Κυριακή 18 Απριλίου 2010

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ «Η διδασκαλία της Λογοτεχνίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και το μέλλον της ανάγνωσης»

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ
«Η διδασκαλία της Λογοτεχνίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και το μέλλον της ανάγνωσης»
Σάββατο, 17 Απριλίου 2010 Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων (Ακαδημίας 50, Αμφιθέατρο «Αντώνης Τρίτσης») - Διοργάνωση: Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ σε συνεργασία με το περιοδικό ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ Επιστημονική ευθύνη: Κώστας Ακρίβος

Διδάσκεται η λογοτεχνία; Ή μήπως απλώς αγαπιέται; Με αυτό το ερώτημα να ταλανίζει τις ψυχές μας και το μυαλό μας το φορτωμένο με το ακαδημαϊκό μας υπόβαθρο αλλά και την εμπειρία της τάξης, μαζευτήκαμε όλοι εμείς που παρακολουθήσαμε την ημερίδα για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας. Και αποχωρώντας το συμπέρασμα ποιο ήταν;
Δεν ξέρω για τους συναδέλφους μου αλλά για μένα ήταν μια επιβεβαίωση της πίστης μου στη σπουδαιότητα του ρόλου του δάσκαλου-παιδαγωγού.

Η λογοτεχνία όπως κάθε τέχνη είναι πάθος και αν δεν διακατέχεσαι από αυτό το πάθος δεν μπορείς να βοηθήσεις αυτούς που επιθυμούν να το βιώσουν στην τελετή μύησής τους. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι καθημερινά οι μαθητές των Ελληνικών σχολείων γίνονται μάρτυρες ενός αποτρόπαιου εγκλήματος: λάθος άνθρωποι τοποθετούνται σε λάθος θέσεις. Η ακαδημαϊκή επάρκεια δε συνεπάγεται μεταδοτικότητα και το οικτρό αποτέλεσμα είναι να ζητάται από ανθρώπους λόγω του Πανεπιστημιακού τους πτυχίου να διδάξουν αντικείμενα που δεν αγαπούν. Ή αντικείμενα που τους φοβίζουν, που τους είναι αδιάφορα ή ξένα. Βέβαια από την άλλη θα μπορούσε κάποιςο να προτάξει το επιχείρημα ότι δεν είναι λίγες οι φορές που ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μία πρόκληση που ενώ αρχικά σε αφήνει παγερά αδιάφορο ή σου προκαλεί απέχθεια στην πορεία σε οδηγεί να αποκαλύψεις πράγματα για τον εαυτό σου που δεν υποψιαζόσουν.
Στην περίπτωση όμως τη συγκεκριμένη, της διδασκαλίας της λογοτεχνίας δε χωρούν πλέον πειράματα. Θα μπορούσαν να υπάρχουν λέσχες ανάγνωσης ή δημιουργικής γραφής εντός του σχολικού χώρου που να απευθύνονται στους ίδιους τους καθηγητές και έτσι να τους δοθεί η ευκαιρία να πειραματιστούν. Όταν όμως έχουμε να κάνουμε με το έμψυχο υλικό της τάξης, τους μαθητές μας θα πρέπει να ξέρουμε τα ‘επιθυμώ’ και τα ‘θέλω’ μας ώστε να μπορέσουμε να συμμετάσχουμε στο πείραμα που έτσι και αλλιώς συντελείται αντός των τόιχων μιας τάξης. Το πείραμα του κοινού ταξιδιού προς τη γνώση και την απόλαυση, που κάθε φορά είναι διαφορετικό γιατί ακριβώς κάθε φορά είναι διαφορετική η δυναμική της τάξης.

Επανερχόμαστε λοιπόν στο πολύπαθο ζήτημα της διδασκαλίας της λογοτεχνίας. Ας θεωρήσουμε ότι η λογοτεχνία υπό ιδανικές πάντα συνθήκες διδάσκεται από καθηγητές που την αγαπούν. Και πάλι όμως το πρόβλημα παραμένει. Το μεγαύτερο ποσοστό των μαθητών παραμένει αδιάφορο ή υιοθετεί συμπεριφορά απαξίωσης ή αντίδρασης αρνητικής. Η λογοτεχνία εξακολουθεί και τους φαντάζει ως καταναγκασμός. Και η έννοια της απόλαυσης δεν ελλοχεύει ούτε στην πιο κρυφή άκρη του μυαλού τους. Γιατί; Τις πταίει; Ποιες είναι οι συγκλίνουσες δυνάμεις αυτού του αιτιατού; Είναι η έλλειψη διδακτικών μεθόδων; Είναι η έλλειψη εργαλείων; Είναι η έλλειψη επιμόρφωσης; Είναι μήπως το συγκεχυμένο πλαίσιο ιδεολογίας εντός του οποίου τοποθετείται η διδασκαλία της λογοτεχνίας;

Η λογοτεχνία είναι ακριβώς αυτό που η ίδια βροντοφωνάζει. Η τέχνη του λόγου. Και ο λόγος χάρη στη δυναμική της προσωπικότητάς του έχει πολλές μορφές οι οποίες μεταβάλλονται ανάλογα με τα πρότυπα και τις απαιτήσεις της εκάστοτε εποχής. Η ίδια η διαφήμιση – όπως εύστοχα ειπώθηκε από έναν ομιλητή της ημερίδας- μπορεί να θεωρηθεί λογοτεχνία. Και όμως πόσοι από τους διδάσκοντες έχουν αποτολμήσει να το σκεφτούν αυτό; Ίσως ένας-δυο αλλά η πλειοψηφία ταμπουρωμένη πίσω από αυτό το πρότυπο που έχει μάθει να αγαπά και κυριευμένη από το γνωστό φόβο που συνοδεύει κάθε καινοτόμα αντίληψη δεν αποτολμά να το διανοηθεί.

Η λογοτεχνία παίρνει δύναμη από τους αναγνώστες της, μέσα από αυτούς ζει και όμως είναι καταδικασμένη ταυτόχρονα να κουβαλά πάντα τα ελαττώματα των αναγνωστών της. Φανταστείτε αναγνώστες που μεγαλώνουν σε ένα τόσο γρήγορα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, εφήβους που στέκονται αποπροσανατολισμένοι στο κατώφλι του μέλλοντός τους ψάχνοντας όπως η εποχή τους τους μαθαίνει το τι και όχι το πώς. Έφηβοι ανυπόμονοι να βρουν αυτό το εισιτήριό τους στην επιτυχία, επιτυχία που τους έχει εμφυσηθεί στο μυαλό ως συνδυασμός επαγγελματικής και οικονομικής ευμάρειας.

Τι να πεις σε αυτά τα παιδιά που ζουν διαρκώς κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της αποτυχίας στις Πανελλήνιες; Πώς να τους πιάσεις το χέρι και να τους οδηγήσεις στη μαγεία του Ρίτσου ή του Παπαδιαμάντη ( τυχαία ενδεικτικά παραδείγματα χωρίς πρόθεση αμέλειας στην παρακαταθήκη άλλων ομοίων τους) όταν τρέχουν πανικόβλητα να καλύψουν την ύλη; Παγιδευμένα στο δίκτυο της αποστήθισης παλέυουν με τους Βησιγότθους και τους Λαιστρυγόνες των αφηγηματικών τεχνικών, των καλολογικών στοιχείων!, των βιογραφικών στοιχείων, του στυλ και του ύφους των συγγραφέων, των λογοτεχνικών ρευμάτων. Και στέκεσαι μπροστά σε αυτά τα μάτια τα διψασμένα για ζωή φορτωμένος εσύ ο δάσκαλος με το άχαρο και απάνθρωπο φορτίο να τους γεμίσεις τον εγκέφαλο με μηχανιστικό τρόπο σκέψης.

Χάνεις και εσύ το ταξίδι. Και η Ιθάκη, η σωστή ανάλυση, η απόδοση περίληψης ενός λογοτεχνικού έργου, η ανάλυση του γλωσσικού ύφους ή του ήθους του συγγραφέα, κάθε άλλο παρά η γη της επαγγελίας είναι.

Αλλαγή επιβάλλεται λοιπόν. Αλλαγή στον τρόπο προσέγγισης της λογοτεχνίας. Αλλαγή στον τρόπο προσέγγισης του λόγου. Γιατί ο λόγος υπάρχει μέσα μας και παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις και τα δυσοίωνα στατιστικά (40% των Ελλήνων λέγονται ότι δεν έχουν διαβάσει ποτέ ένα βιβλίο) τα παιδιά έχουν δημιουργικότητα, έχουν προτάσεις τέχνης. Και τρανή απόδειξη: Τέχνη είναι ότι κατορθώνουν να παραμένουν ζωντανά στη σκηνή παρά τις συστηματικές προσπάθειες ενός αποστειρωμένου εκπαιδευτικού συστήματος που εξακολουθεί να τα κοιμίζει, να τα καθοδηγεί με παρωπίδες, να τα καταδικάζει για κάθε τι διαφορετικό, να μην τα ανέχεται, να τα απορρίπτει, να τα ρίχνει στον Καιάδα της ημιμάθειας.

Υπάρχουν παιδαγωγοί σήμερα γιατί ποτέ δε πάψει να καίει η φλόγα της μάθησης. Την ανάγκη της μάθησης την κουβαλάμε στα γονίδιά μας αλλά δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε την καλλιέργεια την κατάλληλη που κάθε σπόρος θέλει για να ανθίσει. Και η καλλιέργεια δημιουργεί τους δικούς της κηπουρούς. Το λιβάδι της παιδικής ψυχής θέλει πότισμα, ήλιο απλόχερα και ενθάρρυνση. Θέλει χρόνο και όχι αποσπασματικότητα, θέλει όραμα και όχι απλώς μονομερείς, ξερούς στόχους, θέλει συνεργασία, ψυχή που δε φοβάται να μάθει.

Και αξιόλογες ήταν οι προτάσεις που ακούστηκαν σε αυτήν την προσπάθεια μελέτης του προβλήματος που υπάρχει σχετικά με το μέλλον της ανάγνωσης, και εφικτές.

Τι μένει λοιπόν; Απελευθέρωση αλλά και σκληρή δουλειά όλων μας. Απελευθέρωση από ταμπού και προκαταλήψεις. Γιατί η απορία μου είναι η εξής: μέχρι πότε θα μας κυνηγά αυτή η παράνοια πως ό,τι γίνεται, βιώνεται και πραγματώνεται εντός του σχοελίου γίνεται επειδή πρέπει και όχι επειδή θέλουμε; Και μέχρι πότε το ‘πρέπει’ θα θεωρείται αυτομάτως εκ διαμέτρου αντίθετο με το ‘θέλω’; Θεωρία θα μου πείτε χωρίς ουσία. Και όμως αγαπητοί μου επιτρέψετέ μου να διαφωνήσω. Αν κάποιoς έλεγε ότι πρέπει να θέλουμε; Τι θα γινόταν τότε; Θα χάναμε τα θέλω μας; Και θα ήμασταν έλλογες θεωρητικά, άλογες όμως στην ουσία μας υπάρξεις που δε θα ξέραμε τι θέλαμε; Μήπως αυτή είναι η μεγαλύτερη αυταπάτη της ανθρώπινης ψυχής; Μήπως τελικά τα παιδιά μας πιστεύουν τα ίδια ότι δεν ξέρουν τι θέλουν ή τι τους αρέσει γιατί έχουν βαφτιστεί λάθος τα πράγματα και οι καταστάσεις γύρω μας; Μήπως και εμείς γινόμαστε καταπιεστές επειδή και καλά έτσι πρέπει; Τι θέλουμε; Θέλουμε να αγαπάμε, να απολαμβάνουμε, να χαιρόμαστε. Ας το μοιραστούμε λοιπόν το θέλω μας μέσα από όλες τις πιθανές διαδρομές. Και η λογοτεχνία είναι μια τέτοια διαδρομή.

Και η πορεία προς διαφορετικές διαδρομές, είναι θέμα διδασκαλίας. Γιατί η διδασκαλία δείχνει προς τα πού έχουν χαραχτεί αυτές οι διαδρομές αλλά το σπουδαιότερο είναι ότι δείχνει πώς μπορούν να χαραχτούν καινούριες διαδρομές.

Η διδασκαλία σε μυεί στην ανακάλυψη της μαγείας της ζωής. Και η διδασκαλία δε γίνεται μόνο μέσα σε μια τάξη με ένα συγκεκριμένο αναλυτικό πρόγραμμα και χρονοδιάγραμμα. Η διδασκαλία γίνεται κάθε ώρα, κάθε στιγμή από κάθε τι και καθέναν που υπάρχει στη φύση. Στην προσπάθεια οργάνωσής της και συστηματοποίησής της κάπου χαθήκαμε και ξεχάσαμε τη δύναμή της. Αν την αφήσουμε λίγο ελεύθερα να αναπνεύσει θα μας αναδύσει ψηλά.

Με την ευχή να αφεθούμε όλοι στον ωκεανό της απολαμβάνοντας την αίσθηση του λυτρωτικού νερού στο κορμί και στο μυαλό μας πιστεύω ότι καμία διαδρομή μάθησης δε θα χαθεί...πόσο μάλλον αυτή της τέχνης του λόγου...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου