Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

A musical performance named “Truth” to Panos Gourgiotis and Giouli Asimakopoulou & to Mitos asbl Luxembourg




Aristotle, the ancient Greek philosopher, has said that Truth lies always somewhere in the middle. Regardless of the extent to which we may agree or disagree on which the “land” of truth is, one thing is for sure. We cannot live without it. Either looking for it, trying to hide from it, avoiding to face it or admit it, finding the courage to tell it and accept it, humans have always had a passionate relationship with Truth.
Maybe this is one of the reasons why the latest musical performance of Panos Gourgiotus and Giouli Asimakopoulou has taken its name. It may be that the creators and performers of this concert wish to find a way to tell Truth themselves that they do know the integral role it holds in humans’ lives.
But they also want, like they said in their concert yesterday on the 30th of November 2019 in Luxembourg, hosted by the non-profit cultural organization Mitos asbl, to find a name that can represent the identity of the songs they have included in their performance.
Every single song of theirs is a piece of a global common Truth we share as inhabitants of this planet called Earth. You see, Truth cannot wear out because of time or loss of memory. Truth leaves an eternal mark on humanity’s history but it is the humans who decide not to remember it or pretend that they have forgotten all about it.
Nevertheless, the ones who decided to attend yesterday’s performance and the ones who have been a stable, ongoing part of their audience are part of these humans who wish to remember parts of our common shared Truth that we may have danger of forgetting.
Panos Gourgiotis and Giouli Asimakopoulou have built a musical performance which presents songs reflecting a part of our commonly shared global Truth. Most of these Truths were unknown to me and it was through their songs and the background info provided to the audience on the screen that I was offered the opportunity to be familiarized with them.
I did not know that the classic ballad “Hey Jude” from the summer ’68 was Paul McCartney’s way of showing his strong bond to John Lennon and his 5year old child who experienced the painful divorce of his father John. I had forgotten that ‘Where the Wild roses grow” was written by Nick Cave thanks to his inspiration by the traditional song “Down in the Willow garden” narrating a real incident of a woman’s killing.
“Sunday, Bloody Sunday” by U2 refers mainly to the internal Irish conflict of 1972 whereas “The children down the plain” by Manos Hatzidakis, one of the most beloved worldwide Greek composers, is the result of Hatzidakis’ need to express in 1945, year of Greece’s independence at the end of the Second World War, his thoughts on the oppression and limitation of freedom which his nation has been through as a result of foreign conquerors or internal authoritarians.
The performance ‘Truth’ consists of numerous songs, each portraying a Truth of humanity’s history. It is an emotional performance which leads its listeners to realize something we usually say but rarely become really conscious of it. Truth is always carried within our genes no matter our national, historical, or cultural background. Truth is shared and is common. No matter how we decide to interpret it, Truth exists and music is in my opinion one of the best lenses to look at it.
As a member of the audience of yesterday’s performance of Panos Gourgiotis and Giouli Asimakomoulou, I would like to express my gratitude for offering me the opportunity to familiarize with our common humanity. We are humans, inhabitants of a world which experiences similar true stories, generated by common human ‘problematic areas’ such as wars, betrayals, lies, divorces, painful confessions, love disappointments, fears, agonies, exploitations, aggressiveness.
We all breathe in and out the conscious or unconscious memories of what we have shared through our human nature. The voices of Panos Gourgiotis and Giouli Asimakopoulou transformed into an air balloon which lifted us a bit up in the air of the common language of music which demolishes barriers of time, space and cultural differences and took us on a trip around the world within the 2,5 hours of their performance.
I hope that this initiation of Mitos asbl who organized and hosted the whole event and was hugged by all of us who attended the event will be a part of the events that are to be organized in the future. A big thank you to both parts involved, Mitos asbl and the singers. A big thank you to the magic of music which can help us keep our ears open to the Truth. The Truth which makes us feel more human, therefore more fulfilled and in peace with our nature.
Maria Papamargariti  01.12.19

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ - ΕΓΩ Ο ΣΙΜΟΣ ΣΙΜΕΩΝ -Γιάννης Ξανθούλης, Εκδόσεις Διόπτρα 2017

Αίτηση υποβολής στοιχείων…

simos simeon


«Αίτηση υποβολής στοιχείων, μα το γραφείο πρωτοκόλλου κλειστό»[1] . Αναρωτιόμουν πόσες φορές ένας από εμάς έχει βρεθεί αντιμέτωπος με μία τέτοια συνθήκη. Άλλοτε κυριολεκτικά και πραγματικά βρισκόμαστε μπροστά σε γκισέ κλειστά είτε λόγω απεργίας, είτε λόγω διακοπών είτε λόγω ανακαίνισης. Και άλλοτε πάλι και ίσως κιόλας ακόμα πιο συχνά βρισκόμαστε μπροστά στο γραφείο πρωτοκόλλου το εσωτερικό μας, αυτό που καθορίζει, προσδιορίζει και κατατάσσει κάθε μια εμπειρία μας και ανάμνησή μας στα ράφια του εσωτερικού μας είναι. Και έτσι μετά νιώθουμε πάλι αυτήν την παροδική ευχαρίστηση ότι τα καταφέραμε, ότι μπορούμε αφού όλα τα έχουμε κατανεμημένα και με τις σωστές ταμπέλες να αυτοπροσδιοριστούμε, να ανασυνταχθούμε, να διαλέξουμε πόση και για τι βασανιστική νοσταλγία θα κρατήσουμε.
Αναρωτιόμουν πόσο συχνά το κάνουμε μα ταυτόχρονα και το γιατί. Μέχρι που συνάντησα τον ήρωα του πρόσφατου μυθιστορήματος του Γιάννη Ξανθούλη «Εγώ ο Σίμος Σιμεών». Ο Σίμος Σιμεών την αίτηση υποβολής στοιχείων την έκανε όχι σε γραφείο πρωτοκόλλου αλλά στον εαυτό του. Και μετά αυτή η αίτησή του και το αποτέλεσμά της έφτασε σε εμάς μέσα από την γραφή του δημιουργού –συγγραφέα του. Και έτσι ο αυτοπροσδιορισμός του δεν έπεσε θύμα των εξωτερικών συνθηκών. Ούτε της προσπάθειας αναζήτησης αναφορών ή φωτογραφιών για να καλύψει ό,τι του έλειπε.
«Όσο για την ιστορία της ζωής του, ήξερε πως πάντα κάποιοι θα αμφισβητούσαν το κύρος της, ακόμα και αν τη γνώριζε εξαρχής. Έτσι και αλλιώς η ιστορία που διηγούμαστε για τη ζωή μας στους άλλους στόχο έχει μόνο τον εαυτό μας. Που αποζητά να την ακούει ξανά και ξανά, ώσπου η λίγη αλήθεια που κρύβεται στη φωνή μας να κατοχυρώσει την ψευτιά και τα στολίδια του παραμυθιού που υπερασπιζόμαστε» συνειδητοποιεί ο Σίμος Σιμεών και μοιράζεται την αλήθεια αυτή μέσα από τη γραφή του Γιάννη Ξανθούλη.
Ο Σίμος Σιμεών είναι ένα αγόρι 11 χρονών που ζει στη Χαλκόπολη, μια επαρχιακή κωμόπολη της Μακεδονίας τη δεκαετία του ’60. «Όλα ξεκινούν το 1964, μια σημαντική στιγμή για την Ελλάδα. Τότε, που κάτι έδειχνε να χαράζει ελπιδοφόρα στον βαλτωμένο μεταπολεμικό μας ορίζοντα αλλά δε θα κρατούσε για πολύ».
Θύμα των στερεοτύπων και των κοινωνικών αφορισμών που επιβάλλονταν λόγω καταγωγής, ταυτότητας κοινωνικής και στενομυαλιάς του περιβάλλοντός του, ο Σίμος Σιμεών δεν έπαψε ποτέ να εμπιστεύεται την «ασύδοτη λογική των ονείρων του». Γιατί; Η απάντηση δε δίδεται άμεσα. Η απάντηση ευρίσκεται μέσα από τη διαδικασία της αναγνωσιτκής πρόσληψης κάθε αναγνώστη αυτής της ιστορίας. Και ίσως αυτό το χαρακτηρισιτκό αποτελεί και μία από τις πρωταρχικές αρετές της γραφής του Γιάννη Ξανθούλη. Ο Γιάννης Ξανθούλης χειρίζεται τους ήρωές του με το σεβασμό της προσωπικής τους ελευθερίας. Η συλλογιστική πορεία που διανύεις εσύ φίλε αναγνώστη μου όπως και εγώ μέσα από την ανάγνωση του συγεκκριμένου μυθιστορήματος, αποτελεί για άλλη μια φορά την απόδειξη της δυναμικής, του ταλέντου και της μαγευτικής επίδρασης του Γιάννη Ξανθούλη στον τρόπο που αποφασίζουμε να διεισδύσουμε στο όνειρο και στον τρόπο που αποφασίζουμε να επιτρέψουμε στο όνειρο να ενσωματωθεί στην πραγμαιτκότητά μας.
Ο κάθε ένας από εμάς είναι εν δυνάμει ένας Σίμος Σιμεών. Ο κάθε ένας μας κατάγεται εν δυνάμει από μια «Χαλκόπολη» που είτε υπήρξε πραγματικά χαρτογραφημένη είτε όχι, άφησε το δικό της στίγμα στο «εσωτερικό μας ημερολόγιο». Ο κάθε ένας από εμάς συναντήθηκε και θα συναντηθεί με φανταστικούς ή πραγματικούς συνοιδοιπόρους που μπορούν να κόψουν τα φτερά μας ή να μάς βοηθήσουν να πιστέψουμε στη δύναμη των φτερών μας που ξεχνάμε ότι έχουμε.
Ο Γιάννης Ξανθούλης μάς θυμίζει ότι το στίγμα της εποχής που μάς γεννάει και μάς αναθρέφει, οι αυταπάτες της μα και οι κωμικοτραγικές της καταστάσεις μπορούν να αποτελέσουν αν το επιλέξουμε λόγο δημιουργίας μιας άμυνας που θα οδηγήσει όχι στο κρύψιμό μας πίσω από ένα γραφείο πρωτοκόλλου μα στην επιβίωση με τέτοιο τρόπο ώστε να σεβαστούμε τις αδυναμίες μας, να τις αγκαλιάσουμε και να τις αφήσουμε να μεγαλώνουν δίπλα στα χαρίσματά μας. Σίγουρα μια αδυναμία μπορεί να καταστεί καταστροφική. Μα ακόμα πιο σίγουρα είναι τα μη αξιοποιήσιμα χαρίσματα που καταστρέφουν το λόγο ύπαρξής μας. Καλή ανάγνωση!
[1] Στίχος από το ποίημα της γράφουσας «Αίτηση Υποβολής Στοιχείων»
1η δημοσίευση : http://tetartopress.gr/etisi-ypovolis-stichion/

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2017

ΘΑ ΚΟΙΜΗΘΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΓΕΡΑΣΟΥΜΕ - ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ





Όταν η ψυχή των πραγμάτων είναι τα λεφτά


pino corrias1


Το να μιλάς για τα χρήματα σε περίοδο οικονομικής και κατ’ επέκταση κοινωνικοπολιτιστικής κρίσης, μπορεί να θεωρηθεί από ειρωνικό έως ανώφελο. Το να μιλάς όμως για την επίδραση τελικά των χρημάτων αυτών που όλος ο κόσμος αγωνιά να αποκτήσει στο όνομα της επιτυχούς επιβίωσης και να αποδεικνύεις τη γελοία και καταστροφική επίδρασή τους, ίσως είναι μια λάμψη φωτός στο σκοτάδι της δηθενικής μάθησης που μάς έχει περιβάλλει και μάς έχει σκοτεινιάσει το βλέμμα.
Μια τέτοια λάμψη αποτελεί το βιβλίο του Ιταλού Pino Corrias με τίτλο «Θα κοιμηθούμε όταν γεράσουμε», το οποίο και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική. Ο Pino Corrias ζει και εργάζεται στη Ρώμη. Στη διάρκεια της επαγγελματικής του πορείας έχει εργαστεί ως χρονικογράφος, σεναριογράφος και παραγωγός πολλών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών. Το μυθιστόρημα του με τίτλο «Θα κοιμηθούμε όταν γεράσουμε» (μτρ. Άννα Παπασταύρου) διηγείται την ιστορία του Όσκαρ Μαρτέλο, ενός παραγωγού της Τσινετσιτά, ενός απαιτητικού και δύσκολου χώρου του θεάματος. Γύρω από τον Όσκαρ ξετυλίγεται η ψυχοσύνθεση όλων των προσώπων που τον περιβάλλουν. Μια σύζυγος που βρίσκει διέξοδο στα μασάζ και στα ινστιτούτα ομορφιάς χωρίς καμία επιθυμία ουσιαστική για επαφή και επικοινωνία μαζί του, δύο κόρες με νευρώσεις, ένας καλός φίλος, ο σεναριογράφος Αντρέ, παγιδευμένος στο ανούσιο, επικίνδυνο και τόσο κουραστικό ψυχολογικά παιχνίδι της επιβίωσης στον κόσμο του θεάματος, η πρωταγωνίστρια της νέας του ταινίας, η Γιακαράντα που δέσμια της ομορφιάς της και της φήμης της ως ηθοποιός, φαίνεται καταδικασμένη να μη μπορεί να βρει την εσωτερική της ηρεμία και γαλήνη. Όλες οι δευτερεύουσες παρουσίες εξυπηρετούν το σκοπό του συγγραφέα που δεν είναι άλλος από την παρουσίαση του παράλογου τρόπου που φαίνεται να ζει και να λειτουργεί ο άνθρωπος του σήμερα, ειδικά όταν αφοσιώνεται με τη θέλησή του ή παρασύρεται κατά λάθος από το φρενήρη ρυθμό της απόκτησης υλικού πλούτου.
pino corrias2

Είναι αρκετά τα μυθιστορήματα καθώς και οι ταινίες που έχουν καταπιαστεί με τον ανθρώπινο πόθο βίωσης της «χλιδάτης» ζωής και την επιβολή αυτού του τρόπου ζωής στον άνθρωπο του σήμερα, ο οποίος εντάσσεται ενεργά χωρίς τις περισσότερες φορές να καταλαβαίνει πώς, στο αέναο κυνήγι του χρήματος και της εξουσίας μέσω της απόκτησης περισσότερων χρημάτων. Το μυθιστόρημα του Pino Corrias όμως ξεχωρίζει όχι για την κεντρική του ιδέα αλλά για την λεπτομερή ψυχογράφηση των χαρακτήρων του. Η γραφή του, άμεση, απλή και εικονοπλαστική μάς εισάγει στο πνεύμα των χαρακτήρων του και η διήγηση μετατρέπεται σε ένα τρενάκι τρόμου στο οποίο επιβιβαζόμαστε και καταλήγουμε στην τελευταία σελίδα να αναρωτιόμαστε πάλι αυτό που πολλές φορές ασυνείδητα ή συνειδητά ξεχνάμε. Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος για να μη βαριέται; Πρέπει να κατασκευάζει τεχνητά θέλω; Πρέπει να καταναλώνει την ενέργειά του στο να αυτοκοροϊδεύεται ότι τα χρήματα φέρνουν την ευτυχία; Πρέπει να επιθυμεί τις ακριβές βίλες, τα γρήγορα αυτοκίνητα, τις συναναστροφές με τις ωραίες, μοιραίες και ανεγκέφαλες στην ουσία υπάρξεις; Ή πρέπει να κάνει μια στάση και να θυμηθεί ότι ο Ορτέλο, ο κύριος ήρωας-πρωταγωνιστής του Pino Corrias είναι το σκιάχτρο που θα βάζαμε στο κομμάτι της γης που κερδίσαμε με τον ιδρώτα μας για να διώξουμε με φυσικό αλλά έξυπνο τρόπο τους απρόσκλητους εισβολείς;
Ο Κικέρων, Ρωμαίος ρήτορας και πολιτικός (106-43π.Χ) είχε πει μεταξύ άλλων «Pecunia Nervus belli /rerum» (η ψυχή του πολέμου / των πραγμάτων είναι τα λεφτά». Αν αναλογιστεί κανείς ότι από τότε η ανθρώπινη κυνικότητα είχε διαγνώσει ότι τελικά τα χρήματα και η απόκτησή τους μπορεί να προκαλέσει πόλεμο, αλλιώς εξαγοράζει την ψυχή όλων των πραγμάτων, έμψυχων και άψυχων, τότε καταλαβαίνει ότι τελικά ο άνθρωπος ποτέ δεν έπαψε να χάνει τον προσανατολισμό του για αυτό που αποκαλείται σκοπός ζωής. Βιβλία όπως το «Θα κοιμηθούμε όταν γεράσουμε», αποτελούν ευκαιρία να κάνουμε τρόπο ζωής την πράξη και το κυνήγι αλλά με ανανεωμένο, αλλαγμένο σκοπό. Γιατί όταν γεράσουμε, χρόνο να κοιμηθούμε θα έχουμε. Αλλά αλήθεια πώς θα μπορείς να κοιμάσαι αν έχεις σπαταλήσει τη ζωή σου σε ανώφελες πρακτικές;  Καλή ανάγνωση.
«Θα κοιμηθούμε όταν γεράσουμε»

Εκδόσεις Κριτική
Συγγραφέας: Pino Corrias
Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου
Α’ Έκδοση: 2017


























































































































1η Δημοσίευση : 21 Δεκεμβρίου 2017,
http://tetartopress.gr/otan-i-psychi-ton-pragmaton-ine-ta-lefta/

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

«Μια διαφορετική μέρα» -Εκδόσεις: Κριτική


Πιάνοντας τη λογική του ονείρου από το χέρι
mia-diaforetiki-mera1


Για τη λογική και την αδιαμφισβήτητη επίδρασή της στις ορθές κατά τον κοινά αποδεκτό τρόπο σκέψης έχουν ειπωθεί πολλά. Και σίγουρα ο άνθρωπος ως έλλογο ον δεν έχει λόγο αμφισβήτησης της δύναμής της. Μα μήπως έχει υποχρέωση εξέτασης της φύσεως της δύναμής της; Μήπως η λογική πολλές φορές δεν είναι παρά μια περιοριστική δύναμη που αδυνατεί να καταλάβει τους λόγους της καρδιάς; Μήπως η λογική της καρδιάς μπορεί κάλλιστα και ισοδύναμα να εξασφαλίσει πιθανότητες ευτυχίας; Γιατί τελικά όσο περισσότερο κοιτάς γύρω αναρωτιέσαι πώς γίνεται η κάθε μέρα να είναι ολόιδια επιτακτική, βαρετή, κουραστική, μονότονη και ελλιπής πληρότητας; Πώς γίνεται αλήθεια ολοένα και περισσότεροι να νιώθουν ότι δεν ζουν όπως θα ήθελαν;
Με την ερώτηση αυτή στο μυαλό διάλεξα να ταξιδέψω στον κόσμο του πιο πρόσφατου βιβλίου «Μια Διαφορετική Μέρα» του Στάμου Τσιτσώνη.
Επιθυμώντας να δω πώς μπορεί να δει μέσα από τους 24 διαφορετικούς ήρωες των ιστοριών του «Μια Διαφορετική Ημέρα» και να τη μοιραστεί μαζί μας, αφέθηκα στη μαγευτική γραφή του που για μια άλλη φορά αποδεικνύει ότι τελικά τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο σε αυτό που ονομάζουμε ζωή πέρα από το ότι πάντα υπάρχει και η άλλη πλευρά, η άλλη άποψη, η άλλη θέαση.
Η ακαδημαϊκή και επαγγελματική του πορεία ως μαθηματικού, οπλίζουν την πένα του Στάμου Τσιτσώνη με την τάση αμφισβήτησης του δεδομένου και ανοίγουν άλλα παράθυρα στο νου αναβαθμίζοντας θαρρείς την ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε, όπως και στα πρότερα βιβλία του  «Χωρίς Απόδειξη» και «Πετεινός βορείων Προαστίων». Με μαγευτικό τρόπο τα 24 διηγήματα της νέας του συλλογής «Μια Διαφορετική Ημέρα» κατασκευάζουν την απόδειξη ενός πολλάκις και αδίκως καταδικασμένου μαθηματικού παράδοξου «η λογική που ωφελεί δεν υπάρχει αν δεν καταπατηθεί».
mia-diaforetiki-mera2

Μόνο αν βγεις έξω από τα κάγκελα που σου θέτει η επιβαλλόμενη λογική, μπορείς να δεις ότι το αλογάκι που λείπει από ένα καρουζέλ μπορεί να είναι το άλογο που προσφέρθηκε να περάσει απέναντι εσένα μετανάστη κολυμπώντας μέσα στην τρικυμία. Βλέπεις επίσης ότι πεθαμένος ουσιαστικά είσαι ακόμα και αν παραμένεις οργανικά ζωντανός, αν έχεις αποφασίσει να μένεις θαμμένος κάτω από την ανία, την οκνηρία, την ατολμία, το φόβο των γηρατειών. Βιώνεις τη θεραπευτική δύναμη των παραμυθιών, αφού το παραμύθι χωρίς τέλος καταφέρνει να πολεμήσει το θάνατο που απειλεί μια νεαρή ζωή. Κάθεσαι παρέα με τον Λέοναρντ Κοέν μπροστά στα Χερουβείμ και Σεραφείμ και αντιμετωπίζεις το ερώτημα «Είσαι έτοιμος για την αιωνιότητα;» Και απλώς χαμογελάς καθώς γεμίζεις με τη μνήμη των στιγμών αυτών της ζωής σου που έζησες με την ψυχή σου οπότε και έγιναν αυτομάτως αιώνιες συντρόφισσες σου σε κάθε χώρο και τόπο όσο άγνωστος και τρομακτικός και αν φαντάζει. Μόνο μια ζωή μετρημένη με τη μεζούρα της συνέπειας της τιμωρίας αν παραβείς το αναμενόμενο, έχει λόγο να φοβηθεί την αιωνιότητα.
Κάθε ένα από τα διηγήματά του αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης φύσης που ακόμα οι περισσότεροι αδυνατούμε να παραδεχτούμε, να αποδεχτούμε, να αναγνωρίσουμε, να θεαθούμε. Γιατί; Ίσως επειδή όπως τα μαθηματικά κινδύνεψαν να μείνουν στο μυαλό των περισσοτέρων ως η μόνη δυνατότητα υπολογισμών και ακριβών μετρήσεων, χωρίς ποτέ να τολμήσουν να ταξιδέψουν στο φιλοσοφικό τους μαγευτικό στοχασμό, έτσι και η ανθρώπινη φύση καταδικάστηκε εκ κατασκευής της κοινωνικής ευπρέπειας να μην τολμά να σκεφτεί το τι θα γινόταν αν; Τι θα γινόταν αν η ανατροπή δεν πραγματοποιούταν με σκοπό την απλή ατελέσφορη αντίδραση αλλά προέκυπτε από τη μαχητική ανάγκη και προσπάθεια του καθενός να ζήσει μια Διαφορετική Ημέρα;
Ίσως τελικά το χάος που τρέμουμε σε περίπτωση μη συνεπούς ακολουθίας κοινών κανόνων, να είναι μαθηματικά ελεγχόμενο αν θυμόμαστε ότι η εξίσωση με 2 αγνώστους την Ευτυχία και την Επιτυχία έχει πολλές μεταβλητές. Και όλες είναι στο χέρι της δικής μας επιλογής. Καλή Ανάγνωση!
«Μια διαφορετική μέρα»

Εκδόσεις: Κριτική
Συγγραφέας: Στάμος Τσιτσώνης
Α’ Έκδοση: 2017



Πρώτη Δημοσίευση
http://tetartopress.gr/pianontas-ti-logiki-tou-onirou-apo-to-cheri/


Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2017

Γράμματα στον Άγιο Βασίλη

Γράμματα στον Άγιο Βασίλη

christmas-2580152_1920


«Πολυαγαπημένε μου Άγιε Βασίλη. Πριν σου πω τι δώρο θέλω αυτά τα Χριστούγεννα, θέλω να σου θυμίσω ότι εμείς στο σπίτι μας δεν έχουμε καμινάδα και επειδή η μαμά και ο μπαμπάς κλείνουν πολύ καλά τις πόρτες και τα παράθυρα, σε παρακαλώ Άγιε μου Βασίλη, σε παρακαλώ να μην ξεχάσεις τα μαγικά σου αντικλείδια…».
Κάπως έτσι ίσως ξεκινούν αρκετά απ’ τα γραμματάκια των μικρών μας φίλων στον αγαπημένο τους Άγιο. Ένας Άγιος που όσες φορές και αν τον δουν σε φωτογραφίες, βιβλία, ταινίες, διαφημίσεις ή Χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις ξέρουν πάντα μέσα τους ότι ο πραγματικός βρίσκεται χωμένος στο εργαστήριό του φτιάχνοντας τη μαγική συνταγή των Χριστουγέννων! Τώρα βέβαια αρκετοί από σας ίσως κουνήσετε το κεφάλι με αμφιβολία και σκεφτείτε «Σιγά που τα παιδιά σήμερα πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη. Απλώς είναι αρκετά έξυπνα και πονηρά μαζί και ξέρουν έστω και ασυνείδητα ότι πρέπει να μάς δείχνουν ότι πιστεύουν».
Μήπως όμως μάς ξεφεύγει κάτι; Μήπως η αμφιβολία μας αυτή πηγάζει κατά μεγάλο μέρος απ’τον αθεράπευτο «συγκεντρωτισμό» μας να αναλάβουμε εμείς και αυτόν τον ρόλο; Μήπως βιαζόμαστε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας και πέφτουμε στην παγίδα να επιβάλλουμε μία μορφή ωριμότητας στον τρόπο σκέψης τους που κινδυνεύει αν μη τι άλλο να καταστρέψει τη «μαγεία» των γιορτών που όλοι μας ανεξαιρέτως έχουμε ανάγκη;
Οι γιορτές είναι προ των πυλών και εμείς τρέχουμε πανικόβλητοι με τις ώρες στα καταστήματα αναζητώντας το δώρο που θα ικανοποιήσει περισσότερο το παιδί μας ενώ αυτό μπορεί να μένει ανικανοποίητο. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ουσία του δώρου χάνει την πνευματική της διάσταση. Σε μια προσπάθεια λοιπόν να μας προλάβω να διατηρήσουμε τη μαγεία αυτών των ημερών που πρωτίστως αποζητούν την αγάπη μας και το καθάριο από τις σκοτούρες των υποχρεώσεων χαμόγελό μας, σκέφτηκα να θυμηθούμε γιατί γράφουμε γράμμα στον Άγιο Βασίλη.
Τι περιμένουν τα παιδιά μας τα Χριστούγεννα; Την αναβίωση ενός παραμυθιού φίλοι μου. Αυτό περιμένουν. Ο Άγιος Βασίλης δεν είναι θέμα γεωγραφίας και ούτε βέβαια θέμα ποσοτικά μετρήσιμο. Το έλκηθρό του, ο σάκος του με τα δώρα και η κάθοδός του από την καμινάδα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της παραμυθένιας ατμόσφαιρας. Τα παιδιά μας δεν παίρνουν χαρά από το δώρο ή από την εμφάνιση αυτή καθεαυτή του Άγιου τους Βασίλη. Τα παιδιά μας νιώθουν σε όλο της το μεγαλείο την ευτυχία της αναμονής και της πίστης στα μαγικά θαύματα. Αυτό επιζητούν στο βάθος της καρδιάς τους γι’ αυτό και επιμένουν να γράφουν το γράμμα τους.
Ίσως ειδικά τα τελευταία χρόνια που σκεπάζονται από το μαυρισμένο νέφος ενός οικονομικού άγχους, πρέπει να χαιρόμαστε για την κατάρρευση της «καταναλωτικής μας ασπίδας». Περισσότερο από άλλες χρονιές ο Άγιος Βασίλης μπορεί να διεκδικήσει το σεβασμό και την αγάπη που του αξίζει.
Καιρός λοιπόν να γράψουμε και εμείς το δικό μας γράμμα στον αγαπημένο μας Άγιο. Πάρτε μολύβι και χαρτί και σκεφτείτε: Εσείς τι πραγματικά θέλετε τα φετινά Χριστούγεννα; Να ζήσετε το παραμύθι τους παρέα με τα παιδιά σας. Να παίξετε μαζί τους, να δώσετε την πνοή της δικής σας αγάπης σε αυτές τις άγιες μέρες, να κοιμηθείτε αγκαλιά παραδομένοι στη γλυκιά ζάλη της αναμονής του πρωινού που θα ανοίξετε τα πολύχρωμα κουτάκια που θα σας περιμένουν κάτω από το δέντρο. Μια πρόταση τελευταία… Μην ξεχάσετε στο γράμμα σας να γράψετε όχι μόνο τι θα θέλατε να πάρετε αλλά και τι θα θέλατε να δώσετε στα αγαπημένα σας πρόσωπα και γιατί. Και πριν το ταχυδρομήσετε στη μακρινή Λαπωνία ή κοντινή Καισαρεία διαβάστε το παρέα με τα μικρά ή μεγαλύτερα παιδιά σας. Γιατί οι λέξεις σας θα φανερώσουν την αθάνατη παιδική σας ψυχή και θα αποκαλύψουν την αναντικατάστατη μαγεία της προσφοράς! Αυτή τη μαγεία η οποία μαθαίνεται μαζί με την αίσθηση της ευθύνης μας να τη μεταλαμπαδεύουμε στις νεότερες γενιές!
Πρώτη δημοσίευση : 
http://tetartopress.gr/grammata-ston-agio-vasili/




Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2017

Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά


Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά

της Μαρίας Παπαμαργαρίτη
«Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος», Δημόκριτος, 470-370 π.Χ.
Δεν ξέρω πόσοι έχουν την ικανότητα να θυμούνται αγαπημένες ρήσεις όπως αυτή του Δημόκριτου. Άλλωστε είναι τόσες πολλές οι ρήσεις που έχουν γίνει κλασικές λόγω της αμετάβλητης αλήθειας που εκφράζουν για τον ανθρώπινο βίο, που δε χωρούν στα κατηγοριοποιημένα κουτάκια της μνήμης μας.
Πόσα να χωρέσουν αλήθεια; Και πώς; Μα όταν έρθει ένα ερέθισμα που μας της φέρνει μπροστά μας τότε αναφωνούμε εσωτερικά ή φωναχτά «Πω, Πω κοίτα τι είχε πει από τότε… πόσο αλήθεια είναι» και ξαφνικά μέσα σε αυτήν την κενή μας καθημερινότητα, τη μονότονα βαμμένη γκρίζα, έρχεται η απόχρωση της ρήσης και μετουσιώνεται στο πανδοχείο που θα μάς προσφέρει αυτόματα μια αγκαλιά και θα μας ξαποστάσει από τον κάματο της τόσο κουραστικής ώρες ώρες διαδρομής μας.
Γιατί αν μη τι άλλο συνειδητοποιούμε εξ αφορμής της ρήσης ότι αυτά που κατά καιρούς νιώθουμε, αυτά που σκεφτόμαστε ανομολόγητα και ενοχοποιημένα, δεν είναι παρά κοινές σκέψεις όλων μας. Υπήρξαν πολλοί που τα ένιωσαν και θα υπάρξουν ακόμα περισσότεροι που επίσης θα τα νιώσουν.
Ένα τέτοιο ερέθισμα που μάς θύμισε προχτές το Δημόκριτο και την ανάγκη της εορτής για να ξεφορτώνουμε τον κάματο της μακράς οδού μας, ήταν η πρόσφατη παράσταση της Θεατρικής Εταιρείας Λουξεμβούργου, «Όταν η Χύτρα Ταχύτητας σφυρίζει ξανά».
Οι υπεύθυνοι της σκηνοθετικής ομάδας στο εισαγωγικό σημείωμα του προγράμματος της παράστασης μνημονεύουν το Δημόκριτο, συστήνοντάς μας τα 6 μονόπρακτα που θα ξεδιπλώσουν μπροστά μας τη δική τους εορτή, το δικό τους πανδοχείο για τους ήρωές τους και κατ’επέκταση για εμάς τους συνοιδοιπόρους τους.
Βασικός πρωταγωνιστής κάθε μονόπρακτου ένα τραπέζι.
Το Κυριακάτικο τραπέζι μιας παραδοσιακής Ελληνικής οικογένειας με μοναδικό πια συνδαιτημόνα το χήρο σύζυγο και εγκαταλελειμμένο τρόπον τινά στη μοναξιά του πατέρα, το τραπέζι ενός διαμερίσματος, δώρο της πεθερούλας στο άτεκνο ακόμα ζευγάρι, που παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα στο ατομικό και κοινό τους Εγώ, το τραπέζι ενός Ελληνικού καφενείου κάπου στο Σικάγο, τόπος εξομολόγησης του μεγαλύύτερου σε ηλικία άντρα στο νεαρότερο συντοπίτη του και πρόσφατο μετανάστη.
Ακολουθεί το τραπέζι του σαλονιού ενός χρόνια παντρεμένου ζευγαριού βουτηγμένου στη δυστυχία της κρίσης όχι τόσο της οικονομικής αλλά περισσότερο της ψυχοσυναισθηματικής που χτυπάει σα ταμπούρλο τα σωθικά τους βγάζοντας τις άναρθρες κραυγές της χρόνια φυλακισμένης ψυχής τους στην παράνοια των δήθεν από τις κοινωνικές επιταγές επιβαλλόμενων επιλογών τους, αλλά και το τραπέζι το ακριβό από την Ιταλία, το κατασκευασμένο από ακριβό μαόνι, που αγοράστηκε ως αναμνηστικό του γαμήλιου ταξιδιού τους από τη σύζυγο.
Το μπλε του χρώμα ήταν η μόνη ένδιεξη αυτού που θα μπορούσε να είναι ο ωκεανός της αγάπης τους. Μα η αγάπη τους ανύπαρκτη κρύφτηκε πίσω από την αδιάκοπη μοιχεία του συζύγου. Και τελευταίο το τραπέζι μιας ψησταριάς στην εξοχή που προσπαθεί εις μάτην να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος του αρσενικού και θηλυκού συνδαιτημόνα. Μα πώς να συμβαδίζουν έστω και μόνο υπό τη σκέπη της ανάγκης ικανοποίησης της σεξουαλικής τους παρόρμησης δύο ψυχές ολότελα διαφορετικές;
Βλέπετε αυτό που είπε ο Δημόκριτος περί εορτών δεν περιορίστηκε μόνο στη σημασία της «ἑορτής» που έχουμε αποφασίσει να κρατήσουμε στη μεταξύ μας επικοινωνία. Η «ἑορτή» όπως μαρτυρεί η ετυμολογία της αρχικά σήμαινε την προσφορά εκ του ρηματικού τύπου «ἦρα»∙`«ἐπί ἦρα ἔφερον» στην Ομηρική εποχή οι πρόγονοί μας, δηλαδή «υπηρεσίες προσέφεραν».
Με τα χρόνια οι υπηρεσίες θεωρήθηκαν μόνο χαρωπής φύσεως, και έτσι η ἑορτή, έγινε η γιορτή, η συγκέντρωση χαράς και διασκέδασης.
Μα η Χύτρα Ταχύτητας με τα 6 μονόπρακτα μάς θύμισε ότι κάθε τραπέζι είναι μια προσφορά υπηρεσίας, μια ἑορτή, που προσφέρει απλούστατα την ευκαιρία να χαμηλώσεις ταχύτητα βρασμού και να παρακολουθήσεις τα συναισθήματα και τις σκέψεις σου έτσι όπως κινδυνεύουν να πολτοποιηθούν στη χύτρα της άλλοτε σκληρής και αβάσταχτης πραγματικότητας, της από χρόνια ξεχασμένης πρότερης ζωής, της συνειδητής απόφασης να κινηθείς σε συμβατότητα με το ρυθμό βρασμού όλης της κοινωνίας, χωρίς να ελπίζεις, της πλαστής πραγματικότητας που εσύ κατασκευάζεις ως κόλπο επιβίωσης με τις επιπόλαιες επιλογές σου, ή της πεισματάρικης άρνησης να ανοιχτείς και να επικοινωνήσεις και της επίμονης κάλυψής σου πίσω από τα θεωρητικά σου ευαγγέλια γλωσσολογίας ή τις εμπειρίες της ζωής σου που μέχρι σήμερα ψευδεπίγραφα σε οπλίζουν με τη ψευδαίσθηση ότι εσύ τώρα ζεις, επειδή απλούστατα δεν αποφασίζεις να μοιραστείς τη ζωή σου μαζί με κάποιον άλλον.
Κάθε τραπέζι της Χύτρας Ταχύτητας είναι μια στάση. Μια στάση να θεαθούμε εμάς μέσα από τους άλλους που φαντάζουν τόσο μακριά και όμως είναι τόσο κοντά μας. Δεν υπάρχει θάνατος που δεν θα πονέσει, δεν υπάρχει γιατρικό απώλειας, δεν υπάρχει έρωτας που δε θα φανεί πεθαμένος περιμένοντας το φύσημά μας για να ξαναφουντώσει. Δεν υπάρχει εμπειρία χωρίς τίμημα μα αν αναγνωρίσεις το τίμημα τότε αναγνωρίζεις και το πώς έχει επηρεάσει εσένα. Δεν υπάρχει μοιχεία που δε θα πληγώσει, ή σχέση που δε θα κινδυνεύσει να πέσει στον καιάδα της ανουσιότητας ακριβώς επειδή ποτέ δε της δόθηκε χώρος να φυτρώσει παρά μόνο παραφορτώθηκε με στολίδια παράταιρα, όπως ένα ακριβό από μαόνι ενθύμιο ή δάνεια επίκτητων, κατασκευασμένων αναγκών. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δε φοβάται να ερωτευτεί και δε θα κρυφτεί πίσω από τις δικές του δικλείδες ασφαλείας.
Μα σίγουρα υπάρχει παντού και πάντα ένα τσουκάλι, μια χύτρα που όλων μας τα συναισθήματα θα βρεθούν, θα μαγειρευτούν και όσο και να πολτοποιηθούν θα καταφέρουν να αναδύσουν τα αρώματα τους και τις γεύσεις τους. Το ερώτημα είναι, θα βρούμε χρόνο να κάνουμε μια στάση στο πανδοχείο μας για να τα γευτούμε;
Η Χύτρα Ταχύτητας πάντως μας προσέφερε αυτό το πανδοχείο, το γεμάτο αρώματα και γεύσεις που ικανοποίησαν και τη διψασμένη και πεινασμένη για ερεθίσματα ψυχή του θεατή. Συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές και πρωταρχικά στους συγγραφείς των κειμένων – Όλγα Ιωαννίδου, Ελίτα Λεμονή, Χρήστος Πούρης, Δημοσθένης Παπαμάρκος, Έφη Τριγκίδη, Lillo & Greg, Ρούλα Ζάννια- που απέδωσαν με καθάριο και προσιτό λόγο όλες τις αποχρώσεις της κάθε «ἑορτής». Καλή δημιουργική συνέχεια στη Θεατρική Εταιρεία Λουξεμβούργου (http://theatrikolux.wordpress.com).
 Πρώτη Δημοσίευση 

http://socialsecurity.gr/%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B7-%CE%BF%CF%80%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%B7-%CF%87%CF%8D%CF%84%CF%81%CE%B1-%CF%84%CE%B1%CF%87%CF%8D%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%86%CF%85%CF%81%CE%AF%CE%B6%CE%B5%CE%B9-%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%AC/


Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017



Μια φορά και έναν καιρό….*
της Μαρίας Παπαμαργαρίτη
αφιερωμένο στην επιμόνως ακαταλαβίστικη πραγματικότητα
παγιδεύτηκε ο άνθρωπος στους τέσσερις τοίχου ενός δωματίου που λέγεται βόλεμα. Στην αρχή είπε στον εαυτό του ότι χρειάζεται μια στάση. Να ξαποστάσει από τον κάματο του ταξιδιού του. Τόσο κουρασμένος ένιωθε που ούτε αντιλήφθηκε την παραμικρή ένδειξη πιθανής ύπαρξης των τοίχων .
Έπεσε στου ύπνου τη γλυκιά μέθη με χαμόγελο ικανοποίησης για το δρόμο που είχε διανύσει…ξύπνησε με κεφάλι βαρύ από την έλλειψη του οξυγόνου…γιατί όσο κοιμόταν τοίχοι χτίστηκαν ψηλοί που το’κρυψαν τον ορίζοντα μπροστά του. Ξύπνησε ζαλισμένος και φοβισμένος όπως ένιωσε από των τοίχων το ύψος, κατέληξε ότι το μόνο που μπορούσε προς τα παρόν να κάνει ήταν να ανοίξει παράθυρα για να δει έστω και λίγο από τα κομμάτια του ουρανού. Γρήγορα όμως πάλι δυστυχώς έβαλε στα παράθυρα κουρτίνες γιατί δεν άντεχε τη γυμνή τους θέα. Και έτσι και το λίγο του ουρανού που έβλεπε άρχισε να το κάνει ακόμα πιο λίγο. Αποφάσισε να βγει από την πόρτα και είδε ότι και οι άλλοι συνταξιδευτές του είχαν επίσης χτίσει τοίχους.
Τους χτύπησε την πόρτα, κάποιοι άνοιξαν, κάποιοι όχι…
κάποιοι από αυτούς που άνοιξαν είπαν ότι ήταν ακόμα κουρασμένοι,
κάποιοι ξεκίνησαν με όλες τις καλές προθέσεις αλλά κουράστηκαν στο δρόμο.
Και έμεινε ο άνθρωπος μόνος, απογοητευμένος, να πνίγεται από των τοίχων το ύψος…
γονάτισε, μαζεύτηκε, διπλώθηκε στα δύο, έγινε κουκίδα τόση δα μικρούλα καφέ, πάνω στου χώματος το μονόχρωμο υφαντό.
Θόρυβος ακούστηκε εκκωφαντικός, γκρεμίστηκαν οι τοίχοι και φάνηκε το απέραντο μπλε του ουρανού…
Μα ο άνθρωπος πουθενά…γιατί οι τοίχοι υψώνονται επειδή ο άνθρωπος τους το επιτρέπει…είναι η ανημποριά της αδυναμίας του, η αδράνεια, η δειλία και η εγκατάλειψη στων φόβων του και της ανασφάλειάς του το στράτευμα…χαμένος πια ο άνθρωπος κάτω από των τοίχων τα ερείπια…
ο άνθρωπος που ήρθε να πιει το μπλε του ουρανού και έφυγε διψασμένος…ο άνθρωπος…που ξέρει να κολυμπά αλλά ψάχνει για σωσίβια…που μετά το μπουσούλημα μπορεί να περπατήσει αλλά ψάχνει για μπαστούνι…που θέλει να κοιμηθεί και να απλώσει το κορμί του στης γης το πολύχρωμο σεντόνι…
Πού είναι ο άνθρωπος;;;μια κουκίδα, καφέ τόση δα απλωμένη και χαμένη πια στου χώματος το μονόχρωμο υφαντό…μια κουκίδα…και εμείς την πατάμε…

*Φράση αρχής ενός παραμυθιού. Ή ο τίτλος της σειράς κινουμένων σχεδίων «Μια φορά και έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος» της δεκαετίας του ’70, του Γάλλου Άλμπερτ Μπαρίγιε ο οποίος αγαπούσε πολύ τα παιδιά, και απέδειξε πόσο πολύ αγαπούν εγγενώς τη μάθηση. Αρκεί να τους προσφερθεί. Από σήμερα φράση που εξερευνά την επιμόνως ακαταλαβίστικη πραγματικότητα.

Πρώτη Δημοσίευση 20/11/2017

http://socialsecurity.gr/%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B7-%CE%BF%CF%80%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%B5%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CE%BC%CF%8C%CE%BD%CF%89%CF%82-%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B2%CE%AF%CF%83/