναι «αδελφοποιημένη» αλλά επ’ ουδενί ομογενοποιημένη.
scrow1

Στον αριθμό 5 βρίσκεται το θέατρο Skrow, Αναζητώντας τον ορισμό της λέξης μαθαίνεις ότι Skrow είναι η λέξη που χρησιμοποιείται για κάποιον που είναι σωματικά, ψυχικά ή συναισθηματικά χαμένος. Κάποιος που μπερδεμένος ψάχνει την ταυτότητά του ή τον εαυτό του. Και έτσι εισέρχεσαι στο χώρο λες και ξέρεις από πριν βαθιά μέσα σου ότι εδώ θα επαναπροσανατολιστείς.Το περασμένο Σάββατο παρακολούθησα μία από τις παραστάσεις που στεγάζει αυτό το παλλόμενο μικρό σωματίδιο τέχνης με τίτλο «Το ασυνόδευτο».
Το έργο είναι Έλληνα δημιουργού του Ανδρέα Φλουράκη, σε σκηνοθεσία των Γιάννη Νταλιάνη και Βασίλη Μαυρογεωργίου. Και το έργο αυτό που χαρακτηρίζεται ως ανήκον στην εφηβική θεατρική σκηνή, αποτελεί μια αποκάλυψη. Αποτελεί μια αποκάλυψη για την Ελλάδα που εξακολουθεί και δημιουργεί, ανησυχεί, προβληματίζεται, μοιράζεται και πάνω από όλα δεν παύει να ελπίζει.
asyno2
Θα μπορούσε κάποιος να αντικρούσει θέτοντας το ερώτημα «σε τι οφελεί η ελπίδα όταν όλα καταρρέουν; Και όταν βιώνουμε μια φαρσοκωμωδία χωρίς χιούμορ, χωρίς δράμα πια, παρά μόνο υποταγή σιωπηλή και ανήμπορη;»
Θα μπορούσε ναι, μα κοινωνώντας μια παράσταση όπως αυτή δε θα το ξαναπεί. Γιατί τα δύο νεαρά αδέρφια πρωταγωνιστές του έργου αποδεικνύουν ότι όταν υπάρχει ελπίδα πραγματική, τότε αυτή η ελπίδα εξ ορισμού συνοδεύεται και από αποφασιστικότητα, επιμονή, υπομονή και πράξη. Τα δύο αδέρφια βαφτίζουν τον Μπακ, το προσφυγόπουλο από τη Συρία που αποφασίζουν να βοηθήσουν μέχρι να βρει τον τρόπο να φτάσει στους συγγενείς του στη Σουηδία «ασυνόδευτο». Είναι ένα παιδί αρκετά χρόνια μικρότερό τους που οι δύο έφηβοι αναλαμβάνουν να βοηθήσουν. Ένα παιδί που μετατρέπεται στον καθρέφτη της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας που μαστίζεται από τις ασθένειες της εποχής. Η οικονομική κρίση, η πολύωρη εργασία των γονιών και η απουσία τους από το σπίτι, η ανεργία, η εγκατάλειψη της πολυτέλειας ενός μεγάλου σπιτιού και η αναγκαστική μετακόμιση στο πατρικό της μαμάς μαζί με τον παππού και τη γιαγιά, η ανασφάλεια για το επαγγελματικό τους αύριο είναι οι προκλήσεις και οι δυσκολίες που καλούνται να διαχειριστούν τα νέα αδέρφια μαζί με την ανάγκη να βοηθήσουν τον Μπακ.
asyno3
Στη διάρκεια αυτού του «ταξιδιού» τους ενηλικίωσης μέσα σε αυτό το νεφελώδες περιβάλλον φοβίας και φόβων, τα νεαρά αδέρφια ενηλικιώνονται μα δεν αλλοιώνονται όχι γιατί ο συγγραφέας κος Φλουράκης επιθυμεί να δημιουργήσει το παραμύθι του ευτυχισμένου τέλους αλλά γιατί αποφασίζει μαζί με τους συνεργάτες του να δείξει σε όλους μας πως όσο «ασυνόδευτοι» και αν πιστεύουμε ότι είμαστε, πάντα μπορούμε να «συνοδευόμαστε» από την ελπίδα για το καλύτερο, για την απόφαση μη εγκατάλειψης, για το μοίρασμα, για τη συνεργασία και για την αγάπη.
Από το δικό μου βήμα επικοινωνίας θα ήθελα να συγχαρώ και να ευχαριστήσω τους συντελεστές της συγκεκριμένης παράστασης για τη «συνοδεία» που πρόσφεραν στο εφηβικό και ενήλικο κοινό της θεατρικής Αθήνας της φετινής χρονιάς, να προτείνω την επίσκεψή τους και τη διερεύνηση δυνατότητας παρουσίασης της παράστασής τους σε άλλα θέατρα της επαρχίας για να προσφέρουν αυτήν την τόση πολύτιμη συνοδεία πολιτισμού, και να ζητήσω από όλους μας ποτέ να μην εγκαταλείψουμε την πίστη μας στην αξία της δημιουργίας.
asyno4
Κείμενο: Ανδρέας Φλουράκης
Σκηνοθεσία: Γιάννης Νταλιάνης, Βασίλης Μαυρογεωργίου
Σκηνικό/Κοστούμια: Λυδία Κοντογιώργη
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Video παράστασης: Μιχάλης Γιγιντής
Φωτογραφίες: Γιάννης Καραμπάτσος
Παίζουν: Αριάδνη Καβαλιέρου, Μάνος Στεφανάκης
Skrow | Αρχελάου 5, Παγκράτι,Παγκράτι
Τηλ : 2107235842
Τελευταίες παραστάσεις: Παρασκευή 10 και Σάββατο 11 Μαρτίου










Πρώτη Δημοσίευση http://tetartopress.gr/%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B5-%CF%8C%CE%BB%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CF%83%CF%85%CE%BD%CF%8C%CE%B4%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CE%BB%CE%AE%CE%B8%CE%B5%CE%B9%CE%B1/