Υπάρχουν συγγραφείς που αγαπάς με την πρώτη. Υπάρχουν συγγραφείς που μαθαίνεις να αγαπάς σταδιακά μέσα από τα βιβλία τους. Και υπάρχουν και κάποιοι που ανήκουν στην μαγική σφαίρα της αγάπης που υπάρχει από πριν, χωρίς αιτία, χωρίς έρεισμα, χωρίς προηγούμενο. Ένας από αυτούς τους συγγραφείς που αγαπώ από πριν είναι ο Θοδωρής Καλλιφατίδης. Και σήμερα έχω ραντεβού με το τελευταίο του βιβλίο «Μια Ζωή ακόμα», το οποίο διάλεξα για να αποχαιρετήσω το 2016 και να υποδεχτώ μαζί σας τη νέα χρονιά 2017.
Θοδωρής Καλλιφατίδης, «Μια Ζωή Ακόμα»Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016
Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης μας εκπλήσσει πάλι και μας δείχνει ότι η ζωή ακόμα και αν εσύ νιώσεις ότι θες να την αφήσεις να σε προσπεράσει, δε θα σε αφήσει. Η ζωή έρχεται ως «Μια Ζωή Ακόμα» για να σου αποδείξει περίτρανα ότι καμία μάχη δε χάνεται αν εσύ πρώτος δεν αφεθείς στην λανθασμένη πίστη ότι την έχασες. «Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης πήρε την απόφαση να αφήσει το γράψιμο πριν τον αφήσει εκείνο. Δε θα μπορέσει όμως να κρατήσει την απόφασή του», όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο. Γιατί πολύ απλά νομίζει ότι δεν έχει κάτι να πει και ότι έχει ντυθεί τη σιωπή της εποχής του που καταρρέει μπροστά στην κρίση που έχει κατακλύσει τα πάντα. Όμως τελικά η πένα του έρχεται και συνδέει την δική του προσωπική υπαρξιακή αγωνία με την κοινή υπαρξιακή αγωνία της παγκόσμιας κοινωνίας που δεν ξέρει ποια πυξίδα να χρησιμοποιήσει και πού να στραφεί για να βρει το φως της που έχει χάσει.
Περιδιαβαίνει ο Θοδωρής Καλλιφατίδης μαζί μας στις αναμνήσεις του, στις εμπειρίες μιας ζωής που έπλεε πάντα με το πάθος για δημιουργία στο πηδάλιό του και αντιμετωπίζει πρόσωπο με πρόσωπο τη φοβία του ότι ίσως το πάθος αυτό σιώπησε. Άφησε τη «λυκοφωλιά» του όπως ονομάζει το γραφείο του και περνά κάθε μέρα μακριά από τη συγγραφική του ιδιότητα. Και πείθει τον εαυτό του ότι έτσι είναι. Όλοι απλώς υποτασσόμαστε στη ματαιότητα της φύσης μας. Ίσως αυτό έχει συμβεί και με το κοινό εγώ της πολυπολιτισμικής πολύχρωμης παγκόσμιας κοινωνίας μας. Έχει υποταχθεί χωρίς άλλα θέλω και χωρίς κανένα κρυφό πόθο στη ματαιότητα εξασφάλισης της επιβίωσης. Μα όπως έλεγε ο Σαρτρ το ξέρουμε όλοι ότι θα πεθάνουμε. Το θέμα είναι να νιώσουμε ευλογημένοι να προλάβουμε σε αυτό το θνητό διάλειμμα να βρούμε αυτό στο όνομα του οποίου επιθυμούμε να πεθάνουμε για να έχει ο θάνατός μας το νόημά του. Γιατί αλλιώς τι νόημα έχει το κούφιο κέλυφος αυτού που εξακολουθούμε και ονομάζουμε Ζωή;
Και έτσι έρχεται αυτή η διαπίστωση. Όσο και αν μεταναστεύσεις σε άλλα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της γης, όσο και αν φορέσεις την ασπίδα του «δεν ξεβολεύομαι» και «δε θα είμαι εγώ ο ένας κούκος που θα φέρει την άνοιξη», η ιδιότητα του αγωνίζεσθαι δε θα μπορέσει να μείνει εκτός του στίβου. Γιατί ό,τι και να συμβεί, όποια κρίση και αν εξαπλωθεί, όποια γλώσσα και αν εξαφανιστεί ή αλλοιωθεί, όποιο κύμα προσφύγων και πενίας καλύψει το φως της ανθρώπινης ύπαρξης, ο τόπος του αγωνίζεσθαι είναι μέσα μας.
Λάτρεψα τον τρόπο με τον οποίο συνδέεται στη σκέψη του κου Καλλιφατίδη η Οδύσσεια ενός συγγραφέα με την Οδύσσεια κάθε ανθρώπου ασχέτως ιδιότητας. Ο συγγραφέας νιώθει πληρότητα όταν μοιράζεται την αέναη πορεία της σκέψης του. Το στοίχημά του είναι να μη λαβώνεται και να μην επηρεάζεται από την αντίδραση του αναγνωστικού του κοινού. Ούτε από το λεγόμενο συγγραφικό μπλοκάρισμα, αγγλιστί writer’s blog. Ούτε από τον παροδικό λήθαργο που μπορεί να κατακτήσει τη δυνατότητα έκφρασής του. Μπορεί ένας συγγραφέας να βρίσκεται μπροστά σε μία λευκή σελίδα και να τρομάζει γιατί νιώθει ότι το τείχος που έχει υψωθεί ανάμεσα στην αέναη πορεία της σκέψης του και στην πραγματικότητα της καθημερινότητάς του είναι απροσπέλαστο.
Μπορεί… χίλια δυο μπορεί θα έρθουν και θα διαταράξουν την αρμονία του καθημερινού δικού σου κόσμου… του δικού σου πλανητικού χωριού που κινείται με βάση τους κανόνες που έχεις θέσει, με βάση αυτά που σου ταιριάζουν, αυτά στα οποία έχεις αφιερωθεί… μα τελικά ο κος Θοδωρής Καλλιφατίδης που πλέει μέσα στην τρικυμία που προκαλεί η απόφασή του να σταματήσει το γράψιμο καταλαβαίνει ότι είτε χρησιμοποιεί την πένα του είτε όχι, η πένα της σκέψης του δε σταματά ποτέ. Απλώς επιθυμεί πια μετά από 50 συναπτά έτη συγγραφικής αφοσιωμένης εργασίας νέο τρόπο έκφρασης. Για αυτό και αποφασίζει να γράψει απευθείας στα Ελληνικά. Στη δική του γλώσσα. Τη γλώσσα της παιδικότητάς του, τη γλώσσα που άφησε όταν πήρε την απόφαση να γίνει μόνιμος κάτοικος Σουηδίας. Και όπως ο ίδιος αποτινάσσει από πάνω του τη σκόνη των απογοητεύσεων, των θολών εικόνων, και της κούρασης, έτσι μπορεί κάθε θνητός μετανάστης της επίγειας παραμονής του σε αυτό που οριοθετούμε ως Ζωή να αποτινάξει τη σκόνη της απογοήτευσης και να βρει «Μια Ζωή Ακόμα.»
Γιατί; Όχι γιατί φοβάται να πεθάνει αλλά γιατί… αγαπημένοι μου συνοδοιπόροι…. ο τόπος του αγωνίζεσθαι είναι μέσα μας. Καλή μας χρονιά με αναγνώσεις και πράξεις που δε θα αφήσουν τη σκέψη μας να υποταχθεί.
http://tetartopress.gr/%CE%B8%CE%BF%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%AE%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CF%86%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B6%CF%89%CE%AE-%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CE%BC%CE%B1/